της Μαρίας Κατσουνάκη
«Αυτά που βλέπουμε τις τελευταίες ημέρες, με ορισμένες χώρες να τραβούν τον δικό τους δρόμο εις βάρος μιας άλλης χώρας, όπως η Ελλάδα – αυτός δεν είναι ο ευρωπαϊκός δρόμος», δήλωσε η Αγκελα Μέρκελ, μιλώντας το βράδυ της Δευτέρας σε κομματική συγκέντρωση στην πόλη Φολκμάρσεν.
Η Γερμανίδα καγκελάριος είναι η μόνη στην ταραγμένη Ευρώπη που αναφέρεται στο θέμα των προσφύγων με λογική, ευαισθησία, διορατικότητα και ψυχραιμία, ύστερα –οφείλουμε να πούμε– από μια περίοδο αναδίπλωσης και απόπειρας για σκληρότερη στάση. Πριν από λίγα 24ωρα, σε συνέντευξή της στο πρώτο κανάλι της δημόσιας τηλεόρασης, ARD, η κ. Μέρκελ απάντησε με σθένος και μαχητικότητα στις ερωτήσεις για τη διαχείριση της προσφυγικής κρίσης. Υπεραμύνθηκε των ανοιχτών συνόρων παρά την έντονη κριτική που της ασκείται και τα κρούσματα ξενοφοβίας που εμφανίζονται στη χώρα της. «Κανείς δεν θα πρέπει να πιστεύει ότι με μονομερείς εθνικές ενέργειες θα λυθεί το προσφυγικό χωρίς να καταστραφεί η Ευρώπη. (…) Περνάμε μια πολύ σημαντική φάση στην ιστορία μας, από την οποία θα κριθεί πώς η Γερμανία και η Ευρώπη θα τοποθετηθούν τα επόμενα χρόνια. Προτεραιότητά μου είναι να κρατήσω την Ευρώπη ενωμένη και ανθρωπιστική». Προχθές, σε άλλη συνέντευξή της, στη Suedwest Presse, η Αγκελα Μέρκελ δήλωσε ότι «θα ήταν καλύτερα εάν όλοι συνολικά φερόμασταν ευρωπαϊκά και δεν αφήναμε απλώς ένα κράτος-μέλος, την Ελλάδα, να σηκώνει το βάρος των αποφάσεων». Τόνισε ότι η Ευρώπη των 500 εκατομμυρίων κατοίκων οφείλει να συνεισφέρει περισσότερο στην προστασία των προσφύγων. Προφανώς η κ. Μέρκελ έχει τους πολιτικούς λόγους της που κρατάει τον τελευταίο καιρό αυτήν τη στάση. Ομως την κρατάει, υποστηρίζοντας μια θέση που της έχει στοιχίσει δημοσκοπικά –και παρόλο που επίκεινται οι εκλογές σε τρία γερμανικά κρατίδια– μετατρεπόμενη έτσι από εθνικό σε ευρωπαϊκό ηγέτη. Αγνοεί το μικροσυμφέρον και προχωράει θαρραλέα, αν και όπως είπε, καμιά φορά απελπίζεται, αλλά μετά σκέφτεται πως το επόμενο βήμα θα οδηγήσει σε μια λύση.
Ο Ελληνας πρωθυπουργός, μέσα σε μια τρίωρη τηλεοπτική συνέντευξη, στο Star, προχθές, όχι μόνο δεν είχε αξιόπιστες απαντήσεις στα κρίσιμα προβλήματα (με πρώτο το προσφυγικό) αλλά δεν πρόσφερε ούτε μία φράση-σκέψη που να απομακρύνεται από τους συνήθεις μικροκομματικούς υπολογισμούς με την αναμενόμενη δόση βερμπαλιστικής κοινοτοπίας, είτε μιλάει για ανθρωπισμό, είτε για τις συντάξεις, είτε για την οικονομία. Ακούγοντας τον κ. Τσίπρα προχθές, συνειδητοποιεί κανείς ότι η Ελλάδα δεν μπορεί να συμβάλει (συμβάλλει απλώς) στη διαχείριση του προσφυγικού προβλήματος. Κάποιος, μεγαλύτερος, ωριμότερος, εμπειρότερος και, εν τέλει, ικανότερος, πρέπει να την πάρει από το χέρι και να την οδηγήσει σε ασφαλέστερο μονοπάτι.
Η Γερμανίδα καγκελάριος αντιλαμβάνεται και υπερασπίζεται το κατεπείγον του «ευρωπαϊκού δρόμου» σε μια ήπειρο κατακερματισμένη, με τις ακραίες φωνές σε έξαρση. Στην Ελλάδα οι δύο φωτιές, η μία στο στρατόπεδο των Γιαννιτσών, που επρόκειτο να γίνει χώρος υποδοχής προσφύγων, και η άλλη σε κτίριο με είδη πρώτης ανάγκης για τους πρόσφυγες στο Καστελλόριζο, είναι ένα από τα πολλά, αντικρουόμενα, σήματα που εκπέμπουν οι τοπικές κοινωνίες δηλώνοντας τα όρια ανοχής τους. Από την άλλη, η «κοινωνία» των προσφύγων έχει φτάσει και αυτή στα όριά της. Εννέα χιλιάδες απελπισμένοι άνθρωποι, μόνο στην Ειδομένη, περιμένουν τη σειρά τους για να διασχίσουν τα κλειστά σύνορα.
Χειρότερο και από τη δυσκολία εξεύρεσης λύσης είναι η παραίτηση από τη λύση, η τύφλωση, ο αντιδραστικός συντηρητισμός που εμφανίζεται ως «ρεαλισμός». Προς το παρόν, την (όποια) ισορροπία κρατούν η αλληλεγγύη πολιτών, ο εθελοντισμός, ατομικός και οργανωμένος, και η ευρωπαϊκή μέριμνα. Αρκούν; Η αντίστροφη μέτρηση έχει αρχίσει.
Πηγή: Καθημερινή