Π55: Α. Σούτσος, Γ. Ζαλοκώστας, Α. Ραγκαβής

Π55: Α. Σούτσος, Γ. Ζαλοκώστας, Α. Ραγκαβής

- in Ποίηση
0

1.    Ο Αλέξανδρος Σούτσος (1803-63), αδελφός του Παναγιώτη, έγραψε κυρίως σατιρικά και δευτερευόντως λυρικά, στη Δημοτική αλλά και στην Καθαρεύουσα, 1827, 1833 και 1850.

Γράφει για ένα αηδόνι τυφλό σε κλουβί και μιλάει το πουλί (4η στροφή):

Αν δεν ψάλλω και την λύπη κρατώ μέσα μου κρυφήν,
με θυμόν ο τύραννός μου με στερεί και την τροφήν·
τι να κάμω κι εγώ; ψάλλω, και με τ’ αναφιλητό
της ημέρας αγοράζω το πικρό μου φαγητό.
Σκλαβωμένο, τυφλωμένο, / κλαίω, κλαίω το καημένο.

Η τελευταία γραμμή επαναλαμβάνεται ως ρεφραίν για τέταρτη φορά. Τέτοια είναι η αντίληψη του Σούτσου περί ποίησης και λυρισμού (και της σκληρότητας του ανθρώπου). Δεν ακούει πως “ψαλμός” κι “αναφιλητό” δεν ταιριάζουν. Εντούτοις έχει το θράσος και την αλαζονεία να γράψει επίσης –
Ο Κάλβος και ο Σολωμός, ωδοποιοί μεγάλοι
κι οι δύο παραμέλησαν της γλώσσης μας τα κάλλη·
ιδέαι όμως πλούσιαι, πτωχά ενδεδυμέναι,
δεν είναι δι αιώνιον ζωή προορισμέναι.

Είχε απόλυτο δίκιο στο δεύτερο δίστιχο διότι αυτό ισχύει για τον ίδιο και την Καθαρεύουσά του. Ο Κάλβος επίσης έγραψε σε Καθαρεύουσα και στο πνεύμα του Σούτσου (όπως αυτό φαίνεται καλύτερα στο “επικό” Τουρκομάχος Ελλάς 1850) και διαβάζεται πολύ περισσότερο.

Αργότερα και ο Βαλαωρίτης θα επικρίνει τον Σολωμό. Η απλή αλήθεια είναι πως κανείς τους δεν είχε το έμφυτο ταλέντο του Εθνικού Ποιητή μας.

2.    Ο Γ. Ζαλοκώστας (1805-1858) έγραψε διάφορα σε διαφορετικές εποχές αλλά όλα δημοσιεύθηκαν με τα Άπαντα το 1859 και Β΄ έκδοση το 1873.
Μια βοσκοπούλα αγάπησα μια ζηλεμένη κόρη, /
και την αγάπησα πολύ·/ ήμουν αλάλητο πουλί / δέκα χρονών αγόρι…

Δικαίως αυτό το ποιηματάκι με την απλότητά του έγινε πασίγνωστο. Έγραψε κι άλλα τέτοια μα και πολλά σε Καθαρεύουσα. Η 6η στροφή από το β΄ μέρος από “Το χάνι της Γραβιάς”:
Περιίπτατ’ εκεί πολυαίμων / εν νεφέλαις καπνού και πυρός,
με το βλέμμα δριμύ, φοβερός / του ολέθρου ο δαίμων.

Η προσωποποίηση του δαίμονος είναι ευπρόσδεκτη, μα ξενίζει “το βλέμμα δριμύ” διότι συγκεκριμενοποιεί μια οντότητα που είναι αόριστη, γενική. Πιο ικανοποιητικό το τετράστιχο από το “Η χαροκαμένη”:
Συμφοράς είχε σπόρο ριμένο / ένα χέρι κρυφό στη χαρά μας,
το αγγελούδι εμαράθη μπροστά μας / μιας στιγμής λουλουδάκι ανθισμένο.

Το αγγελούδι που μαραίνεται είναι αρχικά ενοχλητικό μα γίνεται αποδεκτό με την επόμενη γραμμή που δίνει το “μας στιγμής λουλουδάκι”.

Όπως σχεδόν όλοι οι θεωρούμενοι ποιητές μας, κι ο Ζαλοκώστας δεν φαίνεται ικανός να διατηρήσει για πολύ την πραγματική ποιητική τέχνη με την Αντικειμενική Αντιστοιχία ως σπονδυλική στήλη της. Το “Εις το φεγγάρι”, όπου πενθεί το νεκρό παιδί του, έχει μια ωραία 3η στροφή, μα οι άλλες όχι τόσο καλές:
Φεγγάρι! στο βασίλειό σου μη κατοικούν αγγέλοι
και ο άγγελός μου κατοικεί; / Μη, φίλημα πικρό από κει / την λάμψη σου μου στέλλει;

Γραμμένο στην ίδια μορφή, και το “Η αναχώρησίς της” έχει πολλά καλά στοιχεία μα και τα ελαττώματα του ρομαντισμού της εποχής: ένα κύμα λέει για την αγαπημένη που έφυγε στα ξένα:
Εγώ τα πρωτοδέχτηκα τ’ αφράτα της τα κάλλη,
μου είπε ένα κύμα, και γι’ αυτό
με πόθο και με γογγυτό / φιλώ το περιγιάλι.

Το “πρωτοδέχτηκα” είναι σαν να λέει πως η γυναίκα πνίγηκε και την ίδια εντύπωση δίνουν οι δύο τελευταίες γραμμές. Μα η επόμενη στροφή λέει καθαρά πως η καλή έφυγε στα ξένα.

3.     Ο Α. Ρ. Ραγκαβής (1809-92) δημοσίευσε συλλογές 1831, 1837 και 1874. Στα ύστερα χρόνια του υιοθέτησε κι αυτός την αρχαϊζουσα γλώσσα. Παίρνω μια στροφή από το “Αναχώρησις” (1837), στο οποίο η αγαπημένη του αποχωρεί με πλοίο:
Γιατί δεν είμαι άνεμος να πνέω στα πανιά σου,
να παίζω στα μαλλιά σου, / μαζί σου ν’ αρμενίζω;
Γιατί δεν είμαι θάλασσα τριγύρω σου να πλέω,
στο πλάγι σου να κλαίω, / να νυχτομουρμουρίζω;

Το πρώτο δίστιχο μεταδίνει ένα ειλικρινές αίσθημα με ερώτηση. Αλλά το δεύτερο είναι σκέτη ρομαντική σαχλαμάρα. Τι το χρειάζεται η  γυναίκα το κλάμα και το νυκτομουρμούρισμα; Καλά έκανε και τον παράτησε.

Οι συνθέσεις του στην Καθαρεύουσα δεν είναι καθόλου καλύτερες. Παίρνω την 5η στροφή από το “Εκείνη” του 1874, όπου βλέποντάς την ένιωσε να μεταμορφώνεται ο ίδιος και ο κόσμος ολόγυρα (10 στροφές)!
Ήτον ότε την πλάσιν μελών κακοφώνων,
κρωγμών μίσους και έριδος ήκουον πλήρη.
Ως δ’ εκείνη τα χείλη διέστειλε μόνον,
μουσικών η ψυχή μου εμέθυε τόνων,
αρμονίας το παν επλημμύρει.

Δεν είναι κακό η υπερβολή στην ποίηση. Συχνά δίνει ομορφιά και ζωντάνια. Μα εδώ, έχουμε χοντροκομμένη προσποίηση αφού όλη η κακοφωνία του κόσμου μετετράπει σε αρμονία απλώς και μόνο που “εκείνη” διεύρυνε τα χείλη της! Ας την άφηνε να πει μια λέξη τουλάχιστον!

Κανείς από αυτούς δεν κατορθώνει να μας δώσει ένα γνήσιο ποίημα, αν και ξεχωρίζει κάπως ο Ζαλοκώστας.

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *