1. Μόνο με αυτοεξέταση και αυτοπαρατήρηση προχωράμε στην Αυτογνωσία. Και μια προειδοποίηση: Αυτά τα σχόλια μου δεν αποτελούν αυτοεξέταση. Είναι απλώς σηματοδότες. Για τη μελέτη του εαυτού μας χρειάζεται σχολή – με δάσκαλο και μέθοδο. Δεν γίνεται αλλιώς.
Το πρώτο μέλημα μας είναι να μάθουμε την τεχνική της αυτοπαρατήρησης. Είναι αναγκαίο να παρατηρήσουμε διαφορετικές πλευρές του εαυτού μας, διαφορετικές διαθέσεις ή καταστάσεις και διαφορετικές λειτουργίες. Και πρέπει να θυμόμαστε πως οι παρατηρήσεις μας θα διαφέρουν ανάλογα με την κατάσταση της συνειδησίας μας την ώρα εκείνη – αν είναι ονειρική αφύπνιση ή εγρήγορση. Απαιτείται θύμηση και αυτοεπίγνωση.
Σύντομα θα έχουμε αποτελέσματα, αν έχουμε πραγματικό ενδιαφέρον και κάνουμε αυτήν την εργασία της αυτοεξέτασης συστηματικά. Σύντομα επίσης θα δούμε πως εγείρεται μεροληψία καθώς μερικά γνωρίσματα φαίνονται να ανήκουν στα υπέρ και να βοηθούν στην προσπάθεια ενώ άλλα και δυσάρεστα είναι και αποτρεπτικά. Τα πρώτα θα μας αρέσουν τα δεύτερα όχι.
Έτσι το πρώτο δίδαγμα είναι να μάθουμε να παρατηρούμε ουδέτερα, δίχως κρίση, δίχως έπαινο ή επίκριση.
2. Η αυτοεξέταση αυτή είναι το πρώτο βήμα προς την ανέλιξη. Διότι Αυτογνωσία σημαίνει κατά κύριο λόγο τη γνώση του αληθινού εαυτού που είναι πολύ ανώτερος από ό,τι ξέρουμε. Άχρηστη είναι μια ζωή δίχως αυτοεξέταση, έλεγε ο Σωκράτης.
Υπάρχουν χρήσιμα χαρακτηριστικά που μπορούν ν’ αναπτυχθούν και να οδηγήσουν σε ανύψωση και ανώτερη αφύπνιση. Υπάρχουν όμως και πλευρές που δεν μπορούν να αναπτυχθούν και μάλιστα θα εμποδίζουν την ανέλιξη κι έτσι θα πρέπει να εξουδετερωθούν.
3. Η πρώτη γενική διαπίστωση που κάνει κανείς είναι πως δεν υπάρχει ένας ενιαίος και μόνιμος εαυτός. Αυτή μπορεί να είναι τρομακτική ανακάλυψη για πολλούς. Οπότε σπεύδουν να βρουν επιχειρήματα πως δεν είναι έτσι!
Υπάρχουν πολλά «εγώ»: δηλαδή πολλά πλασματάκια, πολλά στοιχεία, που λένε και νιώθουν «εγώ» και μιλάνε με τη φωνή που συνηθίσαμε να αποδίδουμε στον εαυτό μας. Ακούμε αυτήν τη φωνή να κάνει σκέψεις, ν’ αναπτύσσει επιχειρήματα, να περιγράφει διαθέσεις και συναισθήματα, να εκφράζει κρίσεις, επιθυμίες ή απαρέσκειες κλπ. κλπ.
Κάθε συγκίνηση ή επιθυμία, για παράδειγμα, λέει (και νιώθει) «εγώ» – ή «μου» ή «εμένα». Ο νους δονείται από αυτόν τον ήχο και πιστεύει πως πρόκειται για τον άνθρωπο, για τον εαυτό! Έτσι τη μια στιγμή ακούει την επιθυμία για τσιγάρο και κινητοποιεί τα σωματικά όργανα που σπεύδουν να παρουσιάσουν το τσιγάρο. Άλλη ώρα όμως, μετά από κάποια είδηση για τα κακά αποτελέσματα του καπνίσματος, ο νους ακούει την επιθυμία «θα κόψω το κάπνισμα» και το κάνει – ωσότου εμφανιστεί ξανά μια επιθυμία για τσιγάρο!
Ή παίρνοντας άλλο παράδειγμα, το πρωί νιώθεις ευχάριστα και κάνεις παραχωρήσεις σε κάθε άλλο οδηγό στον δρόμο. Μα ξαφνικά αντιλαμβάνεσαι πως έχεις αργήσει για τη δουλειά, οπότε το μακάριο συναίσθημα εξαφανίζεται, κυριαρχεί το «εγώ πρέπει να βιαστώ» και η συμπεριφορά σου αλλάζει άρδην. Το νέο «εγώ» έχει νέα βούληση: να προχωρήσει γρήγορα!
4. Ήδη ο νους σας, καλοί μου αναγνώστες, άρχισε να λειτουργεί πιο εντατικά βρίσκοντας εξηγήσεις για τις αλλαγές, εκλογικεύοντάς τις κι εμμένοντας στην πεποίθηση πως έχετε έναν ενιαίο και μόνιμο εαυτό. Σε τέτοια επιπολαιότητα δυστυχώς, ζούμε όλη μας την ενήλικη ζωή!