Π92: Παρθένης Άγγελος

Π92: Παρθένης Άγγελος

- in Ποίηση
0

1. Αρχιτέκτων, γεννημένος στη Λάρισα, μεγαλωμένος στον Βόλο, τώρα (2016) συνταξιούχος, ο ΑΠ δημοσίευσε το 1988 τη συλλογή Ο Πας Χρόνος. Αρχίζω με τη δεύτερη Ες ατρύγετον καιρόν (1997, εκδ Γαβριηλίδης).

Το πρώτο “Εικόνα” μετά μια αόριστη περιγραφή (όγκος βουνού, ουρανός, φώτα χαμηλά) δίνει το στίγμα με δίστιχο που είναι σχήμα οξύμωρο, μα ισχυρό:

Χρόνια τώρα αιώνες βλέπω. Τόσο παλιά όλα τόσο καινούργια.

Πιο κάτω συναντάμε πρόζα κομμένη σε στίχους· (“Κορμός σε Μάρμαρο” ΙΙ):

Το κεφάλι και ο λαιμός λείπουν / όπως και μέρος του στήθους – εκεί που / ο δεξής ώμος ανεβαίνει προς τα μαλλιά…

Η λακωνικότητα του οξύμωρου και η πρόζα σμίγουν στο GRAFFITI II:

Τον καιρό / τρυπώντας / η λαχτάρα / καταργώντας τον;

Δύσκολο για τον νου το τρύπημα του καιρού από τη λαχτάρα. Η χρήση των μετοχών, όπως και στο §2, θυμίζει Σεφέρη.

Ακόμα πιο δύσκολες μερικές γραμμές στο “Παλιά Φεγγάρια”:

Με νύχια γαμψά / ολόγιομη μαγική / θεά μου εσύ /

στις φλέβες της θάλασσας / στα καλώδια του νου.

Εγώ δεν έχω δει (ούτε άλλος, υποθέτω) “φλέβες της θάλασσας” ή “καλώδια του νου”!

Μετά, είναι οι δηλώσεις που δεν πείθουν:

Ούτε οι στιγμές μία μία που πέρασαν / ούτε οι άλλες που θα ’ρθουν / στην απόλυτη αυτή στιγμή υπάρχω / τώρα.

2. Κι όμως ο ΑΠ μπορεί να γράψει κάτι καλό όπως στο “Το πέρασμα”:

Εδώ η σιωπή του ανέμου / το φως σιωπή του μεσημεριού / κι η ανάσα της θάλασσας σιωπή / στα χαλίκια η ανάσα του κόσμου.

Το ξανασυναντώ στο 5ο από τις “Παραλλαγές σε νεκρικό πορτραίτο” (Αιγυπτιακά φαγιούμ, υποθέτω) στη συλλογή Ως εν Κατόπτρω (2004 εκδ Γαβριηλίδης).

Στο βελούδο του βλέμματος, σκοτεινό / στο ανατρίχιασμα σχεδόν του προσώπου / σαν επιθυμία που διαρκεί, κάτι / από την κίνηση καθώς απλώνεται του χεριού / τα δάκτυλα το δέρμα ακουμπώντας…

Ξεκινάς ευχάριστα με την παρήχηση β – λ – και σχεδόν νιώθεις το ανατρίχιασμα. Η δε σύνταξη είναι ντελικάτη καθώς το “σκοτεινό” μπορεί να διαβαστεί και με το βελούδο και με το “ανατρίχιασμα” (που θυμίζει την 4η στροφή στο Ερωτικός Λόγος του Σεφέρη “Ω σκοτεινό ανατρίχιασμα στη ρίζα και στα φύλλα” και το “ανατρίχιασμα του Σικελιανού στο Αλαφροΐσκιωτος) και με το “κάτι” στην τρίτη γραμμή. Και το “κάτι” πάει και με την “επιθυμία” ενώ ανήκει στην “κίνηση” της επόμενης γραμμής.

Εδώ όμως ο ΑΠ παρουσιάζει νέο ελάττωμα, μια παράξενη μανιέρα με την οποία αφήνει την πρόταση ασυμπλήρωτη (και το νόημα) π.χ.:

Κι η ψυχή στα – / Να κρατηθεί από – / Αδύνατον. (σ 13)

Δεν πρέπει να ’ταν πάνω από – / Στα χείλια μια κίνηση… (σ 14)

Δάχτυλα στο υγρό δέρμα / χείλια που ήθελαν μόνο να – (σ 18)

Μια μπούκλα στην άκρη λυτή μόλις να – / Λευκό και κίτρινη ώχρα… (σ 21)

3. Με τον ΑΠ γνωριζόμαστε πολύ καλά εδώ και χρόνια. Έχω σχολιάσει πολλά από τα κείμενά του πριν πάνε στο τυπογραφείο χωρίς ποτέ να προτείνω αλλαγή στο ύφος του (που αλλάζει συχνά).

De gustibus non est disputandum: δεν διαφιλονικούμε περί γούστου. Ο ΑΠ τείνει ολόκαρδα προς τη σκοτεινότητα, αλλά νομίζω πως συχνά αυτή επέρχεται μάλλον από θολούρα σκέψης και συναισθήματος. Παίρνω παραδείγματα από την 3η συλλογή Από το βιβλίο της Άμμου (2005, Τυπωθήτω, Αθήνα).

καθώς ο έρωτας καταμεσήμερος – / και ψίθυροι και γελάκια και – // Στο φως / τη μαγεία ψάχνοντας το νόημα. (σ 12)

Εδώ βλέπουμε τις ασυμπλήρωτες φράσεις, τη μετοχή πάλι και την πλήρη μετατόπιση στο λακωνικό ύφος του τελευταίου στίχου.

Ανάσα βαθιά του ωκεανού. // Με όλα τα μάτια του κορμιού ανοιχτά.

Είναι ολόκληρο το 15 κομμάτι (σ 25). Εδώ “όλα τα μάτια” (γιατί μόνο του κορμιού;) υπονοούν, υποθέτω, τις αισθήσεις και αντικαθιστούν τους “πόρους”. Όμως αφού εστιάζεται στην “ανάσα”, τα μάτια είναι ακατάλληλα: θα έπρεπε να έχουμε ακοή, αφή και ίσως όσφρηση.

Στη σ 32, το 22ο έχει πάλι δήλωση που δεν πείθει:

Το νιώθεις και συ που – / κάποτε καθαρά, αναγνώστη / αδελφέ μου, εαυτέ μου.

Ο “αναγνώστης… αδελφός, εαυτός” θυμίζει Έλιοτ και Μποντλέρ μα δεν προκύπτει από τα συμφραζόμενα. Επιβάλλεται.

Από την άλλη, σύγχυση επικρατεί στο 19ο (σ 29):

…και τότε // πνιγμένη στο αίμα /

μαυριτανή ιέρεια των αισθήσεων // παντάνασσα σελήνη.

Ναι, φαντάζομαι τη σελήνη να λάμπει “παντάνασσα” στη χρυσάργυρη φωτεινότητά της. Μα είναι “πνιγμένη στο αίμα” που υπονοεί κόκκινο αιμάτινο χρώμα. Αυτό συνδέεται με τους μαυριτανούς και τις σφαγές τους στην Ιβηρική χερσόνησο. Αλλά οι μαυριτανοί είναι μαυριδεροί! Μετά, πώς η σελήνη είναι “ιέρεια των αισθήσεων”;

Σκοτεινότητα και συγκινήσεις για να πείσουν χρειάζονται και Αντικειμενική Αντιστοιχία και τον επόπτη Λόγο!

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *