Απόστολος Λακασάς
Στο κέντρο της Αθήνας υπάρχουν σχολεία που φιλοξενούν μαθητές από σχεδόν 30 χώρες. Η παρουσία τους προφανώς προσφέρει ένα χαρακτήρα πολυπολιτισμικότητας, αλλά δυστυχώς το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα δεν μπορεί να το μετατρέψει σε πλεονέκτημα. Αντίθετα, τα προβλήματα είναι οξύτατα. Και αυτό διότι οι μαθητές αυτοί δεν γνωρίζουν καλά ελληνικά και άρα προκύπτουν ομάδες μαθητών διαφορετικών ταχυτήτων. Οι εκπαιδευτικοί ουσιαστικά είναι αβοήθητοι. Την ίδια στιγμή που πρέπει να «τρέξουν» τη διδακτέα ύλη για να την έχουν ολοκληρώσει στο τέλος του σχολικού έτους, διαπιστώνουν ότι πολλοί μαθητές τους χωλαίνουν. Ενδεικτικό είναι ότι, σε oυκ ολίγες περιπτώσεις, το μάθημα που γίνεται διαρκεί πολύ λιγότερο από τη σαρανταπεντάλεπτη διδακτική ώρα. «Να προχωρήσω κανονικά τη διδασκαλία με βάση τα κεφάλαια ή να την αργοπορήσω, ώστε να σταθώ στους μαθητές που χωλαίνουν;» είναι ένα συχνό ερώτημα-δίλημμα.
Δυστυχώς, στις περισσότερες περιπτώσεις, οι εκπαιδευτικοί επιλέγουν να βάλουν ένα χαμηλό μεν αλλά προαγωγικό βαθμό, και τα παιδιά καταλήγουν να ολοκληρώνουν τη βασική εκπαίδευση χωρίς κανένα γνωσιακό εφόδιο.
Στο σπίτι υπάρχουν εξίσου μεγάλα προβλήματα, αφού πολλοί γονείς δεν μιλούν καλά ελληνικά, είναι άνεργοι και χωρίς προσόντα για επαγγελματική αποκατάσταση. Ετσι, τα προβλήματα οξύνονται, ενώ κάποια παιδιά οδηγούνται στην παραβατικότητα και στη «σχολική διαρροή».
Σημαντικός είναι ο θεσμός των τάξεων υποδοχής των μαθητών με εκπαιδευτικές ελλείψεις, οι οποίες θεσπίστηκαν επί ΠΑΣΟΚ. Αλλά και αυτός απαξιώνεται από τη στιγμή που οι τάξεις υποδοχής στελεχώνονται από αναπληρωτές που προσλαμβάνονται τελευταίοι (πρώτα καλύπτονται τα κενά στο βασικό ωρολόγιο πρόγραμμα), ανάλογα και με τη ροή της ευρωπαϊκής χρηματοδότησης.
Στην Ελλάδα, πολλοί μαθητές από άλλες χώρες παραμένουν στο περιθώριο, αβοήθητοι και εγκλωβισμένοι σε καταστάσεις που αναπαράγουν τον κοινωνικό αποκλεισμό. Και αυτό δεν είναι καινούργιο. Αποτελεί μόνιμο πρόβλημα, το οποίο όσο δεν αντιμετωπίζεται διογκώνεται. Πλην ελαχίστων εξαιρέσεων, οι εκάστοτε ηγεσίες του υπουργείου Παιδείας και του Ινστιτούτου Εκπαιδευτικής Πολιτικής (πρώην Παιδαγωγικό Ινστιτούτο) εστιάζουν στην υλοποίηση έργων βιτρίνας, παραμελώντας την ευθύνη τους για παιδεία ίσων ευκαιριών. Και αυτό έχει σοβαρές συνέπειες σε κοινωνικό και πολιτικό επίπεδο, όπως μεταξύ άλλων η έκρηξη βίας και η άνοδος ακραίων μορφωμάτων.
Πηγή: Καθημερινή