Άγγελος Στάγκος
Το 2020 ανήκει σίγουρα στις πολύ «κακές» χρονιές στο πλαίσιο του προσδοκώμενου βίου του μέσου ανθρώπου. Δεν συγκρίνεται βέβαια με περιόδους πολέμου, ξένης κατοχής και δικτατορία, ούτε με χρόνια απερίγραπτης και εκτεταμένης φτώχειας, όμως για όσους θυμούνται τον εαυτό τους μετά τη θυελλώδη δεκαετία του ’40 στον 20ό αιώνα, τέτοια μίζερη, απειλητική και κακορίζικη χρονιά δεν υπήρξε. Το δυστύχημα είναι ότι με τα ίδια χαρακτηριστικά μπαίνει και η επόμενη, με τη διαφορά ότι κουβαλάει μαζί της την ελπίδα του εμβολίου για την αντιμετώπιση της πανδημίας που ταλανίζει την ανθρωπότητα, όχι όμως και ιδιαίτερες προσδοκίες για ενδεχόμενη αλλαγή στην τουρκική πολιτική των προκλήσεων. Ο Ερντογάν είναι συνυφασμένος με αυτή την πολιτική και μαζί του ολόκληρο το τουρκικό κράτος. Οσο για την οικονομία, η πορεία της θα εξαρτηθεί από την πανδημία κυρίως, αλλά και από τα βάρη που προσθέτει η ανάγκη αντιμετώπισης των τουρκικών προκλήσεων…
Σε αυτό το σκηνικό είναι δύσκολο να γίνει πολιτική αποτίμηση της κατάστασης που επικρατεί στο εσωτερικό της χώρας. Όχι γιατί το τοπίο είναι θολό, κάθε άλλο. Υπάρχει απόλυτη ευκρίνεια, καθώς ο πρωθυπουργός και η κυβέρνηση εξακολουθούν να κυριαρχούν στο εκλογικό σώμα, παρά τις αδυναμίες και τη φθορά που έχουν αρχίσει να διακρίνονται, και από την άλλη πλευρά δεν διαφαίνεται προοπτική σοβαρής ανάκαμψης στα κόμματα της αντιπολίτευσης. Περιλαμβανομένου του ΣΥΡΙΖΑ που ως το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης θα ανέμενε κανείς κανονικά ότι θα αποτελούσε το «αντίπαλο δέος» με σοβαρές πιθανότητες ανάληψης της εξουσίας. Τουλάχιστον τώρα δεν συμβαίνει κάτι τέτοιο και αποδεικνύεται συνεχώς από τα ευρήματα των δημοσκοπήσεων. Η δυσκολία της πολιτικής αποτίμησης του 2020 έγκειται λοιπόν μόνο στη διατύπωση υποθέσεων περί του τι θα μπορούσε να επηρεάσει το σημερινό σκηνικό, αν η χρονιά ήταν στοιχειωδώς ομαλή.
Όλες σχεδόν οι δημοσκοπήσεις αποτυπώνουν μία Νέα Δημοκρατία να περιφέρεται γύρω από το 40% και έναν ΣΥΡΙΖΑ να αγκομαχά για να φτάσει το 25% και να μην μπορεί.
Άγνωστο πόσο πιστεύουν τις δημοσκοπήσεις, που δεν παραγγέλλουν οι ίδιοι στην Κουμουνδούρου, ή αν παραμένουν «κολλημένοι» στις δικές τους, όπως πριν από τις εκλογές του 2019, αλλά αυτή είναι η εικόνα και συμβαδίζει με την αίσθηση που επικρατεί μεταξύ των ανεξάρτητων παρατηρητών και αναλυτών. Προς το παρόν δεν υπάρχει καμία ένδειξη ότι ισχύει κάτι άλλο, που δεν έχει βγει ακόμη στην επιφάνεια, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι πρόκειται για παγιωμένη και αναλλοίωτη πραγματικότητα στον αιώνα τον άπαντα. Δεν υπάρχουν ενδείξεις ότι η ελληνική κοινωνία «βράζει» σήμερα και όπου να ’ναι, στο βραχυπρόθεσμο μέλλον, θα ξεσπάσει και θα ανατρέψει τα πράγματα.
Εκείνο όμως που είναι ορατό αφορά ειδικά τον ΣΥΡΙΖΑ υπό τη σημερινή του ηγεσία και στελέχωση, καθώς γίνεται αντιληπτό ότι δεν εισπράττει τίποτα από την όποια φθορά της κυβέρνησης και πρέπει να γίνουν μεγάλες αναταράξεις μέσα στην κοινωνία για να επωφεληθεί. Όχι γιατί μπορεί να προσφέρει ελπίδες, αλλά μόνον ως υποδοχέας γενικευμένης ακραίας απόγνωσης. Μέχρι να δημιουργηθεί –αν δημιουργηθεί– μία τέτοια κατάσταση, ο Αλ. Τσίπρας «ομιλεί μη ακουόμενος», τα δε στελέχη και οι βουλευτές του στο σύνολό τους δεν πείθουν ότι διαθέτουν τις απαραίτητες γνώσεις για να διευθύνουν ή να αναβαθμίσουν τη χώρα σε περίπλοκους καιρούς που αφήνουν ελάχιστα περιθώρια προσαρμογής στις πολιτικές, κοινωνικές και τεχνολογικές εξελίξεις. Λογικά, οι προσπάθειές τους θα έπρεπε να στοχεύουν στην προσέλκυση ενός κρίσιμου ποσοστού ψηφοφόρων, πέραν του δικού τους 20%-25%, που θα τους επιτρέπει να διεκδικούν την εξουσία, αλλά κάτι τέτοιο φαντάζει αδύνατον. Γενικά δεν ξέρουν τι λένε μέσα και έξω από τη Βουλή, έχουν επανέλθει στην άσκηση αντιπολίτευσης ακραίου λαϊκισμού και είναι εγκλωβισμένοι αφενός στο DNA τους που δεν τους αφήνει να γίνουν «διαφορετικοί» και αφετέρου στη νωπή ακόμη μνήμη της απερίγραπτης θητείας τους στην εξουσία. Το διατρανώνουν με τις καθημερινές επιδόσεις τους στον δημόσιο διάλογο επί παντός σχεδόν θέματος, και όλα ξεκινούν από την κορυφή βέβαια.
Δυστυχώς, τα άλλα κόμματα της αντιπολίτευσης δεν έχουν επίσης να προσφέρουν πολλά πράγματα και ιδιαίτερα το ΚΙΝΑΛ, που ούτε λάμψη έχει ούτε εκπέμπει τίποτα το ελκυστικό. Θα μπορούσε κάποιος να υποστηρίξει ότι και η κοινή γνώμη δεν δείχνει να διψά για κάτι άλλο. Γι’ αυτό ίσως και φαίνεται ικανοποιημένη (μετά ολίγης γκρίνιας) με το σημερινό πολιτικό σκηνικό!
Πηγή: Καθημερινή
– – –
Όλα τα σχόλια των αναγνωστών είναι ευπρόσδεκτα, εφόσον δεν χρησιμοποιούν προσβλητικούς ή υβριστικούς χαρακτηρισμούς. Επίσης σχόλια στα οποία έχει επιλεγεί η “Υποβολή ως Ανώνυμος/η – Unknown” δεν θα δημοσιεύονται. Μπορείτε να επιλέξετε να υποβάλετε ένα σχόλιο είτε με το προφίλ σας στο Google (1η επιλογή), είτε το όνομά σας ή κάποιο ψευδώνυμο (2η επιλογή: “Όνομα/URL“), συμπληρώνοντας μόνο το πεδίο “Όνομα” (όνομα ή ψευδώνυμο της αρεσκείας σας). Όλα τα σχόλια πριν τη δημοσίευσή τους πρέπει να εγκριθούν από τον Διαχειριστή (comment moderation), γι αυτό πιθανόν να υπάρξει μια μικρή καθυστέρηση.