Κώστας Καλλίτσης
Λοιπόν, πώς πάμε; Η οικονομία μεγεθύνεται, αν όχι με υψηλούς, πάντως με υψηλότερους από τον μέσο όρο της Ευρωζώνης ρυθμούς, το δημόσιο χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ μειώνεται, οι στόχοι για τα πρωτογενή πλεονάσματα επιτυγχάνονται όχι δύσκολα, το άπλετο χρήμα που κυκλοφορεί στα ανώτερα κλιμάκια παράγει και διαχέει αισθήματα ευφορίας και μαζί κάποιες επενδύσεις, έστω λιγότερες από τις απαιτούμενες, η ανεργία αργά αλλά σταθερά μειώνεται. Επειτα από τόσα που έχει περάσει ο τόπος, οι προβλέψεις ότι μπροστά μας έχουμε δύο – τρία χρόνια που αν δεν συμβεί κάποιο άλλο κακό στον κόσμο η οικονομία μετά θα βαδίζει σταθερά και θα βγαίνουν λεφτά, δεν είναι παράξενο να ηχούν ως μουσική στα αυτιά. Αυτό που εξηγείται, αλλά ίσως δεν δικαιολογείται είναι η αμεριμνησία. Το ΑΕΠ παραμένει μικρότερο από εκείνο πριν από 15 χρόνια. Το δημόσιο χρέος, τόσο απόλυτα όσο και ως ποσοστό του ΑΕΠ, είναι πολλαπλάσιο από εκείνο πριν από 15 χρόνια – όταν συναντηθήκαμε με την κρίση. Δίπλα του διογκώνεται άλλο ένα χρέος, το ιδιωτικό-μαμούθ σε σχέση με παλαιότερα. Το έλλειμμα του ισοζυγίου πληρωμών παραμένει πάνω από το σημείο συναγερμού της Κομισιόν. Οι ιδιωτικές επενδύσεις παραμένουν κολλημένες εννέα ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ κάτω από τον μέσο ευρωπαϊκό όρο – παρά τα κέρδη που είναι υψηλότερα από την άλλη Ευρώπη, παρά τη φθηνή μισθωτή εργασία που στα καθ’ ημάς είναι πολύ φθηνότερη. Πληθωρισμός, πληθωριστικά φορολογικά έσοδα και μια πρωτόγνωρη αναδιανομή εις βάρος της εργασίας είναι στη βάση του σύγχρονου «οικονομικού θαύματος».
Στην ελληνική οικονομία συμβαίνει κάτι ανάλογο με το κλίμα: η πρωτοφανής χειμωνιάτικη καλοκαιρία είναι μια (ευχάριστη) πλευρά ενός μεγάλου κακού – της κλιματικής κρίσης.
Στην οικονομία η καλοκαιρία οφείλεται στην αφθονία κεφαλαίων από Ευρώπη, κέρδη, κρατικά λεφτά από πληθωριστικά έσοδα, είναι η εύθυμη όψη μιας οικονομίας που κατά τα λοιπά δεν είναι παρά το σύνολο οξύτατων διαρθρωτικών προβλημάτων. Ολοι γνωρίζουν ότι αν ενσκήψει ύφεση στην Ευρώπη, η καθ΄ ημάς οικονομική κατάσταση θα γυρίσει τούμπα – εύκολα, με το πρώτο φύσημα. Ως εκ τούτου, υπεύθυνη πολιτική θα ήταν να αξιοποιήσεις τη νηνεμία και τα ευρωπαϊκά κεφάλαια για να διαχειριστείς τα διαρθρωτικά προβλήματα και να ενισχύσεις την ανθεκτικότητα της οικονομίας, με πολιτικές που θα προωθούν και θα διεκδικούν ευρύτερες συναινέσεις. Κεντρικό μέλημα της κυβέρνησης είναι να διατηρήσει την πολιτική κυριαρχία της με «έξυπνη» διαχείριση της δημόσιας εικόνας της και βάζοντας τρικλοποδιές στην αντιπολίτευση (κάτι που δεν είναι, δα, και δύσκολο…), χωρίς να υποχρεωθεί να λογοδοτεί για τον τρόπο διαχείρισης των ευρωπαϊκών κονδυλίων. Κι αν κεντρική επιδίωξη είναι το ποσοστό της Ν.Δ. στις ευρωεκλογές να αρχίζει με 3 (διαφορετικά θα ξεσπάσει μεγάλη γκρίνια…), τα δύο κόμματα της αντιπολίτευσης διαγκωνίζονται στα μετόπισθεν για ένα στοίχημα που ανέμελα έθεσαν σε προηγούμενη φάση, όταν πίστευαν, και τα δύο, ότι το έχουν από χέρι κερδισμένο: τη δεύτερη θέση στις ευρωεκλογές. Οποιο δεν την κερδίσει, έχει ραντεβού με την εσωκομματική κρίση – ίσως, δε, θα έχουν και τα δύο, αν τα ποσοστά τους είναι χαμηλά. Συνελόντι ειπείν, η Ελλάδα καίει χρόνο – που δεν της περισσεύει. Κάπως έτσι πάμε.
Πηγή: Καθημερινή