Θοδωρής Γεωργακόπουλος
Πριν από τις πρόσφατες αμερικανικές εκλογές, ο αριθμός των εφημερίδων που υποστήριξαν ανοιχτά την υποψηφιότητα της Χίλαρι Κλίντον για την προεδρία ξεπέρασαν τις 500. Την ίδια ώρα, οι εφημερίδες που υποστήριξαν τον Ντόναλντ Τραμπ σε όλη τη χώρα δεν ξεπέρασαν τις 25. Ηταν ένα φαινόμενο καθολικό και σχεδόν κραυγαλέο. Μερικές από τις πιο συντηρητικές εφημερίδες της χώρας στήριξαν την υποψήφια των Δημοκρατικών, αποδεικνύοντας ότι στις παλαβές εκλογές του 2016 το διακύβευμα ήταν σοβαρότερο από οποιαδήποτε ιδεολογική διαχωριστική γραμμή. Η Dallas Morning News, ας πούμε, υποστήριξε πρώτη φορά Δημοκρατικό υποψήφιο από τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Η Arizona Republic υποστήριξε πρώτη φορά Δημοκρατικό υποψήφιο από την ίδρυσή της το 1890. Στην τηλεόραση, ακόμα και το παραδοσιακό, ακραία συντηρητικό Fox News πήρε αποστάσεις από τον «πορτοκαλί» Ρεπουμπλικανό υποψήφιο, ειδικά προς το τέλος της αλλοπρόσαλλης καμπάνιας του. Ηταν η πιο μονόπλευρη πολιτική στήριξη από τα ΜΜΕ στην πρόσφατη ιστορία. Το αποτέλεσμα το είδαμε όλοι.
Στο πρόσφατο δημοψήφισμα για το Brexit στη Βρετανία, οι περισσότερες «μεγάλες» και «σοβαρές» εφημερίδες, από τον Guardian και τον Economist μέχρι τους Financial Times και τον Observer, υποστήριξαν την παραμονή της χώρας στην Ε.Ε. Μόνο κατά κανόνα πιο «λαϊκές» και λιγότερο «έγκυρες» (καίτοι περισσότερο μαζικές) σαν την Daily Mail και τη Sun υποστήριξαν το Brexit. Και στο δικό μας πρόσφατο δημοψήφισμα, οι μεγαλύτερες σε κυκλοφορία παραδοσιακές εφημερίδες, καθώς και τα τηλεοπτικά κανάλια με τη συντριπτικά μεγαλύτερη τηλεθέαση, υποστήριξαν ένθερμα και, ενίοτε, και με δραματικό τρόπο το «Ναι». Το οποίο, τελικά, κατατροπώθηκε. Το συμπέρασμα όλων αυτών είναι το εξής: Σε όλο τον κόσμο τα ΜΜΕ υποτίθεται ότι έχουν μια μεγάλη δύναμη, ότι δήθεν διαμορφώνουν την κοινή γνώμη, επηρεάζουν αυτά που σκέφτεται «ο κόσμος», προωθούν πολιτικές, κυβερνήσεις και συμφέροντα της επιλογής των ιδιοκτητών τους. Ε, στην εποχή μας αυτή η δύναμη έχει ελαττωθεί δραματικά. Τα ΜΜΕ δεν επηρεάζουν και τόσο, τελικά. Οι λαοί δεν τα ακούν πια. Ο λόγος δεν είναι και τόσο περίπλοκος. Αφενός την τελευταία δεκαετία η κυκλοφορία εφημερίδων και περιοδικών παγκοσμίως έχει κατακρημνιστεί, αφετέρου (και απολύτως συνδεδεμένα με αυτή την κατακρήμνιση) τα παραδοσιακά ΜΜΕ έχουν χάσει το μονοπώλιο της ενημέρωσης. Το ότι το Ιντερνετ προσφέρει απεριόριστη πληθώρα πηγών πληροφόρησης, και μάλιστα σχεδόν δωρεάν, δεν σημαίνει μόνο πως η αξία του μηνύματος κάθε ξεχωριστής εφημερίδας ή τηλεοπτικού καναλιού φθίνει. Από ό,τι αποδεικνύεται, σημαίνει ότι και η φύση των μηνυμάτων που επιλέγει να δέχεται ο πολίτης αλλάζει, από το ίδιο το γεγονός ότι οι επιλογές του ξαφνικά τείνουν στο άπειρο.
Μπροστά σ’ αυτόν τον βομβαρδισμό πληροφορίας οι πολίτες δεν κάθονται να αξιολογήσουν τις πιο αξιόπιστες και αντικειμενικές πηγές που είναι διαθέσιμες, αλλά αντίθετα επιλέγουν αυτές τα μηνύματα των οποίων ταιριάζουν με όσα έχουν ήδη στο κεφάλι τους. Το ότι ξαφνικά με το Ιντερνετ υπάρχουν εκατό πηγές ενημέρωσης εφάμιλλες ή σχεδόν εφάμιλλες με τον Guardian δεν σημαίνει ότι κάποιος που πριν διάβαζε κυρίως Sun και μόνο σπάνια Guardian θα ανακαλύψει μία από αυτές. Σημαίνει ότι αυτός ο κάποιος θα ανακαλύψει άλλες εκατό πηγές εφάμιλλες της Sun, και δεν πρόκειται ποτέ να ξαναδιαβάσει οτιδήποτε θυμίζει Guardian. Σ’ αυτή τη νέα πραγματικότητα όλα αυτά τα ΜΜΕ ψάχνονται. Προσπαθούν να προσαρμοστούν σε έναν κόσμο που μοιάζει να μιλάει άλλη γλώσσα πια, να είναι δεκτικός σε άλλα μηνύματα, να αντιδρά στις παραδοσιακές φόρμες ενημέρωσης αρνητικά, απορριπτικά. Οι περισσότερες από εκείνες τις 500 αμερικανικές εφημερίδες που απέρριπταν μετά βδελυγμίας τον «πορτοκαλί» μπουφόνο και τους κάθε είδους ακραίους, μηδενιστές οπαδούς του, ταυτόχρονα κάλυπταν την καμπάνια του λες και πρόκειται για κανονικό υποψήφιο, έμμεσα κανονικοποιώντας τον λόγο του μίσους, τις πράξεις και τις απειλές της βίας, όλο αυτό το τσίρκο μιας καμπάνιας που έμοιαζε με τροχαίο ατύχημα – τραγική, μα δεν μπορείς να μην κοιτάξεις, όταν περνάει από δίπλα σου. Κατά μία έννοια τελικά, πράγματι, επηρέασαν. Πετυχαίνοντας το αντίθετο από ό,τι υπολόγιζαν.
Πηγή: Καθημερινή