Κώστας Καλλίτσης
ΗΤράπεζα της Ελλάδος υπολογίζει σε 60 δισ. ευρώ τα εισοδήματα που δεν δηλώνονται κάθε χρόνο. Σ’ αυτό το ύψος, 30%-35% του ΑΕΠ, υπολογίζουν την παραοικονομία σχεδόν όλες οι μελέτες που έχουν γίνει τις τελευταίες 10ετίες. Και, σύμφωνα με πρόσφατες επίσημες εκτιμήσεις, το ύψος της φοροδιαφυγής που προκύπτει από αυτή την παραοικονομία κυμαίνεται στα 8-9 δισ. ευρώ – όσες και οι δαπάνες του προϋπολογισμού για Υγεία και Παιδεία.
Αυτή η αθλιότητα, που έχει βαριές οικονομικές και ακόμη βαρύτερες κοινωνικές (διεύρυνση ανισοτήτων κ.λπ.) επιπτώσεις, πρέπει να σταματήσει. Σωστά ο Κωστής Χατζηδάκης έθεσε το θέμα σε υψηλή προτεραιότητα. Πώς, όμως, μπορεί να επιτευχθεί ο στόχος; Μεταξύ άλλων:
Πρώτον, τα μέτρα να είναι εφαρμόσιμα και αποτελεσματικά, όχι πομφόλυγες: πώς, άραγε, μπορεί να εμποδιστούν οι μεταβιβάσεις ακινήτων με «μαύρο» χρήμα, όταν το ακίνητο πωλείται πάνω από την αντικειμενική αξία του; Δεύτερον, να ενισχυθούν οι φορολογικοί μηχανισμοί στη βάση ενός 5ετούς ή 10ετούς σχεδίου χρηματοδότησης της ψηφιακής υποδομής και ανανέωσης του ανθρωπίνου δυναμικού της ΑΑΔΕ με νεότερους και ειδικευμένους στις νέες τεχνολογίες υπαλλήλους – που θα αμείβονται καλά. Τρίτον, να απλοποιηθεί η φορολογική νομοθεσία, ένας κυκεώνας (καθημερινά στην ιστοσελίδα της ΑΑΔΕ αναρτώνται νέες εγκύκλιοι), που αποτελεί φυτώριο διαφθοράς και πεδίο δράσης για καθωσπρέπει εταιρείες, οι οποίες συμβουλεύουν τους κατέχοντες πώς να αποφεύγουν να πληρώνουν τον φόρο που τους αναλογεί. Τέταρτον, να λειτουργήσει ο εξωδικαστικός μηχανισμός επίλυσης διαφορών – αφού σήμερα υπολογίζεται ότι εκκρεμούν στα δικαστήρια περί τις 150.000 φορολογικές υποθέσεις. Δύο ακόμη σκέψεις επί του θέματος:
(α) Η αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής συνδέεται με τη συνολική μεταρρύθμιση του φορολογικού συστήματος – εν πολλοίς, δε, εξαρτάται από αυτήν. Καμιά μεταρρύθμιση δεν έχει γίνει επί 10ετίες, η τελευταία σοβαρή προσπάθεια ήταν της επιτροπής Γεωργακόπουλου, το 2003 – μια δουλειά που, δυστυχώς, δεν αξιοποιήθηκε. Χρήσιμο θα ήταν, λοιπόν, να συγκροτηθεί μια ομάδα έργου με ορίζοντα 2ετίας, με ικανούς συμβούλους που θα καταρτίσουν νέο φορολογικό σύστημα, χωρίς βιασύνη και τσαπατσουλιές, που θα εφαρμοστεί σταδιακά, αφού προηγηθεί ο αναγκαίος δημοκρατικός διάλογος.
(β) Η αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής απαιτεί πολλά, μεταξύ αυτών κεντρική θέση έχουν το πρακτικό πνεύμα και η αποφασιστικότητα. Παράδειγμα: η ΑΑΔΕ δικαιούται να ανοίγει τους τραπεζικούς λογαριασμούς των φορολογουμένων. Αν, λοιπόν, θέλει να σταματήσει ο πλουτισμός μέσω φοροδιαφυγής, δεν έχει παρά να ανοίγει και να ερευνά τους λογαριασμούς όποιου πιάνεται να φοροδιαφεύγει και των μελών της οικογένειάς του. Για να κοπεί η πλάκα, δεν αρκούν οι καλές προθέσεις. Πρέπει να τεθεί ο δάκτυλος επί τον τύπον των ήλων και να ληφθούν τα κατάλληλα μέτρα. Αυτό κατεξοχήν ισχύει για την ακρίβεια.
Καμιά εταιρεία, καμιά πολυεθνική, κανένας χονδρέμπορος δεν θα ξεφύγει, θα είμαστε αμείλικτοι όταν παραβιάζεται ο νόμος εις βάρος του καταναλωτή, δηλώνει ο αρμόδιος υπουργός Κ. Σκρέκας. Προς απόδειξη, επισείει «το πλαφόν στο περιθώριο κέρδους των επιχειρήσεων». Η απόδειξη θα ήταν έγκυρη αν ίσχυε. Αλλά δεν ισχύει. Το πλαφόν ισχύει μόνο για το κέρδος του τελευταίου κρίκου της αλυσίδας, το λιανεμπόριο. Δεν ισχύει εκεί που πραγματικά διαμορφώνονται οι τιμές των τροφίμων ή και άλλων ειδών πρώτης ανάγκης, στο εισαγωγικό εμπόριο, στο χονδρεμπόριο και στη μεταποίηση – που έχουν (κακο)μάθει να δουλεύουν με υψηλά ποσοστά κέρδους, τα οποία δεν υπάρχουν πουθενά αλλού στην Ευρώπη. Κι αφού η κυβέρνηση, στο όνομα των επενδύσεων, αρνείται να θέσει πλαφόν στα κέρδη επίμαχων κλάδων εν καιρώ κρίσης, η ακρίβεια θα συνεχίσει να μας βγάζει τη γλώσσα της. Απλό.
Πηγή: Καθημερινή