του Πάσχου Μανδραβέλη
Τελικώς, διαπραγμάτευση με την τρόικα στην Ελλάδα είναι η διαρκής ανταλλαγή email για να την πληρώσουν στο τέλος οι πιο αδύναμοι. Αυτό προκύπτει από την απάντηση του υπουργού Οικονομικών προς τους δανειστές, όπου ως ισοδύναμο μέτρο στην αφροσύνη των εκατό δόσεων προτείνει περικοπές στο ΕΚΑΣ, το Επίδομα Κοινωνικής Αλληλεγγύης, το οποίο αφορά τους χαμηλοσυνταξιούχους, από τα πιο ευάλωτα στρώματα του πληθυσμού.
Η τελευταία διαπραγμάτευση της κυβέρνησης είναι παραδειγματική για την άσκηση ανάλγητης πολιτικής· όχι εκ μέρους των δανειστών του εξωτερικού (όπως συνηθίζουν να λένε στα τηλεκαφενεία) αλλά εκ μέρους της πολιτικής τάξης του εσωτερικού. Εξάλλου οι δανειστές απλώς θέλουν να εξασφαλίσουν ότι θα πάρουν τα λεφτά τους και συνεπώς κοιτούν το τελικό νούμερο των περικοπών. Το ποιος θα πληρώσει μόνο θεωρητικά και ψυχοπονιάρικα μπορεί να το κοιτάξουν. Δεν τους ενδιαφέρει διότι αυτό είναι δουλειά της ελληνικής πολιτικής τάξης και ουχί των ίδιων.
Ετσι η κυβέρνηση νομοθέτησε -χωρίς καμία συνεννόηση με την τρόικα- την εξόφληση των χρεών προς το Δημόσιο και τα ασφαλιστικά Ταμεία επί δικαίων και μπαταχτσήδων. Εβαλε εκατό δόσεις ανεξαρτήτως της εισοδηματικής και περιουσιακής κατάστασης των υπόχρεων. Για να καλύψει, όμως, το κενό που δημιουργεί η ρύθμισή της συζητά με την τρόικα την «επανασχεδίαση του ΕΚΑΣ, λαμβάνοντας υπόψη τη συνολική οικονομική και περιουσιακή κατάσταση του συνταξιούχου». Με άλλα λόγια δεν έλεγξε για τους οφειλέτες του Δημοσίου, υπόσχεται να το ελέγξει για τους μικροσυνταξιούχους. Δεν εμφανίζεται απλώς ακριβή στα πίτουρα και φθηνή στ’ αλεύρι, είναι και ατελέσφορη: τι είναι οι μικροσυνταξιούχοι και τι είναι το ζουμί τους;
Στις σοβαρές χώρες, όμως, όταν δεν υπάρχει σοβαρή κυβέρνηση, υπάρχει σοβαρή αντιπολίτευση κι έτσι οι κοινωνίες προχωρούν. Στην Ελλάδα έχουμε μια κυβέρνηση για κλάματα και μια αντιπολίτευση για γέλια. Ο ΣΥΡΙΖΑ από την αρχή της κρίσης δεν αντιπολιτεύεται την κυβέρνηση αλλά την πραγματικότητα. Δηλαδή, αν στη χώρα κυριαρχούσε η λογική, οι πολιτικές δυνάμεις θα έβαζαν κάτω τα νούμερα και θα τσακώνονταν για το πώς θα κατανεμηθούν τα βάρη. Δεν θα συζητούσαν για άλλους κόσμους που είναι ανέφικτοι· θα έλυναν τα προβλήματα του υπάρχοντος κόσμου, έστω και έπειτα από καβγάδες και ψηφοφορίες στη Βουλή.
«Τις παραμονές της κρίσης το ελληνικό σύστημα κοινωνικής προστασίας ανταποκρινόταν απολύτως στην περίφημη περιγραφή του νοτιοευρωπαϊκού κοινωνικού μοντέλου ως συνδυασμού “σημαντικών κενών στο κοινωνικό δίχτυ ασφαλείας” και “νησίδων γενναιοδωρίας για τον προστατευμένο πυρήνα της αγοράς εργασίας”» έγραψε ο καθηγητής του Οικονομικού Πανεπιστημίου κ. Μάνος Ματσαγγάνης (στο «Δημοσιονομική προσαρμογή. Πόσο δίκαιη είναι η κατανομή βαρών;», εκδ. Βουλή των Ελλήνων). «Με άλλα λόγια, ήταν εντελώς ακατάλληλο για τον χειρισμό καταστάσεων επείγουσας ανάγκης. Oχι επειδή ήταν “φτωχό”: το 2010 η κοινωνική δαπάνη στην Ελλάδα είχε συγκλίνει με τον μέσο όρο των 27 χωρών της Ε.Ε. (29,1% έναντι 29,4% του ΑΕΠ). Αλλά επειδή ήταν αναποτελεσματικό».
Αυτή η ανισορροπία διογκώνεται την περίοδο της κρίσης. Oχι με αποφάσεις των «κακών τροϊκανών», αλλά του εσωτερικού πολιτικού συστήματος…
Πηγή: Καθημερινή