του Παναγή Βουρλούμη
Το αποτέλεσμα των εκλογών τιμώρησε δικαιολογημένα το παραδοσιακό πολιτικό σύστημα που κυβέρνησε μετά το 1974. Δυστυχώς τιμωρεί και τη χώρα γιατί φέρνει στην εξουσία εμπαθείς παρωχημένους ιδεολήπτες μαζί με οπορτουνιστές και όλους με μηδέν πείρα διαχείρισης. Αυτά στην πιο κρίσιμη περίοδο που διέρχεται η Ελλάδα μεταπολιτευτικά.
Η Ν.Δ. και ΠΑΣΟΚ που μοιράστηκαν την εξουσία επί 40 χρόνια μας οδήγησαν στη χρεοκοπία. Αυτό και μόνο θα αρκούσε για να τους καταδικάσει σε εξαφάνιση. Ομως, και αν πάψουν να υπάρχουν, άλλα παρόμοια μορφώματα θα πάρουν τη θέση τους. Και οι νέες «δυνάμεις» που ανέδειξαν οι πρόσφατες εκλογές μοιραία και εκείνες θα μεταλλαχθούν σε πελατειακά κόμματα, όπως το ΠΑΣΟΚ μετά το 1981. Θα φροντίσει γι’ αυτό ο τρόπος διακυβέρνησης που επιβάλλει το Σύνταγμα του 1975, με τις κατοπινές επί τα χείρω αλλαγές που υπέστη.
Το ότι σύρθηκε η χώρα σε εκλογές την πιο ακατάλληλη για το συμφέρον της στιγμή, όταν η οικονομία είχε αρχίσει να ανακάμπτει και το 70% των Ελλήνων δεν τις ήθελαν, αυτό οφείλεται στο Σύνταγμα που απαιτεί ενισχυμένη πλειοψηφία στη Βουλή για την εκλογή διακοσμητικού ανώτατου άρχοντα. Δεν είναι η πρώτη φορά που χρησιμοποιήθηκε το στρατήγημα για να εκβιάσει πρόωρες εκλογές και θα υπέθετε κάποιος ότι το σχεδιαστικό ελάττωμα στον Καταστατικό Χάρτη της χώρας θα είχε διορθωθεί. Οι συνεχείς κυβερνητικές αλλαγές δεν θα έκαναν τόση ζημιά αν υπήρχε ανεξάρτητη διοίκηση, αλλά το Σύνταγμα δεν προστατεύει την ανεξαρτησία της δημόσιας διοίκησης από τα κόμματα και κάθε κυβερνητική αλλαγή οδηγεί σε μαζικές αλλαγές στελεχών. Ετσι σπάει η συνέχεια που χωρίς αυτήν δεν νοείται διοίκηση. Η διάλυση της κρατικής μηχανής είναι έκδηλη αλλά λίγοι συνδέουν το φαινόμενο με τις αδυναμίες του Συντάγματος. Και όμως, εκεί βρίσκεται το πρόβλημα.
Το Σύνταγμα περιέχει διατάξεις που οδηγούν σε κακή διακυβέρνηση και συνεπώς βλάπτουν το συμφέρον της χώρας. Ορισμένες είναι έτσι εκ κατασκευής, άλλες γιατί ο κόσμος έχει στο μεταξύ προχωρήσει και χρειάζονται προσαρμογή. Μια βασική σχεδιαστική αδυναμία του είναι ότι κάνει την αναθεώρηση των μη θεμελιωδών άρθρων εξαιρετικά δύσκολη, σχεδόν αδύνατη. Ετσι σταδιακά μεταβάλλεται σε απολίθωμα, δύσχρηστο εργαλείο για τις ανάγκες σύγχρονης διακυβέρνησης. Αποτέλεσμα να αγνοείται και παρακάμπτεται και τελικά να απαξιώνεται ως θεσμός.
Ο κατάλογος όσων έχει επισημανθεί ότι θα έπρεπε να αναθεωρηθούν στο Σύνταγμα είναι μακρύς και βέβαια δεν συμφωνούν όλοι σε όλα. Παρ’ όλα αυτά έχει ωριμάσει από καιρό η πεποίθηση ότι ήρθε η ώρα για ριζικές αλλαγές και βελτιώσεις. Είχε αρχίσει για το θέμα δημόσιος διάλογος κατά τη θητεία της απερχόμενης Βουλής, αλλά τον διέκοψε ο προεκλογικός πυρετός. Αλλωστε τα κόμματα που κυβερνούσαν άφησαν το ζήτημα για την τελευταία στιγμή και ο ζήλος τους ήταν χλιαρός. Επιπλέον, η αναθεώρηση του Συντάγματος έχει εχθρό μια μεγάλη μερίδα του πολιτικού και ακαδημαϊκού κατεστημένου. Οι πρώτοι φοβούνται αλλαγές που θα αδυνάτιζαν το πελατειακό σύστημα, όπως την κατάργηση του σταυρού προτίμησης και το ασυμβίβαστο βουλευτικής έδρας με υπουργικό θώκο. Οι καθηγητές δεν θέλουν να πειραχθεί το άρθρο 16 που δίνει το μονοπώλιο της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης στο κράτος. Κι άλλες ομάδες έχουν επίσης κατοχυρώσει τα συμφέροντά τους μέσα στο Σύνταγμα και δεν θέλουν να ανοίξει το θέμα.
Εκτός από τους συνειδητούς εχθρούς της αναθεώρησης υπάρχει και η μεγάλη μάζα που δεν συνδέει με το Σύνταγμα τη δυσλειτουργία του πολιτικού συστήματος και την κακοδιοίκηση. Οι μεν γιατί δεν τα θεωρούν πρόβλημα, οι δε γιατί τα αποδίδουν στην κουλτούρα και νοοτροπία του λαού μας – «Lasciate ogni speranza».
Τα κόμματα που ηττήθηκαν στις εκλογές είχαν την ευκαιρία να ανεβάσουν το επίπεδο του δημόσιου διαλόγου προτάσσοντας στην ατζέντα τους την αναθεώρηση του Συντάγματος. Προτίμησαν τη μικροπολιτική και τον λαϊκισμό. Τα κόμματα που αναλαμβάνουν τώρα δεν έχουν λόγο να ασχοληθούν με το ζήτημα. Η οριοθέτηση των τριών εξουσιών με επικυριαρχία της εκτελεστικής και ένα σωρό άλλα τους διευκολύνουν να οργανώσουν το δικό τους πελατειακό κράτος. Αν προλάβουν.
Πηγή: Καθημερινή