Άγγελος Στάγκος
Το 2021, σε τέσσερα χρόνια δηλαδή, το νεοελληνικό κράτος συμπληρώνει 200 χρόνια ζωής, αν θεωρηθεί ως αφετηρία το 1821. Δεν είναι και λίγα 200 χρόνια, έστω και ταραχώδη –αλλά και για ποιο ευρωπαϊκό κράτος δεν ήταν ταραχώδη αυτά τα χρόνια;–, όμως ενώ ήταν αρκετά για να καταφέρει η χώρα να αυξήσει θεαματικά το μέγεθός της, δεν κατάφερε ποτέ να γίνει… κανονική. Να έχει θεσμούς και κανονικότητα, ανάλογη των ευρωπαϊκών χωρών, παρόλο που υποτίθεται ότι ο εξευρωπαϊσμός της ήταν ένα διαχρονικό όραμα της πολιτικής τάξης και της κατά καιρούς «ελίτ».
Είναι καίρια η αποτυχία της Ελλάδας να αποκτήσει κανονικότητα και όσοι πολίτες έχουν αίσθηση της πραγματικότητας το αντιλαμβάνονται στην καθημερινότητά τους. Βασική αιτία η πελατειακή, σε μεγάλο βαθμό διεφθαρμένη και εξαιρετικά ανίκανη, δημόσια διοίκηση σε όλες τις εκφάνσεις και δραστηριότητές της. Από την Τοπική Αυτοδιοίκηση έως τον στενό και ευρύτερο δημόσιο τομέα, περιλαμβανομένης της δικαστικής εξουσίας, αλλά και της νομοθετικής.
Με αυστηρούς όρους, με τη δημόσια διοίκηση που διαθέτει, αλλά και την απίστευτη γραφειοκρατία που την αφυδατώνει, η Ελλάδα μπορεί να χαρακτηριστεί «αποτυχημένη χώρα». Θα είχε κερδίσει και επίσημα τον τίτλο, αν δεν βρισκόταν στον ευρωπαϊκό χώρο και δεν επιχειρείτο κατά καιρούς μία προσπάθεια ανασυγκρότησης. Από τον Ελ. Βενιζέλο και την ελληνική διασπορά του εξωτερικού κάποτε, τους Αμερικανούς και το Σχέδιο Μάρσαλ αργότερα, την Ευρωπαϊκή Ενωση στην εποχή μας. Ωστόσο, ενώ εγκαταλείφθηκε η φουστανέλα και επικράτησαν τα ευρωπαϊκά ρούχα, τα μυαλά δυστυχώς δεν άλλαξαν, η κοινωνία παρέμεινε στο… 1821!
Η άρνηση των δημοσίων υπαλλήλων, των καθηγητών μέσης εκπαίδευσης, ακόμη και μερίδας πανεπιστημιακών να δεχθούν την ουσιαστική αξιολόγηση αποδεικνύει περίτρανα ότι η χώρα παραμένει όμηρος ενός δημόσιου τομέα και μίας νοοτροπίας που ουσιαστικά δεν άλλαξαν τα 200 χρόνια κρατικής λειτουργίας. Το πνεύμα της κυβέρνησης Συρανέλ, που υποθάλπει την ισοπέδωση προς τα κάτω και δεν θέλει να ξεχωρίζει κανείς και πουθενά, άρα στοχεύει στη δημιουργία μιας κοινωνίας σαν κουρεμένο γρασίδι, βοηθάει ώστε η συγκεκριμένη δημοσιοϋπαλληλική νοοτροπία να εξαπλώνεται στο σχολείο, στο πανεπιστήμιο και γενικά παντού. Η άρνηση των δημοσίων υπαλλήλων, με πρώτους και καλύτερους τους προϊσταμένους τους, να μπουν στη διαδικασία της αξιολόγησης είχε εκ των προτέρων εξασφαλισμένη την επιτυχία, αφού η αρμόδια υπουργός Ολγα Γεροβασίλη είχε υποσχεθεί… γενική αμνηστία στους απείθαρχους.
Το ερώτημα «και τώρα τι γίνεται, που πάμε;» είναι φυσικά περιττό. Η χώρα θα συνεχίσει να είναι όμηρος των δημοσίων υπαλλήλων και των πάσης φύσεως «μπαχαλάκηδων», επομένως θα εξακολουθεί να «σούρνεται» παρά τις δήθεν εκκλήσεις του Αλ. Τσίπρα σε ξένες κυβερνήσεις για επενδύσεις. Λες και στη σημερινή εποχή οι ιδιώτες επενδυτές παίρνουν εντολές από τις κυβερνήσεις για να επενδύσουν. Ιδιαίτερα σε μία σχεδόν «αποτυχημένη χώρα».
Πηγή: Καθημερινή