Κωνσταντίνος Χαροκόπος
Σύνορα. Τείχη. Προστατευτισμοί. Επιδοτήσεις. Αυτές οι τέσσερις λέξεις συναντώνται σε σχεδόν όλη την αρθρογραφία των ημερών. Η βούληση για ανέγερση συνόρων και τειχών ανάμεσα στις οικονομίες, μαζί με την ταχύτατη υιοθέτηση πολιτικών προστατευτισμού και επιδοτήσεων, έρχεται να διαδεχθεί με βίαιο τρόπο, όλα όσα παρακολουθούσαμε εδώ και χρόνια στο διεθνή οικονομικό στίβο.
Η πανδημία που δεν τιθασεύεται και ο πόλεμος που δεν αποκλιμακώνεται, έχουν εγείρει μια σειρά από φόβους σχετικά με την επαρκή προσφορά φυσικών πόρων και βιομηχανικών πρώτων υλών, αγροτικών προϊόντων και τροφίμων, ημιαγωγών και μπαταριών, καταναλωτικών προϊόντων και υπηρεσιών.
Η απάντηση σε αυτούς τους φόβους δίνεται μέσα από μέτρα, όπως είναι το πλαφόν τις τιμές, η απαγόρευση των εξαγωγών, η απαγόρευση των εισαγωγών, η απαγόρευση των συναλλαγών, η προστασία των εγχώριων οικονομιών, η επιδότηση προϊόντων και υπηρεσιών και άλλα. Ποιο είναι το κοινό χαρακτηριστικό τους; Η ανελευθερία. Και ως γνωστό, η ανελευθερία στην οικονομία, αποτελεί τον μεγαλύτερο κίνδυνο σε μια κοινωνία.
Κάθε ανθρώπινη δραστηριότητα, χρειάζεται ένα κίνητρο. Και το κίνητρο στην οικονομική δραστηριότητα είναι το κέρδος. Όταν απουσιάζει το κίνητρο, το οποίο αντικαθίσταται από ένα «μέτρο» εξωγενές προς την οικονομική ελευθερία, τότε υπάρχει πρόβλημα. Και το πρόβλημα αυτό, μπορεί στην παρούσα φάση να μην είναι ορατό, διότι εν μέσω κρίσεων, η προσοχή των κυβερνήσεων πέφτει πάνω στην διατήρηση της «κοινωνικής ειρήνης» και της «κοινωνικής συνοχής», ωστόσο σε μακροχρόνιο ορίζοντα, η αντικατάσταση των προσωπικών κινήτρων, με κρατικές παρεμβάσεις και πολιτικές ρυθμίσεις, δημιουργεί μια σειρά από παρενέργειες.
Ο πακτωλός των χρημάτων που διοχετεύτηκαν κατά την περίοδο της έξαρσης της πανδημίας σε παγκόσμιο επίπεδο είναι της τάξης των $24 τρισ. Και ενώ στην πραγματικότητα αυτά τα χρήματα αποτελούν κρατικά δάνεια και χρέη, παρουσιάζονται στους πολίτες σαν «στηρίξεις» και σαν «επιδοτήσεις». Αν ρωτήσουμε τη γνώμη των πολιτών στη χώρα μας, για τις επιστρεπτέες προκαταβολές που μεταμορφώθηκαν σε μη επιστρεπτέες, αφού μετατράπηκαν σε τραπεζικές καταθέσεις, θα εισπράξουμε την απάντηση ότι αυτά τα χρήματα δόθηκαν δικαίως για να στηριχθεί η οικονομία και οι θέσεις απασχόλησης. Ωστόσο, αυτά τα δυο χρόνια, δομήθηκε η σκέψη της αντικατάστασης της ενεργητικής προσπάθειας, από την αδρανή στήριξη.
Οι κυβερνητικές επιδοματικές λύσεις σε όλον τον κόσμο, κινδυνεύουν να μετατραπούν σε ένα υποκατάστατο δράσης. Παράλληλα η προσωρινή διατάραξη του ελεύθερου παγκόσμιου εμπορίου, η υιοθέτηση εμπορικών δασμών ήδη από την εποχή του Προέδρου Τραμπ, η ανάδυση όλων των «αντισυστημικών, αντικαπιταλιστικών θεωριών», συμβάλουν στην εδραίωση μιας κλειστής θεώρησης των πραγμάτων, με τη λογική των μικρών κοινωνιών, των περίκλειστων αγορών και των κρατικά ελεγχόμενων οικονομιών.
Μα δεν είναι απαραίτητες και αναγκαίες οι πολιτικές που ακολουθούνται; Δεν πρέπει να υπάρχει προστασία των πολιτών απέναντι στην κρίση; Ναι, αλλά ως ένα όριο. Στο χθεσινό του άρθρο ο Θανάσης Μαυρίδης έγραφε ότι τα επιδόματα προκαλούν εθισμό. Προσωπικά πιστεύω ότι τα πράγματα είναι πολύ χειρότερα. Διότι ο εθισμός θεραπεύεται όταν παύσει η χορήγηση των παραισθησιογόνων επιδομάτων. Η μετάλλαξη του τρόπου σκέψης, από τον διάχυτο προστατευτισμός και τα αφειδώς χορηγούμενα επιδόματα αλλάζουν τον τρόπο που σκεφτόμαστε και ειδικά τον τρόπο που σκέφτονται οι νέες γενιές, που μεγαλώνουν μέσα σε αυτό το περιβάλλον της «κρατικής αγκαλιάς και φροντίδας».
Πηγή: Liberal