Του Αγγελου Σταγκου
Η απλή ανάγνωση της ειδησεογραφίας και η στοιχειώδης παρακολούθηση θέσεων και απόψεων που διατυπώνονται από διάφορες πλευρές στα μίντια, αρκούν για να οδηγήσουν σε πολύ δυσάρεστα συμπεράσματα γι’ αυτή τη χώρα. Δεν απαιτείται δυστυχώς μεγαλύτερη ενασχόληση και επαφή με τα κοινά, πέρα από το ερασιτεχνικό ενδιαφέρον που υποτίθεται ότι πρέπει να δείχνει κάποιος πολίτης, για να καταλάβει πόσο εκτεταμένη είναι η διαφθορά στην Ελλάδα, πόσο βαθιά είναι η έλλειψη λογικής, πόση κακοπιστία επικρατεί σε ενέργειες, συναλλαγές και δραστηριότητες, οι οποίες έχουν σχέση με την πολιτική και την κοινωνία, πόσο αδύναμοι είναι οι θεσμοί, πόσο πολλές είναι οι στρεβλώσεις και πόσο ανίκανη και αντιδραστική (επιεικώς) είναι η δημόσια διοίκηση.
Αυτά όλα συμβαίνουν ακόμη και τώρα που υποτίθεται ότι υπάρχει πολιτική βούληση και γίνονται κάποια βήματα περιορισμού της διαφθοράς και εξορθολογισμού, συχνά με τη βοήθεια της τεχνολογίας. Ισως να χρειάζεται πολύ μεγαλύτερος χρόνος και μακάρι να είναι έτσι για να γίνουν αυτά τα βήματα ταχύτερα και μεγαλύτερα, γιατί προς το παρόν βλέπουμε και θαυμάζουμε τις πρακτικές που κατέστησαν την Ελλάδα «ειδική περίπτωση». Βλέπουμε δηλαδή ότι υπάρχουν «ευυπόληπτοι» πολίτες που μετέχουν σε κυκλώματα παρανομίας, όπως αυτό που ανακαλύφθηκε τις προάλλες με τις συνταγογραφήσεις για φάρμακα σε νεκρούς. Και αναρωτιέται κανείς, δεν είχαν κανένα φόβο οι γιατροί και οι φαρμακοποιοί που συμμετείχαν στο κύκλωμα ότι κάποια στιγμή θα ανακαλυφθούν, θα πάνε φυλακή, θα ξεφτιλιστούν, θα νιώσουν ντροπή τα παιδιά τους;
Η απάντηση είναι ότι προφανώς δεν ένιωθαν τέτοιο φόβο, όπως δεν ένιωθαν ανάλογο φόβο και οι δεκάδες χιλιάδες που έπαιρναν συντάξεις χωρίς να τις δικαιούνται, που δήλωναν αναπηρίες, ενώ ήταν θεόκαλα, που λεηλατούσαν επί χρόνια το κράτος με διάφορους παράνομους τρόπους. Οι νόμοι βέβαια υπήρχαν πάντα και δεν υπάρχει αμφιβολία ότι σε αυτές τις περιπτώσεις όσοι τους παραβίαζαν με τέτοια βαναυσότητα το έκαναν εν γνώσει τους και πολύ συχνά σε συνεργασία με παράνομα κυκλώματα που εξασφάλιζαν την ατιμωρησία. Και πάντως υπάρχει σαφώς ποιοτική διαφορά σε παραβιάσεις νόμων. Αλλο η μη υπακοή σε νόμους και άλλο η απάτη. Γιατί περί αυτού πρόκειται και η κοινωνία μας το ανεχόταν. Το χειρότερο, το ανέχεται και τώρα.
Βλέπουμε πάλι τώρα και θαυμάζουμε τις αντιδράσεις δημάρχων να εκλογικευθεί κάπως η ιστορία με τα σκουπίδια. Είναι η μοναδική χώρα του πυρήνα της Δύσης που προτιμά την ασυδοσία και τη βρώμα των σκουπιδιών, παρά να μαζεύονται οργανωμένα, να απορρίπτονται εκεί που πρέπει και να αχρηστεύονται ή να «χρησιμοποιούνται» κατά κάποιο τρόπο. Δεν μας φτάνουν οι συνδικαλιστές που φτάνουν στα άκρα για να περιφρουρήσουν κεκτημένα προνόμια για τις συντεχνίες τους, έχουμε και τους λεγόμενους τοπικούς άρχοντες που προτάσσουν τα στήθη τους και υποδαυλίζουν «εξεγέρσεις» για να διατηρήσουν το παρελθόν στις μικρές κοινωνίες τους. Παρ’ όλο που αυτό το παρελθόν λειτουργούσε σε βάρος των μικρών κοινωνιών. Ή, σε άλλες περιπτώσεις, που διεκδικούν με πάθος χώρους και εξουσίες, ενώ γνωρίζουν πολύ καλά ότι δεν έχουν δυνατότητες διαχείρισής τους.
Δεν βλέπουμε όμως μόνο και θαυμάζουμε. Ακούμε και ταραζόμαστε, τις ίδιες δοξασίες που αμφισβητούν εδώ και χρόνια την πραγματικότητα να επαναλαμβάνονται, που σημαίνει ότι τα παθήματα δεν γίνονται μαθήματα και η συλλογική προσοχή αρνείται να ξεφύγει από το παρελθόν και να στραφεί στο μέλλον. Δεν την αφήνουν πολιτικοί, κόμματα, μίντια, δημοσιογράφοι, ποικίλα συμφέροντα, ίντριγκες, τύποι του πολιτικού και επιχειρηματικού κατεστημένου που βυσσοδομούν και κάποιοι αλλοπαρμένοι που αντιμετωπίζονται ως γνωστικοί. Αν ψάξει κανείς λίγο βαθύτερα και κάνει τους κατάλληλους λογικούς συνειρμούς, θα διαπιστώσει ότι μερικοί από αυτούς τους αλλοπαρμένους χρησιμοποιούνται, με τη βοήθεια της δημοσιότητας, για να δημιουργήσουν δύσκολες καταστάσεις. Και κυρίως για να μην προχωρήσουν οι όποιες προσπάθειες εξυγίανσης και εξορθολογισμού, για να ορθοποδήσει η χώρα. Αρκετά τέτοια φαινόμενα βλέπουμε τελευταία…
Με λίγα λόγια, οι δυνάμεις της αντίδρασης παραμένουν ισχυρές. Δεν έχουν πάντα ονοματεπώνυμο, δεν μπορούν πάντα να φωτογραφηθούν για να αναγνωρισθούν. Υπάρχουν συγκεκριμένα άτομα και ομάδες, αλλά μαζί με αυτά δεν λέει να αλλάξει (ούτε αναμενόταν ότι θα ήταν εύκολο) η διάχυτη νοοτροπία και ο τρόπος σκέψης που διαμόρφωσαν μέσα από πολλές δεκαετίες τη γνωστή «ελληνική πραγματικότητα». Και που αποτελούν τροχοπέδη σε κάθε απόπειρα αλλαγής της.
Πηγή: Καθημερινή