Μιχάλης Τσιντσίνης
Εχει ξανασυμβεί. Οι υπουργοί δεν συμφωνούν με τη νομοθετική πρωτοβουλία που αναλαμβάνουν. Συμβαίνει και με τα τρία κυβερνητικά στελέχη –Θεοδωρικάκος, Γεραπετρίτης, Λιβάνιος– που ασχολήθηκαν αρμοδίως με την ψήφο των εκτός επικρατείας εκλογέων: Ολοι τους ομολογούν ότι η ρύθμιση που θα εισηγηθούν στη Βουλή είναι δειλή. Αλλο ήθελαν. Αλλο θα θεσπίσουν.
Η κυβέρνηση διατείνεται ότι είχε να διαλέξει ανάμεσα στο λίγο και στο τίποτε.
Η συζήτηση θα τελείωνε εκεί. Θα τελείωνε, αν η πλειοψηφία δεν σκόπευε κιόλας να αλλάξει το Σύνταγμα προκειμένου να μπορεί να ισχύσει ο συμβιβασμός.
Χωρίς να κρίνει κανείς τους πολυσυζητημένους όρους του συμβιβασμού, τι σημαίνει αυτή η πρόθεση αναθεώρησης; Πρώτον, ότι η ίδια η κυβέρνηση αναγνωρίζει ότι η λύση την οποία συνομολόγησε, εκτός από ελλιπής, είναι και αντισυνταγματική. Και, δεύτερον, ότι, αντί να προσαρμόσει τον συμβιβασμό στο Σύνταγμα, επιλέγει να προσαρμόσει το Σύνταγμα στον συμβιβασμό. Επιλέγει να σφηνώσει στον καταστατικό χάρτη το προϊόν μιας συγκυριακής διαβούλευσης, το οποίο η ίδια βρίσκει χωλό.
Ακόμη κι αν δεν λάβει κανείς υπ’ όψιν τα επιχειρήματα για τη νομιμότητα μιας τέτοιας παρέμβασης –ακόμη κι αν βαριέται τα νομικά–, δεν μπορεί να αγνοήσει την αντίφαση: Επιχειρείται η «συνταγματική διευκόλυνση» μιας ρύθμισης που οι ίδιοι οι επισπεύδοντες εύχονται να αλλάξει στην επόμενη Βουλή.
Δεν είναι, βέβαια, η μόνη αντίφαση. Ο Θεοδωρικάκος, ας πούμε, δεν διστάζει να εξαγγείλει, χωρίς να αστειεύεται, ότι «θα απαλλάξουμε τη διαδικασία από κάθε γραφειοκρατικό εμπόδιο που θα αποθάρρυνε τους πολίτες». Τους υπόσχεται να ελαφρύνει τα αποθαρρυντικά εμπόδια που ετοιμάζεται να τους επιβάλει.
Οι υπουργοί αναζητούν τις τελευταίες ημέρες ελαφρυντικό στη συναίνεση των 200 βουλευτών που απαιτεί το Σύνταγμα, καταγγέλλοντάς τη ως θεσμική κακοτεχνία. «Δεν φταίει ο υπουργός που μπήκε στην πολιτική πριν από ένα χρόνο», λέει ο υπουργός Εσωτερικών για τον εαυτό του. Φταίει προφανώς το παλιό ΠΑΣΟΚ και η παλιά Ν.Δ., που, όπως έλεγε το σλόγκαν, «μας έφεραν ώς εδώ».
Η συναίνεση, όμως; Δεν είναι από μόνη της επιτυχία; Η κυβερνητική απάντηση είναι «ναι», για πολλούς λόγους:
Οχι μόνο απομονώθηκε ο ΣΥΡΙΖΑ και εξουδετερώθηκε η αντιδημοκρατική του φόρμουλα· όχι μόνο το πολιτικό σύστημα αποδεικνύει ότι μπορεί στα θεσμικά να συνεννοηθεί· προβάλλει κιόλας η κυ-βερνώσα Νέα Δημοκρατία ως κεντρώα δύναμη που καθιστά εφικτές τέτοιες συναινέσεις.
Πρόκειται για μια μάλλον μηχανική αντίληψη του πολιτικού Κέντρου: το Κέντρο σαν νεροχύτης όπου μπορούν μοιραία να συμπέσουν όλα τα ρεύματα. Το Κέντρο ως άλλοθι για να δίνονται σε μεγάλες προκλήσεις μικρές απαντήσεις.
Πηγή: Καθημερινή