Α) Σε προηγούμενο άρθρο στη σειρά «Ποίηση» ασχολήθηκα σύντομα με την «κάθαρση» του ελέους και φόβου που διαβλέπει ο Αριστοτέλης στην καλή τραγωδία. Και προσθέτω το «καλή» για να μη νομίζουν οι μοντέρνοι δραματογράφοι πως αυτό ισχύει για τα δικά τους γραπτά. Κι έδειξα πειστικά, ελπίζω, πως οι 8 συγκινήσεις rasa (και η 9η κατάσταση γαλήνης śānti) της Βεδικής Παράδοσης καλύπτουν πολύ καλύτερα το ψυχολογικό πεδίο.
Αφήνοντας το θέμα τούτο για μελλοντικές επισκέψεις, σήμερα θα εξετάσω (πάλι συνοπτικά) μια διαφορετική προσέγγιση στην Ποίηση – και γενικότερα σε όλα τα είδη καλής λογοτεχνίας.
Ένας παλαιός σοφός ο Bharata muni (κάπου από το 400 πκχ ως το 400 κχ και αγνώστων λοιπών στοιχείων) έγραψε μια πραγματεία για το Θέατρο και την Ποίηση, όπως ο Αριστοτέλης, η οποία έγινε η βάση για μεταγενέστερες ποιητικές. Σε αυτήν έθεσε ως αξιώματα 10 ιδιότητες για καλό δράμα και ποίηση (κεφ. 17) μετά όμως από 10 ελαττώματα. Παίρνω πρώτα τέσσερα από τα ελαττώματα: gūḍhārtha ‘κρυμμένο νόημα, σκοτεινότης’, bhinnārtha ‘σπασμένο νόημα’, nyāyād-apeta ‘φυγή από τη λογική’ και śabdacyuta ‘χυδαία γλώσσα’. Αυτά όλα είναι κοινά γνωρίσματα στη μοντέρνα ποίηση.
B) Στη συνέχεια δίνω τις σανσκριτικές ονομασίες και επεξηγήσεις των αρετών.
1. śleṣa (προφέρεται shlesha). Ο όρος έχει ποικιλία σημασιών – αμφισημία, λογοπαίγνιο, συνδυασμός, κλπ. Εδώ είναι τεχνικός όρος για τη σύνταξη, γλωσσική, γραμματική και νοηματική: «ιδανικές λέξεις σε ιδανική θέση» όπως έγραψε ο Άγγλος Coleridge στο Biographia Literaria του, ή αρμονικός συνδυασμός λέξεων, εικόνων, κλπ.
2. prasāda ‘καθαρότης’. Μπορεί να υπάρχει υπαινικτικότης με σχήματα λόγου, όχι όμως σκοτεινά σημεία που λεκιάζουν το νόημα και εμποδίζουν την κατανόηση. Υπάρχει απλότητα κι ευρυθμία.
3. samatā ‘ομοιομορφία’. Ομοιόμορφο ύφος – όχι περίπλοκες φράσεις ή βαριά σύνθετα, ξαφνικά και χωρίς ικανοποιητικό λόγο (όπως στο 1) ενώ είναι απλό ύφος. Ομοίως, όχι χυδαιότητες σε ευγενική σύνθεση.
4. samādhi ‘συγκέντρωση’. Ο όρος αναφέρεται στη συγκέντρωση νοήματος χάρη στην εισαγωγή μιας λεπτής ποιότητας (μέσω μεταφοράς, παρονομασίας, υπερβολής ή άλλου σχήματος) η στην πολύ απλή γλώσσα του έργου που όμως απαιτεί τη συγκέντρωση της προσοχής του καλλιεργημένου ακροατή ή αναγνώστη. (Είναι κοινός τύπος στην ποιητική παράδοση της αρχαίας Ινδίας πως μόνο ο καλλιεργημένος sahṛdaya μπορεί να απολαύσει την άριστη λογοτεχνία.)
5. mādhurya ‘γλυκύτητα’. Αυτή πρέπει να είναι παρούσα και στο νόημα και στην έκφραση. Το καλό ποίημα δεν πρέπει να προκαλεί αηδία ή κούραση και να ανtέχει και δεύτερη και τρίτη επαφή. (Πχ. «Εις τον ήσυχον αιθέρα | Τώρα αθώα δεν αντηχεί | Τα λαλήματα η φλογέρα | Τα βελάσματα τ’ αρνί»)
6. ojas ‘σθένος’. Για να μεταδίνει δύναμη το καλό κείμενο πρέπει να έχει δυνατό (όχι ηχηρό, φωνακλάδικο) ήχο, ισχυρό ποικίλο λεξιλόγιο, ρωμαλέο ρυθμό, εντυπωσιακές εικόνες και υψηλό νόημα αφενός εκθειάζοντας κάτι τετριμμένο ίσως και αφετέρου εξυψώνοντας τον ακροατή / αναγνώστη. (Πχ. «Το σπαθί σου αντισηκώνεις | Τρία πατήματα πατάς, | Σαν τον πύργο μεγαλώνεις | και εις το τέταρτο κτυπάς.»)
7. saukumarya ‘λεπτότητα’. Η λεπτότητα διαφαίνεται στο χαριτωμένο, υποδείχνοντας αφενός ευφωνία ή μουσικότητα στίχων κι ευαισθησία στην εκδήλωση νοήματος (όπως πχ. «ανάκουστος κελαιδισμός και λιποθυμισμένος»).
8. arthavyakti ‘σαφήνεια’. Επιτρέπεται (πάλι) ο υπαινιγμός, όχι όμως το σκοτεινό και ακατανόητο (όπως πχ. «Άφησε μη ρωτάς· τρία κόκκινα άλογα στ’ αλώνι | γυρίζουν πάνω σ’ ανθρώπινα κόκαλα…»). Επαναλαμβάνει επίσης τη δεύτερη αρετή prasāda.
9. udāra ‘ύψος, μεγαλοπρέπεια’, έτσι όπως πραγματεύτηκε αυτή την ιδιότητα ο Λογγίνος στο δοκίμιο του Περί Ύψους. (Π.χ. «Πριν πάψ’ η μεγαλόψυχη πνοή χαρά γεμίζει/· Άστραψε φως κι εγνώρισεν ο νιος τον εαυτό του./ Οι κόσμοι γύρου ν’ άνοιγαν κορόνες να του ρίξουν». Ο Λογγίνος δίνει ένα δίστιχο από την Οδύσσεια Λ, 315 το οποίο είναι σε μετάφραση: «Σκέφτηκαν την Όσσα πάνω στον Όλυμπο να βάλουν και πάνω από την Όσσα | το Πήλιο με τις πυκνές τρεμάμενες φυλλωσιές ώστε να φθάσουνε τον ουρανό».)
10. kānti ‘ομορφιά’ που αμέσως ελκύει και γοητεύει τον νου. (Πχ. Το σύντομο του Σολωμού Η καταστροφή των Ψαρών.)
Γ) Τα πιο σημαντικά είναι prasāda ‘καθαρότης’ (arthavyakti ‘σαφήνεια’), ojas ‘σθένος’, saukumarya ‘λεπτότητα’ και udāra ‘μεγαλοπρέπεια, ύψος’.
Οι Βερλέν, Μποντλέρ κλπ. στα μισά του 19ου αιώνα στη Γαλλία προώθησαν τη σκοτεινότητα (και την ασυναρτησία) πέρα από την παραδοσιακή υπαινικτικότητα.
Αυτή η καινοτομία ουσιαστικά αντιτάσσεται στα λόγια του Wordsworth που 50 χρόνια νωρίτερα έγραψε «Ποίηση είναι το αυθόρμητο ξεχείλισμα δυνατών συναισθημάτων. Ξεκινάει από τη συγκίνηση που αναπολούμε στην ηρεμία μας.» Ο Γουέρντσγουορθ ήταν «ρομαντικός» (με τους Blake, Coleridge, Byron, κλπ.) και αυστηρός, και απεχθανόταν την σκοτεινότητα. Κάτι παρόμοιο έγραψε και ο Σολωμός την ίδια περίπου εποχή.
Άλλος ρομαντικός, σύγχρονος περίπου του Γουέρντσγουορθ, του Κόλεριτζ και του Μπάιρον, ο P.B. Shelley έγραψε στο δικό του δοκίμιο In Defence of Poetry – «Η ποίηση λυτρώνει από τη φθορά την παρουσία του θεϊκού στον άνθρωπο: αποτραβά το πέπλο της καθημερινότητας από τον κόσμο, αποκαλύπτοντας γυμνή την κοιμωμένη ομορφιά που είναι η πεμπτουσία της μορφής του».
Έχουν καμιά σχέση με αυτές τις ιδέες περί Ποίησης τα μοντέρνα προϊόντα όπως π.χ. του Βλαβιανού, της Δημουλά ή του Μπλάνα, και όσα άλλα παραδείγματα στρυφνότητας και ασυναρτησίας εξετάσαμε; Όχι.