της Μαρίας Κατσουνάκη
Υπήρχε μια φράση του Στέφανου Τραχανά στο χθεσινό θέμα της «Κ» «Πρωτιά για Ελληνες φοιτητές στο Χάρβαρντ», που είχε τη δύναμη να αραιώσει το παχύ στρώμα απαισιοδοξίας το οποίο καλύπτει την ελληνική πραγματικότητα, προσφέροντας χαμόγελο – αμφίθυμο, αν σκεφτεί κανείς και την πικρή πλευρά, αλλά χαμόγελο.
Λέει, λοιπόν, ο επίτιμος διδάκτορας του Πανεπιστημίου Κρήτης και διευθυντής του Κέντρου Ανοικτών Διαδικτυακών Μαθημάτων (Mathesis) στον Απόστολο Λακασά: «Οι δύο πρωτιές της Ελλάδας στα MOOCs του Χάρβαρντ αποτελούν ένα ακόμη δείγμα μιας άλλης Ελλάδας που επιμένει να διεκδικεί τη θέση της στον κόσμο με αυτοπεποίθηση και σοβαρή δουλειά. Δεν βλάπτει να αισιοδοξήσουμε λίγο. Ισως αυτή η χώρα να είναι τελικά καλύτερη από ό,τι νομίζουμε».
Ας «αισιοδοξήσουμε λίγο»: η Ελλάδα είναι πρώτη στον αριθμό διαδικτυακών φοιτητών στα MOOCs –Massive Open Online Courses, Μαζικά Ανοικτά Διαδικτυακά Μαθήματα– του Χάρβαρντ, τηρουμένων των πληθυσμιακών αναλογιών, δηλαδή με κριτήριο τον αριθμό εγγραφέντων φοιτητών ανά εκατομμύριο κατοίκων της χώρας προέλευσης. Και όχι μόνον αυτό. Η χώρα με το υψηλότερο στον κόσμο ποσοστό επιτυχούς ολοκλήρωσης μαθημάτων είναι, και πάλι, η Ελλάδα, με 13,6% από τους εγγραφομένους στα μαθήματα να τα ολοκληρώνουν και να παίρνουν βεβαίωση επιτυχούς παρακολούθησης (έναντι 4,3% που είναι ο παγκόσμιος μέσος όρος).
Επικοινωνήσαμε με τον κ. Τραχανά για να μοιραστούμε για λίγο μαζί του το «αίσθημα» και το «μήνυμα». Να ρωτήσουμε τα αυτονόητα και διαρκώς επαναλαμβανόμενα: γιατί Ελληνες φοιτητές στο εξωτερικό διακρίνονται και οι ίδιοι φοιτητές στο εσωτερικό αγκομαχούν και «διαλύονται»; «Το μήνυμα του περιβάλλοντος κάνει τους ανθρώπους να ανθούν», σχολιάζει ο κ. Τραχανάς. «Οτι η επιτυχία τους θα κριθεί μόνο από την προσωπική εργασία τους και όχι από τις κατάλληλες γνωριμίες ή διασυνδέσεις. Εδώ και χρόνια διαπιστώνω (σ.σ.: διδάσκει 34 χρόνια στο Φυσικό Τμήμα του Πανεπιστημίου Κρήτης) ότι οι άνθρωποι αντιδρούν ανάλογα με τον τρόπο που τους απευθύνεσαι. Εάν αναζητάς και επιβραβεύεις τον καλύτερο εαυτό, αυτόν και θα εισπράξεις».
Η συζήτηση λοξοδρόμησε σε πολλά: στην ελκτική δύναμη της ποιότητας, στη «νοσταλγία των ανθρώπων για ποιότητα και ευγένεια», στα αυστηρότερα διεθνή στάνταρ με τα οποία συντονίζεται το Mathesis (όπως οι αξιολογήσεις και αυτοαξιολογήσεις), το ηλικιακό εύρος των φοιτητών (από 16 έως 70 χρόνων), για έναν σμήναρχο και έναν οδοντίατρο –«εξαιρετικοί και οι δύο»– που αφού «αποφοίτησαν» τους έχρισε βοηθούς του στα δικά του μαθήματα Φυσικής, για τις νέες προκλήσεις της τεχνολογίας που αλλάζουν τα δεδομένα της εκπαίδευσης, για τη χαρά και αναβάπτιση του ίδιου όταν έκανε πράξη τα «διαδικτυακά μαθήματα», για μια εξαιρετική γενιά επιστημόνων κ.ο.κ. Ο,τι κουβεντιάσαμε ήταν ελπιδοφόρο και αισιόδοξο· για λίγη ώρα ήταν σαν να αναπνεύσαμε έξω από τον «θόλο» δυσφορίας, δυσκολίας και ανακυκλούμενων, δυσάρεστων, ειδήσεων, μέσα στον οποίο ζούμε εδώ και καιρό.
Είναι μια εξουθενωτική ομηρία η συνθήκη των τελευταίων χρόνων, που μας επιτρέπει να επιβιώνουμε αλλά όχι να ζούμε. Τα διαλείμματα, όπως η χθεσινή είδηση για τις «πρωτιές στα MOOCs του Χάρβαρντ», μας συνδέουν με τον υπόλοιπο κόσμο. Δεν είναι ότι σε άλλες κοινωνίες, ευρωπαϊκές ή μη, δεν υπάρχουν προβλήματα. Αλίμονο. Και υπάρχουν και οξύνονται. Δεν εισπνέουν όμως αυτήν την ατμόσφαιρα οπισθοδρόμησης που διπλασιάζει τον κόπο και την προσπάθεια για την επίτευξη απλώς του αυτονόητου. Η «αριστεία» ακόμη εξετάζεται και προσδιορίζεται ως έννοια από τους κυβερνώντες, απισχνασμένη, με αλλοιωμένα από την κακοποίηση τα χαρακτηριστικά.
Πηγή: Καθημερινή