Άγγελος Στάγκος
Ενόψει Χριστουγέννων και κοντά στην ολοκλήρωση του σωτηρίου έτους 2019, η αίσθηση είναι ότι διάφορες διαπιστώσεις που διαχρονικά χαρακτηρίζουν την «ελληνική πραγματικότητα» συνεχίζουν να ισχύουν, στον ένα ή τον άλλο βαθμό έστω. Η Ελλάδα παραμένει «μη κυβερνήσιμη χώρα», η άποψη ότι η Ελλάδα είναι χώρα «στρεβλώσεων, ρυθμίσεων και εξαιρέσεων» ίσως συνάδει και εξηγεί το γιατί, η εκτίμηση ότι «η Ελλάδα δεν είναι κράτος, είναι ιδέα» δεν απέχει πολύ από την πραγματικότητα, ο ισχυρισμός ότι «την Ελλάδα αν την αποστειρώσεις, θα πεθάνει» εξακολουθεί να κυριαρχεί στην κουλτούρα και στην πρακτική ενός πολύ μεγάλου ποσοστού των Ελλήνων πολιτών. Κάπως έτσι άλλωστε διαμορφώνεται η καθημερινότητα…
Με την έννοια αυτή, κανείς δεν μπορεί να καταλήξει σε βέβαια συμπεράσματα για την πραγματικότητα της ελληνικής οικονομίας, ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά την ανέχεια ή την ευρωστία διαφόρων στρωμάτων του πληθυσμού. Η μόνη αλήθεια είναι ότι η μεσαία τάξη στη χώρα μοιάζει με ακορντεόν και μπορεί να περιλαμβάνει από μία στενή φέτα ώς το σύνολο σχεδόν των φορολογουμένων και μη. Και πώς να μην είναι έτσι, όταν η μαύρη οικονομία αντιστοιχεί στο 30,6% της επίσημης, το 20% περίπου των φορολογουμένων πληρώνει το 80 – 90% των συνολικών εσόδων από τον φόρο εισοδήματος φυσικών προσώπων, ένας τεράστιος αριθμός πολιτών απαλλάσσεται με τον έναν ή τον άλλο τρόπο από κάθε είδους φορολόγηση και ταυτόχρονα η φοροδιαφυγή βασιλεύει.
Ολα αυτά αποδεικνύονται από τις συναλλαγές της καθημερινής δραστηριότητας, ιδιαίτερα με επαγγελματίες που προσφέρουν υπηρεσίες στα αστικά κέντρα. Δηλαδή με γιατρούς, δικηγόρους, εστιάτορες, υδραυλικούς, ηλεκτρολόγους, λογιστές, μηχανικούς αυτοκινήτων, παρκαδόρους και ένα σωρό άλλους. Για να μην αναφερθούμε και στον αγροτικό τομέα όπου γίνεται άλλο πάρτι. Αρα, πώς είναι δυνατόν να υπολογιστεί ο πραγματικός αριθμός των ανέργων, εκείνων που αληθινά βρίσκονται κάτω από το όριο της φτώχειας και επομένως δικαιούνται τη μέριμνα της πολιτείας, είτε με τη μορφή επιδομάτων και βοηθημάτων, είτε με τη μορφή απαλλαγών από βάρη.
Ολα λοιπόν είναι στο περίπου. Οι επίσημοι αριθμοί δεν συμφωνούν ούτε με την τόση κίνηση ενεργών φυσιολογικά ανθρώπων κατά τη διάρκεια του ωραρίου εργασίας, ούτε με το τεράστιο πλήθος των οχημάτων που βραχυκυκλώνονται όλες τις ώρες στους δρόμους των αστικών κέντρων. Από την άλλη πλευρά, είναι συχνότατο το φαινόμενο εκείνων που βγάζουν ακατάπαυστα κραυγές απελπισίας και έχουν ακούραστα το χέρι απλωμένο, ενώ ο τρόπος ζωής τους δεν δικαιολογεί τέτοια συμπεριφορά. Προφανώς, εκείνα τα τεκμήρια διαβίωσης έχουν μαραζώσει από τις επιθέσεις που δέχονται χρόνια τώρα από πολιτικούς, εκπροσώπους τάξεων και συντεχνιών, αλλά και από δημοσιογράφους…
Στο μεταξύ, παρατηρείται και το παράδοξο ότι ενώ τα επίσημα στοιχεία δείχνουν θηριώδη ανεργία γενικά και ακόμη μεγαλύτερη στους νέους, δεν υπάρχει προσφορά εργασίας σε διάφορους τομείς, ούτε όταν υπάρχουν εποχιακές ανάγκες, ας πούμε στη γεωργία. Βολεύονται με τα επιδόματα, φροντίζουν οι γονείς, επικρατεί πια πλήρως η νοοτροπία της φραπεδιάς και του κινητού, ποιος ξέρει; Παράλληλα, έρχονται διάφορες εταιρείες και παραπονιούνται ότι δεν βρίσκουν στην ελληνική αγορά άτομα με τις δεξιότητες που αυτές έχουν ανάγκη, αλλά δεν κάνουν οι ίδιες καμία προσπάθεια να προσελκύσουν με καλύτερες αμοιβές και συνθήκες απασχόλησης στελέχη από τους τόσους Ελληνες που έχουν καταφύγει στο εξωτερικό.
Είναι φανερό ότι και η σημερινή κυβέρνηση δεν δείχνει καμία βούληση να ξεδιαλύνει αυτό το συνονθύλευμα αισθήσεων και παραισθήσεων, επίσημων αριθμών που συγκρούονται με την πραγματική εικόνα και αντιφατικών συμπεριφορών. Το δείχνει η πρωτοβουλία της να προσελκύσει Ελληνες από το εξωτερικό προσφέροντας κίνητρα με μία επιδοματική κίνηση προς τις επιχειρήσεις που υποτίθεται ότι δεν βρίσκουν τους ειδικούς που χρειάζονται. Κρατικοποιώντας ουσιαστικά και με ακατάληπτη λογική την έννοια της ιδιωτικής πρωτοβουλίας και επιχειρηματικότητας. Ενδεχομένως, όμως, και να μην είναι τόσο ακατάληπτη αυτή η κίνηση και η λογική της, αφού και η σημερινή κυβέρνηση συνεχίζει απτόητη και με συνέπεια πολιτική επιδομάτων, διευκολύνσεων, ρυθμίσεων. Αίσθηση, ή παραίσθηση άραγε, καθώς η χώρα βαδίζει με αρειμάνιο βήμα συνταξιούχου στον δρόμο της υπογεννητικότητας, βλέποντας οράματα κανονικότητας και επενδύσεων και αψηφώντας τις τουρκικές απειλές;
Πηγή: Καθημερινή