Άγγελος Στάγκος
Οτι η χώρα πηγαίνει προς εκλογές σε ένα κλίμα εξαιρετικά νοσηρό, δεν συζητείται. Οτι αυτό συμβαίνει με κύρια ευθύνη της κυβέρνησης, καθώς αυτή το επιδιώκει και η ίδια βάζει την ατζέντα και οι αντίπαλοί της εξαναγκάζονται να ανταποκριθούν –όπως άλλωστε εκείνη επιδιώκει–, πάλι δεν συζητείται, και ας υποστηρίζουν το αντίθετο τα κυβερνητικά φερέφωνα. Γνωρίζουν πολύ καλά τι γίνεται και ποιος ευθύνεται, αφού το υπηρετούν. Εκείνο που χρήζει απάντησης, και αυτό θα το δείξουν οι κάλπες, είναι πόσο μεγάλο ποσοστό του σοφού λαού αντιλαμβάνεται και δυσφορεί για τη νοσηρότητα του κλίματος που επικρατεί. Οχι μόνο στην πολιτική, αλλά γενικότερα στην κοινωνική ζωή και στην καθημερινότητα.
Δυστυχώς, υπάρχει η εύλογη ανησυχία ότι δεν είναι πάρα πολλοί οι πολίτες που καταλαβαίνουν ή ενοχλούνται. Είτε επειδή δεν παρακολουθούν είτε γιατί δεν νοιάζονται, ίσως γιατί έχουν συνηθίσει να ζουν σε τέτοιο κλίμα στην καθημερινότητά τους, πιθανώς γιατί αποκτούν «άλλοθι» για δικές τους συμπεριφορές ή διότι ωφελούνται και βολεύονται με την όλη κατάσταση. Λυπηρό, αλλά έτσι είναι, και από την πρώτη στιγμή ο Αλ. Τσίπρας και οι δικοί του κεφαλαιοποίησαν σε αυτή την πραγματικότητα, θέλουν να τη διαιωνίσουν και αυτό κάνουν. Τα υπόλοιπα, περί γεφυρών, σοσιαλδημοκρατικών μεταλλάξεων και τα συναφή, είναι επιεικώς για… αφελείς ψυχές, εκτός βέβαια από τους πονηρούς, που τα χρησιμοποιούν για προσωπικό όφελος.
Τώρα, το νοσηρό κλίμα που με τόση επιμέλεια καλλιεργεί από καιρό η κυβέρνηση και συνεχίζει, αρχίζει και το εισπράττει η ίδια σε έναν βαθμό, τουλάχιστον θεωρητικά. Τις τελευταίες ημέρες στη Βουλή, τα πράματα και τα θάματα που γίνονται εκεί αποκαλύπτουν υποκριτικές δηλώσεις, επαίσχυντα ψέματα, δόλιες σκευωρίες και υπόγειες σχέσεις. Για παράδειγμα, ο Αλ. Τσίπρας υποσχέθηκε κάποτε ότι μόλις έφτανε στην εξουσία θα καταργούσε τον «άθλιο» νόμο περί ευθύνης υπουργών. Δεν το έκανε, συνέχισε να τον επικαλείται όποτε ήθελε να επιτεθεί κατά των πολιτικών αντιπάλων του, τους λοιδορούσε μαζί με τον συνεταίρο του Π. Καμμένο με κάθε ευκαιρία –με την έννοια ότι τον χρησιμοποιούσαν για να εξασφαλίζουν ασυλία από τη Βουλή με τη βοήθεια του Συντάγματος– και τώρα τον χρησιμοποιούν οι δικοί του χωρίς ντροπή.
Πέρα λοιπόν από την προστασία που πρόσφερε ο πρόεδρος της Βουλής Ν. Βούτσης στον Π. Καμμένο, μεταφέροντας στις ελληνικές καλένδες τη διαμάχη του με τον Ν. Κοτζιά για να μην αρθεί η ασυλία του, είδαμε την κυβερνητική πλειοψηφία να καλύπτει τον πρώην συνεταίρο του Αλ. Τσίπρα, μαζί βέβαια με τον δικό της Π. Πολάκη. Η αρμόδια επιτροπή χρησιμοποίησε τον «άθλιο» νόμο για να χαρακτηρίσει υποθέσεις που έγιναν κατά την άσκηση υπουργικών καθηκόντων κατηγορίες εναντίον των συγκεκριμένων δύο για συκοφαντία. Οπότε δικαιούται να αναρωτηθεί κανείς γιατί η κυβερνητική πλειοψηφία εξακολουθεί να προσφέρει θαλπωρή στον Π. Καμμένο ακόμη και μετά το «σποτάκι» των ΑΝΕΛ που παρουσιάζει τον πρωθυπουργό σαν σκυλάκι ξένων ηγετών. Και πώς εξηγείται αυτή η μεγαλοθυμία, όταν οι καταγγελίες του κατά Κοτζιά για τη συμφωνία των Πρεσπών ακουμπούν σαφώς και τον πρωθυπουργό; Μήπως υπάρχουν και άλλα που τους συνδέουν;
Φυσικά, η υπόθεση Novartis παραμένει το βασικότερο σύμπτωμα του νοσηρού κλίματος που καλλιεργεί η κυβέρνηση. Οι ενδείξεις ότι πρόκειται περί σκευωρίας σε βάρος των πολιτικών αντιπάλων της κυβέρνησης δυναμώνουν μέρα με τη μέρα, ενώ ο πρώην υπουργός Ν. Παρασκευόπουλος χαρακτηρίζει ως επίθεση κατά της Δικαιοσύνης τις καταγγελίες της αντιπολίτευσης. Oταν όμως ο πρώην πρόεδρος του ΣτΕ, Π. Πικραμμένος, μιλάει για φαρσοκωμωδία με κακό σενάριο που στήθηκε από πολιτικούς, προφανώς εννοεί ότι εμπλέκονται και δικαστικοί ως εκτελεστικά όργανα. Γιατί, άλλωστε, οι δικαστικοί να είναι υπεράνω κριτικής, αν η συμπεριφορά τους τη δικαιολογεί; Αφήστε που η δικαστικοποίηση της πολιτικής ζωής είναι αντικειμενικά νοσηρό σύμπτωμα και πήρε διαστάσεις το 1989.
Το χειρότερο είναι ότι το νοσηρό κλίμα που υπάρχει στην πολιτική αντικατοπτρίζεται στην κοινωνία και στην καθημερινότητα. Δεν αποκλείεται να συμβαίνει και το αντίστροφο. Σε πάρα πολλούς τομείς της κοινωνικής ζωής και της καθημερινότητας δεν λειτουργούν οι νόμοι και οι θεσμοί του κράτους. Γεγονός που εξηγεί γιατί η Ελλάδα έχει γίνει τόπος δράσης και καταφυγής ξένων κακοποιών, αλλά και ξεκαθαρίσματος λογαριασμών του διεθνούς υποκόσμου, μεταξύ άλλων.
Πηγή: Καθημερινή