του Πάσχου Μανδραβέλη
Προ καιρού παιζόταν μια τρυφερή διαφήμιση στις τηλεοράσεις. Ενας πιτσιρικάς χάραζε με τις μπογιές του το πάτωμα, όταν μπήκε στο σπίτι αποσβολωμένη η μητέρα του. «Ηθελα να κάνω μια μεγάλη καρδιά», έλεγε χαριτωμένα ο πιτσιρικάς, «αλλά δεν μου έφτασε το χαρτί». Η μητέρα, αφού έχει ξεπεράσει το πρώτο σοκ της ζημιάς, ανταπαντά: «Και είναι η ομορφότερη καρδιά του κόσμου!».
Κάπως έτσι φαντάζονται οι νεανίες του Μαξίμου ότι θα είναι η αντίδραση του ελληνικού λαού στο τέλος των μακρών και χωρίς έρμα «διαπραγματεύσεων» στην Ευρώπη, την ώρα που η πραγματική (ελληνική) οικονομία βουλιάζει. Θα καταλήξουν να μετατρέψουν τη χώρα σε ερειπιώνα, αλλά ελπίζουν –ή είναι σίγουροι– ότι οι πολίτες θα τους πουν «και είναι η ομορφότερη διαπραγμάτευση του κόσμου!».
Αυτό δεν είναι σχήμα λόγου. Οι πολιτικοί της «γενιάς των καταλήψεων», που κρατούν το τιμόνι της χώρας, γνώρισαν μόνο την ύβρη χωρίς τη νέμεση. Ετσι μεγάλωσαν εγχωρίως κι έτσι νομίζουν ότι θα πορευθούν διεθνώς. Ας σκεφθούμε μόνο την αντίδραση της ελληνικής κοινωνίας όλα τα προηγούμενα χρόνια, όταν γίνονταν ρημαδιό τα σχολεία, μετά την ετήσια φθινοπωρινή διέγερση των «επαναστατικών» ανακλαστικών.
Ουδείς ανησυχούσε, πολλοί τους χειροκροτούσαν και οι περισσότεροι σιωπούσαν. Τα δικαστήρια αθώωναν τους πρωταγωνιστές των επεισοδίων επειδή οι απρέπειες και οι βιαιοπραγίες γινόταν στο πλαίσιο του «αγώνα». Είναι το ιστορικό σκεπτικό ενός εισαγγελέα στο τριμελές Πλημμελειοδικείο Ξάνθης το 2009, όταν φοιτητές άρπαξαν από τον γιακά τον αντιπρύτανη του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου, τον πέταξαν έξω από το γραφείο του και έχτισαν την πόρτα του. Βιντεοσκόπησαν μάλιστα την παρανομία τους, όντας σίγουροι ότι δεν θα τιμωρηθούν. Δικαιώθηκαν: ο εισαγγελέας αφενός διαπίστωσε ότι «τα αδικήματα της άσκησης βίας και της διατάραξης οικιακής ειρήνης φαίνεται από τις καταθέσεις και τα στοιχεία της δικογραφίας ότι έχουν αντικειμενικά διαπραχθεί», αλλά ζήτησε και πέτυχε την αθώωσή τους διότι «τελούσαν υπό νομική πλάνη, θεωρώντας ότι στο πλαίσιο της διαμαρτυρίας αντίστοιχες ενέργειες καταγράφονται συχνά».
Να σημειώσουμε ότι μάρτυρας υπεράσπισης των χουλιγκάνων ήταν ο νυν αναπληρωτής υπουργός Παιδείας Τάσος Κουράκης, ο οποίος, σύμφωνα με επίσημη ανακοίνωση του Συνασπισμού, «επαίνεσε τη στάση των φοιτητών, οι οποίοι υπερασπίστηκαν τον δημόσιο χαρακτήρα του πανεπιστημίου, και καταφέρθηκε κατά του εισαγγελέα, ο οποίος στοχοποίησε τους έξι φοιτητές, που υλοποιούσαν απόφαση του συλλόγου τους, στρεφόμενος εμμέσως κατά του πανεπιστημιακού ασύλου». «Και είναι η ομορφότερη κατάληψη του κόσμου», που θα έλεγε και η διαφήμιση.
Είναι λογικό ότι τα παιδιά αυτά που μεγάλωσαν (μόνο ηλικιακά, αλλά όχι στη σκέψη) να φαντάζονται ότι μπορούν –ως κυβερνήτες πλέον– να διαπράξουν τα πάντα χωρίς κόστος. Φαντάζονται ότι μπορούν να κάνουν και τη χώρα ρημαδιό, αλλά επειδή είναι στο πλαίσιο του φανταστικού τους «αγώνα», η πλειονότητα των πολιτών θα αδιαφορήσει και κάποιοι θα τους πουν «και είναι το ομορφότερο ρημαδιό του κόσμου».
Υπάρχει όμως μία ουσιαστική διαφορά μεταξύ του 2008, όταν περίπου όλοι χειροκροτούσαν τα παιδιά που προτίμησαν τον δρόμο από τον «καναπέ» και κάποια από αυτά –παρεμπιπτόντως– έκαψαν την Αθήνα.
Τότε άπαντες πίστευαν ότι υπάρχει ένα κράτος με ατέλειωτα λεφτά και θα μπορούσε να καλύψει όποιες ζημιές κι αν προκαλούσε ο «επαναστατικός» οίστρος των «αριστερών» (τρομάρα μας!) βλασταριών τους.
Τώρα όλοι σχεδόν οι πολίτες κατανοούν ότι θα πληρώσουν οι ίδιοι τις ζημιές εκείνων των πολιτικών, που διακήρυσσαν ότι το μπάχαλο είναι «θαυμάσια κατάσταση».
Η νέμεσις έρχεται μαζεμένη, δηλαδή μαζί με τα χρωστούμενα των περασμένων χρόνων. Το μόνο πρόβλημα είναι ότι το ωστικό κύμα της θα συμπαρασύρει τα πάντα. Ακόμη κι εκείνους που δεν φταίνε…
Πηγή: Καθημερινή