1. Σήμερα παίρνω μερικές γραμμές από τον Παλαμά και από τον Σαιξπήρο με όμοιο περίπου θέμα και δείχνω πώς το χειρίζεται ο ένας και πώς ο άλλος. Και οι δύο επαινούν τη χώρα τους.
Στον 3ο Λόγο στη Φλογέρα του Βασιλιά ο Παλαμάς επαινεί την Αθήνα και την Ακρόπολη:
Εσ’ είσαι που κορώνα σου φορείς το Βράχο; Εσ’ είσαι
Βράχε που το ναό κρατάς, κορώνα της κορώνας;
Ναέ και ποιος να σ’ έχτισε μες στους ωραίους ωραίο
για την αιωνιότητα, με κάθε χάρη Εσένα;
Η Αθήνα προσωποποιείται και φορά, ως βασίλισσα, την Ακρόπολη κορώνα. Θεμιτό το σχήμα, με Αντικειμενική Αντιστοιχία, μα είναι αδύναμο και η σύνταξη ως ερώτημα δεν προσθέτει τίποτα ουσιαστικό. Μάλλον αφαιρεί διότι νιώθεις πως πρόκειται για προσποίηση, καθώς επαναλαμβάνεται “Εσ’ είσαι” στο τέλος του δεκαπεντασύλλαβου. Η 2η γραμμή έχει το πολύ αδύναμο “κρατάς” και το αφύσικο “κορώνα της κορώνας”. Επίσης αοριστία με «μες στους ωραίους ωραίο/ για την αιωνιότητα». Στόμφος κενός ουσίας. Αν νιώσει κάποιος συγκίνηση οφείλεται σε πατριωτικό συναισθηματισμό, όχι ποίηση.
2. Στο Ριχάρδος 2ος (2η πράξη, σκηνή 1η) ο Ιωάννης της Γάνδης μονολογεί για την όμορφη χώρα καθώς νιώθει πως, με την εξορία του γιου του Ερρίκου, ο οποίος θα γίνει ο 4ος βασιλιάς με το όνομα αυτό, η χώρα ξεπέφτει:
this scepter’d isle
……………………………………………………..
This happy breed of men, this little world;
This precious stone set in the silver sea,
Which serves it in the office of a wall / Or as a moat…
“Αυτό το νησί σκηπτρούχο” δείχνει πως έχει βασιλιά κι είναι βασιλικό ανάμεσα σε νησιά. Ένας μικρόκοσμος είναι με γένος ευτυχισμένων ανθρώπων. Μετά, είναι πολύτιμο πετράδι (ή μια πέτρα) βαλμένο [με σχέδιο κάποιου τεχνίτη] μέσα στην ασημένια θάλασσα: ασυνήθιστο επίθετο που όμως στέκει και χρωματικά και ως πλούσιο φόντο για το πετράδι. Όμως η θάλασσα το υπηρετεί και ως τείχος ή (όπως σε κάστρα) ως τάφρος. Εδώ ο ποιητής είναι λακωνικός και προτιμά να υπαινίσσεται ή να κυριολεκτεί αντί να περιγράφει με στόμφο.
3. Ο Παλαμάς δεν μπορεί να αποφύγει τον στόμφο. Παίρνω τρεις γραμμές (Φλογέρα του Βασιλιά) από τον 7ο Λόγο, από τα γνωστότερα αποσπάσματα που βρίσκουμε στις Ανθολογίες:
Πρωί και λιοπερίχυτη και λιόκαλ’ είναι η μέρα,
κι η Αθήνα ζαφειρόπετρα στης γης το δαχτυλίδι.
Το φως παντού, κι όλο το φως, κι όλα το φως τα δείχνει
Εδώ το “λιόκαλη” είναι πλεοναστικό μετά το “λιοπερίχυτη” που είναι αρκετό και αρκετά ωραίο. Η ζαφειρόπετρα είναι οπωσδήποτε όμορφη επιλογή (κι ας μην είναι γαλάζια η Αθήνα). Μα ποιο είναι το δαχτυλίδι της γης; Η γη ως υφήλιος είναι μια σφαίρα, ή αλλιώτικα επίπεδος κάμπος. Με τι αντιστοιχεί το δαχτυλίδι; Δεν υπάρχει κάτι αντίστοιχο. Κι εδώ καταρρέει το εγχείρημα δείχνοντας πως πρόκειται για διανοητική προσπάθεια, για προσποιητό συναίσθημα, όχι γνήσια ποιητική ανάβρυση. Η τρίτη γραμμή είναι σαπουνόφουσκα: η επανάληψη “φως”, μετά “όλο” κι “όλα” φανερώνει πάλι φλύαρη αδυναμία.
Ο πατριωτισμός δεν αρκεί για να είναι καλή ποίηση.