Ενα μεγάλο μέρος της ελληνικής κοινωνίας –συνδυάζοντας διάφορους δείκτες και στατιστικά στοιχεία, μπορεί κανείς να εκτιμήσει το ένα τρίτο της, περίπου– περνάει δύσκολα έως δραματικά. Αν σε προηγούμενα χρόνια η φτώχεια ήταν συνδεδεμένη με την ανεργία, σήμερα η «ισχυρή» ελληνική οικονομία παράγει μαζικά νεόπτωχους, ανθρώπους που είναι φτωχοί ή πάμφτωχοι παρότι έχουν εργασία. Οι δείκτες της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού είναι στο βαθύ κόκκινο.
Η κατάσταση τείνει να γίνει εκρηκτική, καθώς η ανέχεια αντικρίζει καθημερινά μια αναιδή πολυτελή κατανάλωση εν μέσω μεγάλης διαφθοράς, και η ισχνή αγοραστική δύναμη των μισθών (εξαιτίας της σιωπηρής κατάργησης των συλλογικών συμβάσεων από ισχυρούς εργοδοτικούς φορείς) αφαιμάζεται περαιτέρω μέσω της αποσάθρωσης του συστήματος υγείας, της προϊούσας υποβάθμισης της δημόσιας εκπαίδευσης σε όλη της την κλίμακα και της υστέρησης βασικών υποδομών.
Πρέπει/μπορεί κάτι να γίνει;
Να ανακοπεί η αναδιανομή που γίνεται τα τελευταία χρόνια εις βάρος της εργασίας, υπέρ της προσοδοθηρίας, και να εκκινήσει μια μεγάλη αντίστροφη αναδιανομή. Κεντρικός κρίκος αυτής της διαδικασίας είναι η φορολογική πολιτική. Η δραστική μείωση των συντελεστών ΦΠΑ στα τρόφιμα και σε κάποια είδη πρώτης ανάγκης, η αύξηση της φορολογίας των κερδών και δη των διανεμόμενων (μερίσματα) και η γενική αύξηση της φορολογίας του πλούτου και των μεγάλων εισοδημάτων είναι μονόδρομος. Δεν είναι καν θέμα ιδεολογικής και πολιτικής τοποθέτησης.
Δείτε τι γίνεται στην άλλη Ευρώπη:
Στη Βρετανία, οι Συντηρητικοί έφυγαν τρέχοντας από τη μαύρη τρύπα που δημιούργησαν στα δημοσιονομικά της χώρας, διά της προκήρυξης εκλογών – κάπως σαν την κυβέρνηση της Ν.Δ. το 2009. Πώς σκέπτεται να αντιμετωπίσει το πρόβλημα η Ρέιτσελ Ριβς, πρώτη γυναίκα υπουργός Οικονομικών της χώρας; Αυτοί που έχουν τους ισχυρότερους ώμους –είπε– θα σηκώσουν τα μεγαλύτερα βάρη, δεν θα αυξηθούν οι φόροι στην εργασία αλλά οι φόροι στους πλούσιους.
Και καλά –ρωτήθηκε– δεν φοβάστε μήπως οι πλούσιοι φύγουν; «Οποιος θέλει η Βρετανία να είναι το σπίτι του, θα πρέπει να πληρώνει τους φόρους του. Με την κυβέρνηση των Εργατικών αυτό θα γίνει πράξη», ήταν η απάντηση που έδωσε με τρόπο κατηγορηματικό, που έδειχνε ότι το θέμα είχε εξεταστεί και οι κυβερνητικές αποφάσεις είχαν ληφθεί μετά λόγου γνώσεως.
Δραστικές μειώσεις ΦΠΑ και αύξηση φόρων στον πλούτο και στα μεγάλα εισοδήματα.
Τη Γαλλία την τρομάζει το δημόσιο χρέος, που ‘χει φτάσει περί στο 110% του γαλλικού ΑΕΠ – παρεμπιπτόντως, καθ’ ημάς είναι 158% του ΑΕΠ και, καλώς εχόντων, θα πέσει στο 131% στα τέλη της 10ετίας. «Το χρέος είναι κολοσσιαίο, θα ήταν κυνικό και μοιραίο να το αγνοήσουμε», δήλωσε ο επί των Οικονομικών, Αντουάν Αρμάν, της κεντροδεξιάς κυβέρνησης Μπαρνιέ.
Προς τούτο ανακοίνωσε, μεταξύ άλλων, επιπλέον φόρους 12 δισ. ευρώ στις 440 μεγαλύτερες κερδοφόρες γαλλικές εταιρείες, επιπλέον 2 δισ. φόρους στις 65.000 πλουσιότερες οικογένειες και 800 εκατ. ευρώ φόρους στη ναυτιλία – εκεί δηλαδή, όπου, εδώ και δύο χρόνια, βγαίνουν τα μεγαλύτερα «ουρανοκατέβατα» κέρδη που έχουν υπάρξει ποτέ στην ιστορία του κόσμου.
Και στη γειτονική μας Ιταλία, ο υπουργός Οικονομικών, Τζιανκάρλο Τζιορτζέτι, ανακοίνωσε ότι σχεδιάζει να επιβάλει νέο φόρο 3,5 δισ. ευρώ στις τράπεζες και στις ασφαλιστικές εταιρείες, να αναστείλει προσωρινά το καθεστώς του αναβαλλόμενου φόρου για τις τράπεζες και να αυξήσει τον φόρο στα μπόνους με stock options, για να δώσει λεφτά στα δημόσια νοσοκομεία και να βελτιώσουν τις υπηρεσίες τους προς αυτούς που τις έχουν ανάγκη, τους πιο αδύναμους.
Καθ’ ημάς, η κατερείπωση των συνδικάτων και η ανεπάρκεια της αντιπολίτευσης δημιουργούν στην κρατικοδίαιτη διαπλοκή την εντύπωση πως «όλα είναι υπό έλεγχο». Αυτά είναι αυταπάτες.
Η αίσθηση της αδικίας και ο θυμός ήδη αφήνουν πολιτικό αποτύπωμα με τη ρευστοποίηση του κομματικού συστήματος (προηγήθηκε ως πιο ευάλωτος ο ΣΥΡΙΖΑ, παίρνει σειρά η Ν.Δ…) και τη σταθερή άνοδο των κομμάτων του παραλόγου και του μίσους. Αν δεν αλλάξουν η κατεύθυνση και ο βηματισμός στα δημόσια πράγματα, οι τυφλές κοινωνικές εκρήξεις (με όσα φαινόμενα ιστορικά τις συνοδεύουν…) ίσως είναι απλώς θέμα χρόνου.
Το δάπεδο είναι πλημμυρισμένο με βενζίνη, περιμένοντας τον ανόητο που θα ανάψει τσιγάρο και θα πετάξει κάτω το σπίρτο.