του Φώτη Γεωργελέ
Αν υπάρχει κάτι διασκεδαστικό σ’ αυτή την ιστορία του Brexit είναι η αμηχανία του Φάρατζ και ο πανικός στα μάτια του Μπόρις Τζόνσον. Γιατί είναι λαϊκιστές, αλλά λαϊκιστές μεγάλης χώρας, δεν τους παίρνει να κάνουν το Όχι την επόμενη μέρα Ναι, ντρέπονται. Και ξέρουν ότι τώρα το πανηγύρι τελείωσε, έρχεται ο λογαριασμός. Γιατί δεν υπάρχει ούτε ένα όφελος στην αποχώρηση της Μεγάλης Βρετανίας από την Ευρώπη. Το ξέρει η Αγγλία, το ξέρει η Ευρώπη, το ξέρει όλος ο κόσμος. Εδώ και μισό αιώνα τα ευρωπαϊκά κράτη προσπαθούν να δημιουργήσουν την ενωμένη ήπειρο. Σήμερα πια, στον καιρό της παγκοσμιοποίησης, κάθε ευρωπαϊκή χώρα μόνη της, ακόμα και η ισχυρότερη, είναι τριτεύουσα, ασήμαντη δύναμη.
Λαϊκιστές, αδίστακτοι πολιτικοί, για να κερδίσουν την εξουσία, προσπαθούν να εκμεταλλευτούν τη διαμαρτυρία, κατασκευάζουν αποδιοπομπαίους τράγους, υπόσχονται εύκολες λύσεις. Και οδηγούν τις χώρες τους στην καταστροφή. Δεν είμαστε Λατινική Αμερική, δεν ξέρουμε τα καταστροφικά αποτελέσματα του κυβερνώντος λαϊκισμού. Οι χώρες της Ευρώπης έχουν περάσει δεκαετίες ήρεμης κοινοβουλευτικής δημοκρατίας με λαϊκισμό ελεγχόμενο, εντός ορίων. Έχουμε ξεχάσει τους κινδύνους, έχουμε ξεχάσει τα απλά μαθήματα κοινοβουλευτικής δημοκρατίας. Οι δικοί μας φλογεροί «αγανακτισμένοι» της πλατείας, μετά από 2 δεκαετίες πλαστικής ευδαιμονίας, δεν ήξεραν καν ότι οι «αμεσοδημοκρατικές» σαχλαμάρες δεν είναι περισσότερη δημοκρατία αλλά λιγότερη. Ότι η αντιπροσωπευτική δημοκρατία, με ελέγχους και ισορροπίες, με διάκριση εξουσιών, με ανεξάρτητες αρχές, με κανόνες και δικλείδες ασφαλείας, είναι η δημοκρατία του σύγχρονου πολύπλοκου κόσμου μας και όχι η «αδιαμεσολάβητη» του αυταρχισμού, του λαϊκισμού, των δικτατοριών του 20ού αιώνα στο όνομα πάντα του «λαού».
Τα δημοψηφίσματα είναι ιδανικά μέσα γι’ αυτή την παραπλάνηση. Συνηθισμένοι στην αντιπροσωπευτική δημοκρατία, όπου ψηφίζουμε τους εκπροσώπους μας να αποφασίζουν εκ μέρους μας, πιστεύουμε ότι στα δημοψηφίσματα ψηφίζουμε όχι για να φέρουμε άμεσα αποτελέσματα αλλά για να πούμε τι αισθανόμαστε. Να εκφράσουμε διαμαρτυρία, θυμό, δυσφορία. Κι έτσι απαντάμε σε ερωτήσεις λειψές, χωρίς όλα τα δεδομένα. Τι θα πεις, ας πούμε, στην ερώτηση «συμφωνείς με κατώτατο μισθό 586 ευρώ;» Ναι, τι ωραίος που είναι, δεν χρειάζομαι άλλα λεφτά γιατί δεν φέρνουν την ευτυχία; Όχι, φυσικά θα απαντήσεις, τι να προλάβεις να καλύψεις με 5 κατοστάρικα; Ωραία, λοιπόν, είσαι άνεργος. Αν σου έλεγαν όμως, μόνο αυτός ο μισθός υπάρχει αυτή τη στιγμή, τον θες ή όχι; Η απάντησή σου θα ήταν διαφορετική. Απαντάμε στην ερώτηση αν είμαστε ευχαριστημένοι, αντί να επιλέγουμε. Στο δημοψήφισμα-παρωδία του 2015, η ερώτηση ήταν τόσο παραπειστική που θα έπρεπε να αρνηθούμε και τη συμμετοχή ακόμα. Τι να απαντήσεις στο «Preliminary debt sustainability analysis»; Ποια θα ήταν όμως η έκβαση του δημοψηφίσματος, αν ήξερες τη συνέχεια; Αν ήξερες δηλαδή ότι η πραγματική ερώτηση ήταν: «Θες μια συμφωνία με την Ευρωπαϊκή Ένωση ή θέλεις μια συμφωνία με την Ευρωπαϊκή Ένωση με κλειστές τις τράπεζες, κάπιταλ κοντρόλ, 26.000 λουκέτα, 1,4% ύφεση και διαλυμένο το τραπεζικό σύστημα;» Ή, ακόμα χειρότερα, με έξοδο από την ΕΕ, με επιστροφή στη δραχμή και υποτίμηση του εισοδήματός σου κατά 80%; Η στερλίνα έχει επιστρέψει στα επίπεδα του 1985, έγραφαν οι εφημερίδες τις πρώτες μέρες του Brexit. Χιλιάδες εταιρείες ετοιμάζονται να εγκαταλείψουν το Λονδίνο, πιθανό νέο οικονομικό κέντρο στη θέση του Σίτυ η Φρανκφούρτη. Οι Εγγγλέζοι αρχίζουν να κάνουν το λογαριασμό. Ο λαϊκισμός οδηγεί πάντα στην ήττα, στη διάλυση της χώρας. Σκοτία και Ιρλανδία προετοιμάζουν δημοψήφισμα απόσχισης. Αν επέμενα στο όχι, έλεγε πέρυσι ο πρωθυπουργός του Όχι για να αντιμετωπίσει τους συντρόφους του που επέμεναν, θα ήταν η ανατίναξη της χώρας. Αυτή τη φορά, είχε δίκιο.
«Αυτή η Ευρώπη έφερε το Brexit» γράφουν οι εφημερίδες του αντιευρωπαϊκού λαϊκισμού. «Ο δολοφόνος της Κοξ αντιπροσωπεύει τον εφιάλτη που η Ευρωπαϊκή Ένωση δημιούργησε» λέει η υπουργός της κυβέρνησης του λαϊκισμού. Που φέτος δεν είναι υπέρ του Όχι, αφού πέρυσι που ήταν με το όχι το έκανε «ναι» και φέτος δεν πρόλαβε να το κάνει «ίσως» αλλά δεν το είπε σε όλους του κόμματος που είναι ακόμα υπέρ του όχι, ούτε σε όλους της κυβέρνησης που είναι σύμμαχοι του Φάρατζ. Φταίει η Ευρώπη δηλαδή, λένε, για τους εχθρούς της, φταίει το θύμα για το δολοφόνο του. Πολλές φορές μπερδευόμαστε. Νομίζουμε ότι όποιος φωνάζει πιο πολύ για τα δεινά μας, είναι πιο κοντά μας. Όμως τους πολιτικούς δεν τους εκλέγουμε, δεν τους πληρώνουμε για να θρηνούν τα δεινά του κόσμου. Υπάρχουν οι επαγγελματίες μοιρολογίστρες γι’ αυτό, οι δημοσιογράφοι. Τους πολιτικούς τους κρίνουμε για τις λύσεις που προτείνουν. Και ω, τι έκπληξη: Αυτοί που φωνάζουν δυνατά, οι «φίλοι του λαού», αποδεικνύονται με τις χειρότερες πολιτικές για το λαό τους. Αυτοί που βυθίζουν την οικονομία στην ύφεση, που διαλύουν το κράτος.
Για την Ευρώπη μπορούν να μιλάνε οι ευρωπαϊκές και δημοκρατικές πολιτικές δυνάμεις. Όχι οι εχθροί της, όχι οι θαυμαστές του Πούτιν, όχι ο αυταρχικός λαϊκισμός. Μπορούμε να πούμε πολλά για την Ευρώπη, για τα προβλήματα, για την πορεία που πρέπει να ακολουθήσει. Όχι όμως με αυτούς που την απειλούν. Όχι με αυτούς που απειλούν την ευρωπαϊκή κοινοβουλευτική δημοκρατία των δικαιωμάτων, του κοινωνικού κράτους, της ελευθερίας.
Αυτές οι περιβόητες «πανίσχυρες ελίτ» πώς χάνουν τόσο εύκολα; Μήπως αλλού κρύβονται; Ο λαϊκισμός είναι εχθρός της ευρωπαϊκής κοινοβουλευτικής δημοκρατίας στην Ελλάδα ή την Αγγλία. Είναι η πιο αντιδραστική πολιτική, είναι η πολιτική των πιο βολεμένων ελίτ που φοβούνται τον ανοιχτό, δημοκρατικό, αλληλοεπηρεαζόμενο κόσμο. Η γενιά Erasmus της Αγγλίας αυτό το ξέρει πολύ καλά, οι νέοι της Ελλάδας μάλλον πρέπει να αναρωτηθούν για μερικά πράγματα που θεωρούν βέβαια.
Πηγή: Athens Voice