Στέφανος Κασιμάτης
Ανδρέας Ηλιόπουλος, ένας απόστρατος αντιστράτηγος, ήταν μέχρι πριν από λίγες ημέρες επικεφαλής της Διεύθυνσης Υποδομών και Ταυτοποίησης του υπουργείου Μεταναστευτικής Πολιτικής. Ηταν δηλαδή ο υπεύθυνος για την κατάσταση όλων των «χοτ-σποτ», όπως λέμε τα στρατόπεδα συγκέντρωσης προσφύγων ανά την επικράτεια. Δεν είναι πλέον, διότι ο υπουργός τον απέπεμψε με άκρως υποτιμητικό τρόπο ως ανίκανο, αλλά εκείνος προτίμησε να δώσει δημοσιότητα στην παραίτησή του και να καταγγείλει την ύποπτη κακοδιοίκηση του συστήματος υποδοχής προσφύγων στην Ελλάδα.
Ο απόστρατος αξιωματικός ήταν επιλογή του προκατόχου τού Δ. Βίτσα στο υπουργείο, δηλαδή του Γ. Μουζάλα – ό,τι και αν σημαίνει αυτό, θετικό ή αρνητικό. Δέχθηκε ο στρατηγός το πόστο από ματαιοδοξία ή απλώς από τη βαριεστημάρα του συνταξιούχου που νοσταλγεί λίγη δράση; Ηταν πράγματι ανίκανος ή εξαπατήθηκε και αποφάσισε να τα βροντήξει; Δεν είναι απίθανο να πρόκειται για πολύ τυπικό και αυστηρό αξιωματικό, που αισθάνεται ότι θίγεται και αντιδρά – θυμίζω το έχουμε ξαναδεί πρόσφατα στην περίπτωση της πώλησης πυρομαχικών στη Σαουδική Αραβία.
Το βέβαιο είναι, πάντως, ότι οι καταγγελίες του είναι συγκεκριμένες και σοβαρές: δεν μπορούν να υπάρξουν ούτε κεντρική διοίκηση ούτε κεντρικός έλεγχος των οικονομικών στη λειτουργία των υποδομών για τους πρόσφυγες, επειδή δεκάδες φορείς και υπηρεσίες ανακατεύονται στη διαχείριση του θέματος. Ισως του πήρε καιρό του στρατηγού να αντιληφθεί το πρόβλημα, δεν ξέρω· πάντως, η καταγγελία του είναι σαφής: δεν υπάρχει σύστημα.
Είτε πρόκειται για εσωτερικό ξεκατίνιασμα είτε για σοβαρό σκάνδαλο, το γεγονός έρχεται να προστεθεί σε μια αλυσίδα άλλων καταγγελιών, που όλες μαζί δίνουν την εικόνα ότι ενδεχομένως βρισκόμαστε στο κατώφλι ενός νέου πανευρωπαϊκού εξευτελισμού της χώρας, για την κακοδιαχείριση του προσφυγικού. Βρισκόμαστε στο έτος 2018, με τις δυνατότητες που προσφέρει σήμερα η τεχνολογία, η κόλαση της Μόριας στη Λέσβο ήταν αδύνατον να μείνει κρυφή. Αργά ή γρήγορα θα την ανακάλυπτε ο κόσμος.
Και ανακαλύπτει δύο πολύ συγκεκριμένα πράγματα. Πρώτον, ότι η εικόνα της αθλιότητας δεν ανταποκρίνεται στα ποσά που δαπανώνται, άρα εγείρονται σοβαρές υποψίες οικονομικής κακοδιαχείρισης. (Ο αρμόδιος για τη διαφθορά ευρωπαϊκός μηχανισμός ερευνά ήδη τη διάθεση ευρωπαϊκού κονδυλίου 52 εκατομμυρίων ευρώ από το ελληνικό υπουργείο Αμυνας.) Δεύτερον, ότι η κράτηση των προσφύγων σε συνθήκες εξαθλίωσης, ιδίως στη Μόρια, είναι σκόπιμη, πλην άρρητη επιλογή της κυβέρνησης, διότι η εικόνα της εξαχρείωσης και της καταπάτησης της ανθρώπινης αξιοπρέπειας εκφοβίζει και αποτρέπει τους επίδοξους μετανάστες.
Αν είναι αυτή η πολιτική τους, πρόκειται για κτηνώδη και ύπουλο κυνισμό, που μάλιστα εκδηλώνεται από μια αριστερή κυβέρνηση της ευαισθησίας, της ανθρωπιάς, των δικαιωμάτων, των λουλουδιών. Ταυτοχρόνως απηχεί κάτι από την ένδοξη ιστορία μας – μου είναι αδύνατον να μη θυμηθώ τις περιγραφές του Γεωργίου Φίνλεϊ για τους επαναστάτες του 1821, που αφού πρώτα εξασφάλιζαν λύτρα από τους πολιορκούμενους Τούρκους στα διάφορα κάστρα και τα τσέπωναν, μετά τους έσφαζαν κι από πάνω.
Η ειρωνεία για την κυβέρνηση εντοπίζεται στην αντιστροφή ρόλων που αναγκάζεται να υποστεί. Ως αντιπολίτευση, ο ΣΥΡΙΖΑ ταύτισε τη σύγχρονη δημοκρατική Γερμανία με τη ναζιστική της περιόδου 1933-1945. Σήμερα, ωστόσο, είναι κυρίως ο γερμανικός Τύπος που πρωτοστατεί στην προβολή του αίσχους της Μόριας – το αναδεικνύει ως σύγχρονο στρατόπεδο συγκέντρωσης. Οι κυβερνητικοί δεν θα νιώθουν, φαντάζομαι, την ειρωνεία – το μόνο που απέδειξαν ότι νιώθουν είναι η εξουσία…
Πηγή: Καθημερινή