Λευτέρης Χαραλαμπόπουλος
O Νίκος Παππάς για χρόνια είχε εξουσία εντός του ΣΥΡΙΖΑ γιατί ήταν ο έμπιστος του Αλέξη Τσίπρα.
Γιατί μέσα στο κόμμα μικρό κύρος είχε.
Δεν είχε πρωταγωνιστήσει σε αγώνες, δεν έχει ιδιαίτερη πολιτική σκέψη ή συγκρότηση και στα εσωκομματικά ήταν αντιπαθής.
Όμως, ο Τσίπρας ήθελε κάποιον δίπλα του που να μη φοβάται να «λερώσει τα χέρια του» και ταυτόχρονα, για λόγους που ίσως κάποτε μάθουμε, τον εμπιστευόταν.
Όμως, για το κόμμα ήταν πάντα ως ένα βαθμό «ξένο σώμα».
Όμως, είχε εξουσία: γιατί μπορούσε να ελέγχει το «γραφείο προέδρου» αρχικά και μετά το 2015 να έχει κρίσιμες αρμοδιότητες σε χώρους όπως τα ΜΜΕ ή οι σχέσεις με επιχειρηματίες και «επενδυτές».
Τώρα σιγά σιγά βγαίνουν στο φως στοιχεία για το τι έκαναν οι συνεργάτες του όπως ο Πετσίτης.
Στοιχεία που αποδεικνύουν ότι και στον ΣΥΡΙΖΑ έμαθαν τα κόλπα των «συστημικών κομμάτων» με τους «ταμίες» και τις διαδρομές των «χορηγιών».
Μόνο που έτσι δεν γκρεμίζεται μόνο ο μύθος του «ηθικού πλεονεκτήματος».
Ταυτόχρονα «σβήνει και το άστρο» του Νίκου Παππά.
Εκτός όλων των άλλων, και γιατί πάρα πολλοί μέσα στον ΣΥΡΙΖΑ του «τα έχουν μαζεμένα».
Γιατί η υπεροψία και ο κυνισμός είναι γραμμάτια που κάποτε ξεπληρώνονται.
Και μέχρι τώρα ο Παππάς ήταν τυχερός. Γιατί από την κουλτούρα της αριστεράς ένα πράγματα έχουν κρατήσει στον ΣΥΡΙΖΑ: την αρχή «τα εν οίκω μη εν δήμω».
Σε οποιοδήποε άλλο «αστικό» κόμμα, θα τον είχαν κρεμάσει στα μανταλάκια. Εδώ εισπράττει «αλληλεγγύη» και κομματική σιωπή.
Ως πότε όμως;
Γιατί κακά τα ψέματα, δεν είναι λίγοι εκείνοι που θέλουν να ξεμπερδεύουν και με τον Νίκο Παππά και με την πολιτική κουλτούρα που εκπροσωπεί.
Προς το παρόν σιωπούν, αλλά η σιωπή δεν είναι αιώνια.
Ιδίως μάλιστα όταν ο ίδιος ο Αλέξης Τσίπρας έχει αποδειχτεί πολύ καλός μαθητής των προκατόχων του στην πρωθυπουργία.
Και ξέρει ότι κάποιες φορές είναι προτιμότερο να θυσιάσεις έναν στενό συνεργάτη σου εάν είναι αυτή η θυσία να λειτουργήσει σαν δική σου προστασία.
Η πολιτική μας ιστορία είναι γεμάτη πιόνια που θυσιάστηκαν στην πολιτική σκακιέρα. Πάντα μπορεί να προστεθεί ένα ακόμη.
Πηγή: ΤΟ ΒΗΜΑ