του Φώτη Γεωργελέ
Όταν ήμουν εγώ φοιτητής, τα πανεπιστήμια φύλαγαν θέσεις για τους Κύπριους που έφταναν στην Ελλάδα να σπουδάσουν γιατί δεν είχαν σχολές στη Κύπρο. Σήμερα οι Έλληνες, και όχι μόνο οι Έλληνες, πηγαίνουν στην Κύπρο και πληρώνουν δίδακτρα για να σπουδάσουν στα κυπριακά πανεπιστήμια. Τη δεκαετία του ’90, όταν κατέρρευσε το κομμουνιστικό μπλοκ το 1989, έφτασαν στην Ελλάδα τα πρώτα μεταναστευτικά ρεύματα από τις πρώην ανατολικές χώρες. Το πρώτο πράγμα που έκαναν, όταν έφταναν, ήταν τουρισμός στα σούπερ μάρκετ. Πήγαιναν και έβλεπαν τις βιτρίνες, δεν μπορούσαν να πιστέψουν ότι υπάρχει τέτοια ποικιλία, αφθονία, ότι δεν κάθεσαι στην ουρά για να προμηθευτείς ένα είδος πρώτης ανάγκης. Σήμερα, 20 χρόνια μετά, τσέχικες και ρουμάνικες εταιρείες αγοράζουν ελληνικές και οι λίγες ελληνικές εταιρείες που έχουν μείνει, μετακομίζουν την έδρα τους στη Βουλγαρία.
Αποτύχαμε. Κάναμε μια μεγάλη προσπάθεια μέχρι τα χρόνια του 2000 περίπου, διανύσαμε μια περίοδο συνεχούς ανόδου, και μετά, λες και η είσοδός μας στο στενό πυρήνα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ήταν το τέλος, χαλαρώσαμε, επαναπαυτήκαμε, μείναμε εκεί. Και στο σημερινό ιλιγγιώδη κόσμο, όποιος σταματάει να κάνει πετάλι, πέφτει. Από το 2009 που χρεοκοπήσαμε μέχρι σήμερα δεν διαβάζουμε την ίδια πραγματικότητα, δεν ομονοούμε σ’ αυτό το ίδιο συμπέρασμα. Αντί να τα βάλουμε κάτω και να δούμε πως πρέπει να αλλάξουμε για να κερδίσουμε το χαμένο χρόνο, προσπαθούμε να γυρίσουμε αντιθέτως το χρόνο πίσω. Πιστεύουμε ότι είναι εφικτό, ότι απλώς η κυβέρνηση δεν είναι κατάλληλη, πως άμα έρθει κάποιος άλλος θα τα καταφέρει. Και επί 6 χρόνια συνεχίζουμε να κάνουμε τις ίδιες επιλογές, κάθε φορά πιο οδυνηρές γιατί η κατάσταση συνεχώς χειροτερεύει. Επιλέγουμε τα κόμματα που υπόσχονται την επιστροφή στο παρελθόν, όχι την αλλαγή. Με συνέπεια να εισπράττουμε τα ίδια και κάθε φορά χειρότερα αποτελέσματα. Νέα μνημόνια, νέα μέτρα, νέους φόρους.
Έχει καταντήσει σαν το μαρτύριο του Σίσυφου. Αλλά μήπως δεν ξέρουμε ότι μόνο οι ηλίθιοι πιστεύουν ότι θα έχουν άλλα αποτελέσματα άμα επαναλαμβάνουν τα ίδια πράγματα; Χρειαζόμαστε ανάπτυξη και η κυβέρνηση φορολογεί τον τουρισμό και την εκπαίδευση. Δύο δραστηριότητες δηλαδή που θα μπορούσαν να αναπτυχθούν κι άλλο, να προσεγγίσουν διεθνή πελατεία. Ήδη μιλάμε για τουριστική κόπωση, όσο για την εκπαίδευση, γυρνάμε ολοταχώς στη δεκαετία του ’80 και στο νόμο του 1982. Περισσότερο και από τα οικονομικά, η επιστροφή στο παρελθόν φαίνεται από τις άλλες επιλογές, καταργείται ο θεσμός των Συμβουλίων στα πανεπιστήμια, ο οποίος κατόρθωσε να εμπλέξει στην ελληνική εκπαίδευση τα πιο διάσημα και επιτυχημένα ονόματα από τους Έλληνες του εξωτερικού. Το σύστημα θέλει να παραμείνει περίκλειστο, βασίλειο της μετριοκρατίας, της επετηρίδας, κομματικό φέουδο αυστηρά ελεγχόμενο χωρίς ρωγμές για να μπει νέος αέρας.
Έξι χρόνια προσπαθούμε να συντηρήσουμε ένα ασφαλιστικό σύστημα προνομίων και κατασκευής «εισοδηματιών του δημοσίου». Τώρα θα βρουν, λένε, νέους πόρους, δηλαδή θα βάλουν νέους φόρους για να το σώσουν. Θα αυξήσουν επίσης τις ασφαλιστικές εισφορές. Δηλαδή θα αυξήσουν την ανεργία, δηλαδή θα μειώσουν τους μισθούς. Εγκλωβισμένοι στον ίδιο φαύλο κύκλο επαναλαμβάνουν τον εαυτό τους χωρίς διέξοδο. Ο καθένας με τη δικιά του ταμπέλα, άλλος την Παναγία, άλλος το Έθνος, άλλος «το αριστερό ταξικό πρόσημο», στ’ αλήθεια όλοι ένα πράγμα: την υπεράσπιση του πελατειακού κράτους. Είναι τόσο προφανή όλα, ώστε η επίκληση της ταξικής πολιτικής από την κυβέρνηση ακούγεται σουρεαλιστική, μοιάζει να στοχεύει στα ακριβώς αντίθετα αποτελέσματα. Όταν ο υπουργός Φίλης λέει ότι όσοι στέλνουν τα παιδιά τους στα ιδιωτικά σχολεία και φροντιστήρια κάνουν μια επιλογή και αναλαμβάνουν το κόστος, μοιάζει σαν να εγκαλεί τον πρωθυπουργό του. Κι όταν ο βουλευτής Σεβαστάκης δηλώνει ότι οι ψηφοφόροι του Σύριζα δεν θίγονται από τα μέτρα γιατί είναι φτωχοί, μοιάζει σα να κάνει ο ίδιος την αντιδιαστολή με τους εκατομμυριούχους υπουργούς.
Σύμφωνα με το κυβερνητικό «newspeak», οι αυξήσεις στα σχολεία και τα γηροκομεία είναι αριστερή ταξική πολιτική. Δεν υπάρχει καμία ταξική πολιτική, υπάρχει μόνο η ίδια πελατειακή πολιτική. Φροντίζονται οι πελάτες του κυρίου Κατρούγκαλου, προσλαμβάνονται 178 παπάδες, οι καθαρίστριες του Υπουργείου Οικονομικών γίνονται γραμματείς στα δικαστήρια, επιδόματα παίρνουν οι συνδικαλιστές και η ΔΕΗ, ξανανοίγουν μερικά κρατικά κανάλια. Λεφτά υπάρχουν μόνο για το στενό κομματικό περίγυρο, για τη στενή πελατειακή βάση. Χωρίς δανεικά, το ξοφλημένο σύστημα που έπρεπε να είχε αλλάξει από το 1970, δεν μπορεί να συντηρήσει παρά μόνο το στενό πυρήνα της κρατικής και κομματικής γραφειοκρατίας. Η κοινωνία των 2/3 μετατρέπεται γοργά σε κοινωνία του 1/3.
Θα συνειδητοποιούμε την πτώση κάθε μέρα περισσότερο. Όσο περισσότερο προσπαθούμε να διατηρήσουμε το μοντέλο, τόσο περισσότερο θα εγκλωβιζόμαστε στο φαύλο κύκλο. Πρόωρες συνταξιοδοτήσεις θα φέρνουν μειώσεις των συντάξεων μέχρι εξευτελισμού. Νέοι φόροι θα προκαλούν μεγαλύτερη ανεργία. Οι καθυστερήσεις οδηγούν και τις τράπεζες στην απαξίωση, οι εναπομείνασες καταθέσεις κινδυνεύουν.
Με αργά βήματα η κυβέρνηση επαναλαμβάνει την ίδια πολιτική και, μάλιστα, από αυτή κρατάει μόνο το κομμάτι το πιο αδιέξοδο, των φόρων, όχι τις λιγοστές μεταρρυθμίσεις. Θα γίνει ο Σύριζα Πασόκ όπως πολλοί προβλέπουν; Μάλλον με τη διάσπαση αποφύγαμε να γίνει Μπααθ και να μας κάνει Συρία ή Βενεζουέλα. Φυσικά θα γίνει Πασόκ. Αλλά Πασόκ του 1981. Γι’ αυτό άρχισαν με το Κόντρα και τον Κουρή. Έκαναν ΥΕΝΕΔ την ΕΡΤ. Και κήρυξαν τον πόλεμο στα «κανάλια», όπως ο Μαρούδας ήθελε να καταρρίψει τους «δορυφόρους». Δεν υπάρχει χρόνος όμως για αργή ενηλικίωση. Το πολιτικό σύστημα επαναλαμβάνει τον εαυτό του από την αρχή, την ώρα που χρειαζόμαστε επειγόντως ένα άλλο πολιτικό προσωπικό το οποίο θα μπορέσει να υπηρετήσει τελείως διαφορετικές πολιτικές, μεταρρυθμιστικές και αναπτυξιακές. Η ελληνική κοινωνία έχει κάνει επιλογές που διαιωνίζουν την ακινησία, γι’ αυτό εισπράττει ακόμα τόσα χρόνια τώρα το αδιέξοδο της μιζέριας.
Πηγή: Athens Voice