Άγγελος Στάγκος
Σύμφωνα με τα ευρήματα έρευνας της Εταιρείας Ανωτάτων Στελεχών Επιχειρήσεων (ΕΑΣΕ) σε συνεργασία με την ICAP Group, τέσσερα στα δέκα διευθυντικά στελέχη της ιδιωτικής οικονομίας θεωρούν ότι «η Ελλάδα δεν αποτελεί, ούτε στο ελάχιστο, πόλο έλξης επενδυτών» και έξι στους δέκα πιστεύουν ότι «η χώρα μας δεν είναι ιδιαιτέρως ελκυστική για επενδύσεις». Πρόκειται για ανθρώπους που ζουν την πραγματική οικονομία, βρίσκονται σε επαφή και συζητούν με ομολόγους τους στο διεθνές περιβάλλον και γενικά γνωρίζουν την «πιάτσα» και επομένως η άποψή τους έχει σημασία. Για όποιον, βέβαια, θέλει να ξέρει την πραγματικότητα…
Ουσιαστικά, οι απαντήσεις των διευθυντικών στελεχών στην έρευνα κατεδαφίζουν το αφήγημα του Αλ. Τσίπρα και τις προσδοκίες του Ευκλ. Τσακαλώτου και των υπολοίπων της κυβέρνησης περί επενδυτών που συνωστίζονται στις πύλες της χώρας και έκρηξης των επενδύσεων οσονούπω. Ομως αυτό το έχει φροντίσει ήδη στην πράξη η κυβέρνηση Συρανέλ, κάτι που αποδεικνύεται πανηγυρικά από τα στοιχεία εκτέλεσης του προϋπολογισμού του 2017. Αυτά λένε πολύ απλά ότι από το προϋπολογισμένο Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων περικόπηκαν πέρυσι 800 εκατομμύρια ευρώ, επιπλέον των 500 που είχαν περικοπεί το 2016. Ο λόγος είναι ξεκάθαρος και δεν επιδέχεται αμφισβήτησης: αφενός για να εξασφαλιστεί –σε συνδυασμό με τις περικοπές στις κοινωνικές δαπάνες– το λεγόμενο υπερπλεόνασμα και αφετέρου για να μπορεί η κυβέρνηση να μοιράζει επιδόματα στο πλαίσιο της πελατειακής πολιτικής που ασκεί συστηματικά. Το αβίαστο συμπέρασμα είναι ότι η ίδια η κυβέρνηση υπονομεύει τη ρητορική της περί επενδύσεων. Η ανάπτυξη και μαζί η αύξηση του πλούτου της χώρας εξαρτώνται από την πραγματοποίηση επενδύσεων. Κυρίως ιδιωτικών, αλλά και οι δημόσιες επενδύσεις είναι συμπληρωματικά απαραίτητες. Τις τελευταίες όμως τις περικόπτει συνεχώς, όπως αποκαλύπτουν τα στοιχεία της εκτέλεσης των προϋπολογισμών, για να εκπληρώσει τους δικούς της πολιτικούς στόχους, παραμυθιάζοντας τον κόσμο με ψεύτικες προσδοκίες. Αλλωστε αν συνδυαστούν οι περικοπές των δημοσίων επενδύσεων με το υπερπλεόνασμα και το αφήγημα της «καθαρής εξόδου», ξεδιπλώνεται το όργιο της πελατειακής πολιτικής που σκοπεύει να ασκήσει η κυβέρνηση, αν οι εκλογές διεξαχθούν το 2019, όπως διατείνεται.
Ωστόσο, η Ελλάδα δεν είναι καθόλου ελκυστική για επενδύσεις και για άλλους λόγους, που επισημαίνονται τόσο από το εσωτερικό όσο και από το εξωτερικό. Βασικά, αρνείται να μεταρρυθμιστεί με συλλογική ευθύνη της πολιτικής τάξης και της κοινωνίας. Ειδικά η κυβέρνηση Συρανέλ κάνει ό,τι μπορεί για να μην υλοποιήσει μεταρρυθμίσεις, ακόμη και «αντιμεταρρυθμίζοντας» τη χώρα. Γι’ αυτό η κρατική διοικητική μηχανή παραμένει μεγάλος αντιμεταρρυθμιστικός και αντιεπενδυτικός παράγοντας και μαζί του η γραφειοκρατία, η πολυνομία (συχνά αντιφατική), η ασάφεια των νόμων με τις εξαιρέσεις τους, οι τεράστιες καθυστερήσεις στην απονομή δικαιοσύνης και το περιβάλλον στο οποίο αυτή αποδίδεται (κατάσταση δικαστηρίων), η διαφθορά και βεβαίως η εκπαίδευση και οι συνθήκες λειτουργίες της. Κατά τα άλλα, περιμένουμε επενδύσεις…
Πηγή: Καθημερινή