του Σήφη Πολυμίλη
Ενα σχόλιο του Μάνου Χατζιδάκι ερμηνεύει με τον καλύτερο ίσως τρόπο το προεκλογικό κλίμα που ζούμε. «Η Ελλάδα ποτέ δεν πεθαίνει, για αυτό και δεν μπορεί να αναστηθεί ποτέ» σχολίαζε πριν από κάμποσα χρόνια, με τη διορατικότητα που τον διέκρινε. Και συμπλήρωνε: «Ψέματα το εμβατήριο για μια μη θνήσκουσα Ελλάδα. Ψέματα και η Ανάσταση για μια περίπτωση χώρας μη θνήσκουσας και μη αναστημένης, αλλά γενναίως επηρμένης»…
Σε αυτήν ακριβώς τη χώρα εξακολουθούμε να ζούμε, ουδέποτε διδασκόμενοι από τα παθήματα του παρελθόντος και πάντοτε πρόθυμοι να τείνουμε ευήκοα ώτα σε όσους επιμένουν να επενδύουν στη διαρκή αξία των παραμυθιών. Αγανακτήσαμε, οργιστήκαμε, απαξιώσαμε κάμποσους από αυτούς που δοξάζαμε στο παρελθόν, διχαστήκαμε, πληγωθήκαμε αλλά είμαστε και πάλι έτοιμοι, όπως φαίνεται, να επανασυνδέσουμε τον ομφάλιο λώρο με όσους και όσα πριν από λίγο απαρνιόμασταν.
Ισοπεδώσαμε τον δικομματισμό, γιατί τον θεωρήσαμε υπεύθυνο – και δικαίως εν πολλοίς – για όσα υποστήκαμε, αλλά με την πρώτη αναλαμπή ανάσας επιστρέφουμε πλησίστιοι σε ένα νέο, ιδιότυπο, μικρομέγαλο, δικομματικό παιχνίδι εξουσίας. Γιατί, όπως αποδεικνύεται και πάλι, έχουμε μια μόνιμη απέχθεια στις αποχρώσεις, είτε πρόκειται για ιδέες είτε για πολιτική, ενώ γοητευόμαστε από τη λογική του άσπρου-μαύρου. Μας αρέσει από τη μία να ταυτιζόμαστε με κάποιον, με κάτι, και από την άλλη να έχουμε έναν εχθρό απέναντί μας στον οποίο μπορούμε να φορτώνουμε όλα τα κακά της μοίρας μας για να απεκδυόμαστε τις ευθύνες μας.
Μπορεί ιστορικά να έχουμε πληρώσει ακριβά αυτή την εμμονή μεταξύ άσπρου και μαύρου. Αλλά, όπως φαίνεται, ούτε η πολιτική μας κουλτούρα ούτε η πολιτιστική μας συγκρότηση μας επιτρέπουν, στη μεγάλη πλειοψηφία τουλάχιστον, να ξεπεράσουμε τις ιδεοληψίες μας, τον φανατισμό μας και να αναζητήσουμε γέφυρες συνεννόησης, αλληλοκατανόησης, ανοχής του άλλου, του διαφορετικού. Είμαστε οπαδοί της μιας και μοναδικής αλήθειας κάθε φορά, δεν αντέχουμε ενστάσεις, κριτική, επιφυλάξεις.
Κάπως έτσι βαδίζουμε και προς τις κάλπες της επόμενης Κυριακής. Με τους μεν να επενδύουν στον φόβο και τους δε να αιθεροβατούν μοιράζοντας δωρεάν ελπίδες. Και με μια μειοψηφία, καθόλου ασήμαντη όμως, να αναζητεί σωτηρία σε ό,τι πιο μαύρο κυκλοφορεί.
Η δημοκρατία μπορεί πράγματι να μην έχει αδιέξοδα, όπως υποστηρίζουν συνήθως οι πολιτικοί μας ταγοί. Επειδή όμως το έργο αυτό έχει παιχθεί αρκετές φορές τα τελευταία χρόνια, καλό είναι να θυμόμαστε ότι μερικές φορές τα αδιέξοδα μεταφέρονται στην κοινωνία…
Πηγή: ΤΟ ΒΗΜΑ