Στέφανος Κασιμάτης
Η Τοπική Αυτοδιοίκηση ρήμαξε τα τελευταία χρόνια εξαιτίας των ηλίθιων αντιλήψεων που θέλουν, π.χ., τους αντιμνημονιακούς να μαζεύουν καλύτερα τα σκουπίδια από τους μνημονιακούς. Η Τοπική Αυτοδιοίκηση έχασε το ενδιαφέρον και το νόημά της ως πεδίο της πολιτικής, κατάντησε μια αδιάφορη φάρσα, όπου το ένα ξενέρωτο ασπόνδυλο διαδέχεται το άλλο, επειδή ακριβώς η πολιτικοποίηση του θεσμού έδωσε την προτεραιότητα στον τρόπο με τον οποίο γίνονται τα πράγματα, έναντι του επιδιωκόμενου αποτελέσματος. «Αντιμνημονιακή» θέλουμε τη διαχείριση των σκουπιδιών; Ε τότε, ας τα φάμε!
Ο Μπακογιάννης έχει μείνει μακριά από τέτοιες αναμετρήσεις. (Μέχρι τώρα – να το επαναλάβω, γιατί ακόμη είμαστε στα προκαταρκτικά της αρχής…) Φρόντισε, επίσης, να καλλιεργήσει τις σχέσεις του με πολιτικούς χώρους οι οποίοι δεν θα στήριζαν εύκολα έναν φιλελεύθερο και μάλιστα γόνο πολιτικής δυναστείας. Θυμίζω σχετικώς τον μελό αποχαιρετισμό που έγραψε, με αφορμή τον θάνατο κάποιου κομμουνιστή καπετάν τάδε, προ μερικών μηνών. Η δημοσιότητα που πήρε εκείνο το περιστατικό και η συζήτηση που ακολούθησε μπορεί μεν να ενόχλησαν –κατά τη γνώμη μου, δικαιολογημένα– τους δεξιούς ψηφοφόρους, αλλά ήταν ο καλύτερος τρόπος για να κερδίσει ο Μπακογιάννης την καλή προαίρεση των «χαλαρά αριστερών» απέναντί του. Με το εκλογικό σύστημα που πρόκειται να ισχύσει στις εκλογές και το κλίμα πόλωσης που προεξοφλείται, ο Μπακογιάννης έχει ανάγκη κάθε ψήφο και, επομένως, χρειάζεται να μπορεί να απευθυνθεί σε όλα τα ακροατήρια.
Με την Αυτοδιοίκηση τόσα χρόνια να λειτουργεί σαν Μέση Σχολή Μαθητείας για κομματικά στελέχη, οι άχρηστοι και τα ασπόνδυλα είχαν βολευτεί θαυμάσια με τις περιορισμένες αρμοδιότητες του δημάρχου. Ο Μπακογιάννης, αντιθέτως, δηλώνει αποφασισμένος να διεκδικήσει αρμοδιότητες και επικρίνει ευθέως όσους βολεύτηκαν στον ρόλο του δημάρχου ευνούχου. (Και μάλλον αδικώ τους ευνούχους, από την τάξη των οποίων προήλθαν μεγάλοι στρατηγοί και πολιτικοί…) Ο Μπακογιάννης βάζει ξανά στη συζήτηση την ανάγκη του αποτελέσματος από την πολιτική: φωτισμός, σκουπίδια, γκραφίτι, ασφάλεια, όλα αυτά τα μικρά που μαζί φτιάχνουν το μεγάλο. Ενισχύει δε την αξιοπιστία του λέγοντας τα πράγματα με το όνομά τους. Οπως, π.χ., την Αθήνα που εξελίσσεται σε νέο Κάιρο, ενώ φαντάζεται τον εαυτό της σαν νέο Βερολίνο, ή τις μουντζούρες των βανδάλων στους δημόσιους χώρους, που τις έχουμε «επανονοματοδοτήσει», όπως θα έλεγε η κ. Νοτοπούλου, σε γκραφίτι.
Η στρατηγική του διακρίνεται καθαρά στη θέση την οποία παίρνει για το ζήτημα των Εξαρχείων. Κατ’ αρχάς και μόνον ότι, ως υποψήφιος δήμαρχος, τολμά να ασχοληθεί με το ζήτημα, και δεν λουφάζει, είναι αξιοσημείωτο. Για την ανακατάληψη των Εξαρχείων και τον εξανθρωπισμό της ιστορικής συνοικίας, προτείνει μια «επίθεση πολιτισμού». Ο όρος είναι βέβαια ένας μπακαλιάρος, του είδους που χρησιμοποιείται όταν ο ασθενής δεν μπορεί να υποστεί πλύση στομάχου και πρέπει να τον υποβοηθήσουμε για να τα βγάλει μόνος του. Πίσω του, όμως, υπάρχει μια αξιόλογη ιδέα: η χωροταξική ενοποίηση του Αρχαιολογικού Μουσείου με το ιστορικό κτίριο του Mετσοβίου και η αναβάθμιση του χώρου.
Αν ποτέ βρεθεί ελληνική κυβέρνηση που θα το τολμήσει, θα πρέπει προηγουμένως να έχει καθαρίσει, να έχει θέσει υπό τον πλήρη έλεγχο της έννομης τάξης, τα Εξάρχεια. Διαφορετικά, δεν θα είχε νόημα η σπατάλη πόρων και πολιτικού κεφαλαίου για ένα έργο που δεν θα μπορούσε να το υποστηρίξει το κράτος. Δεν πειράζει που η ιδέα δεν είναι δική του, ούτε που δεν είναι καινούργια. Σημασία έχει ότι ο Μπακογιάννης το αναδεικνύει σε θέμα της προεκλογικής ατζέντας.
Με τέτοιους τρόπους ο Μπακογιάννης πολιτικοποιεί ουσιαστικά τον προεκλογικό αγώνα για τη δημαρχία Αθηναίων. Μιλώντας σε εκείνους που θα καθήσουν να τον ακούσουν για αποτελέσματα και υπερβαίνοντας τα στενά όρια του ρόλου που διεκδικεί. Ετσι, όμως, καλλιεργεί και προσδοκίες στις οποίες θα πρέπει να ανταποκριθεί, εφόσον του δοθεί η ευκαιρία· και αυτό δεν είναι χωρίς κινδύνους. Από εκεί μάλιστα που ούτε το φαντάζεται…
Πηγή: Καθημερινή