Γράφω για τη μυστική προσέγγιση προς τα θεία και τον Θεό. Μπορεί αυτή η διατύπωση ν’ ακούγεται θεολογική ή φιλοσοφική, μα είναι πολύ ουσιαστικά ψυχολογική καθώς ο άνθρωπος (αναζητητής, μύστης, οπαδός) χρησιμοποιεί τις ενέργειες του νου για να εκλεπτύνει την εμπειρία και ν’ ανέλθει σε μια πολύ ανώτερη κατάσταση συνειδησίας (μερικοί τη λένε κι «ενόραση») που είναι η συνειδητοποίηση του αληθινού Εαυτού και όχι μιας ξένης οντότητας.
Αυτή η ανύψωση του νου, της ψυχής ή της ενουσίας του ανθρώπου, αφήνει πίσω αντιλήψεις, εικόνες, ιδέες, και οτιδήποτε άλλο γνωστό και καθορισμένο, και περνά από το άγνωστο, ακαθόριστο και σιωπηλό, στον θεϊκό Εαυτό, σε μια απόλυτη και αόρατη, απερινόητη ενότητα. Αυτό γίνεται με κατά-φαση (θετικά) και με από-φαση (αρνητικά).
Ο (ψευδο-) Διονύσιος Αρεοπαγίτης (ήκμασε στα τέλη 5ου αιώνα κε) γράφει για τη διαδικασία ετούτη στο έργο του Μυστική Θεολογία (μα και αλλού). Επειδή γράφει στο πλαίσιο του Χριστιανισμού, έχοντας εντρυφήσει στον Πλάτωνα, τον Νέο-Πλατωνισμό του Πλωτίνου (3ος αιώνας κε) και την πλατωνική φιλοσοφία του Πρόκλου (5ος αιώνας), αναφέρεται στην άνοδο προς τον Θεό. Γράφει στον Τιμόθεο –
«Άφησε τις αισθήσεις και νοητικές ενέργειες, όλα τα αισθητά πράγματα και τα νοητά, όλα όσα υπάρχουν και δεν υπάρχουν, έτσι που ν’ ανυψωθείς με αγνωσία (= χωρίς να καταλαβαίνεις) προς την ένωση, όσο αυτή είναι εφικτή, μ’ Εκείνο που υπερβαίνει κάθε [επίπεδο] ουσίας και γνώσης. Διότι με την ακατάπαυστη και οριστική αφαίρεση του [συνήθους] εαυτού σου και όλων των πραγμάτων, θ’ ανέλθεις σε έκσταση (= έξω ή πάνω από τον συνήθη εαυτό σου) στην υπερούσια (υπερβατική;) ακτινοβολία του Θεϊκού Σκότους.» (Κεφ1 – η αρνητική, απορριπτική άνοδος.)
Αυτή η αφαίρεση, αποκόλληση, απαλλαγή συνηθισμένου εαυτού με τα ενδιαφέροντα, τις διαθέσεις και τις διεκδικήσεις του, τα υλικά ή σωματικά πράγματα και τις νοητικές διεργασίες, είναι η από-φατική προσέγγιση. Εδώ ο Διονύσιος παρακάμπτει όλα τα οράματα των ασκητών και μοναχών με τους αγγέλους, τις ψαλμωδίες, τα υπέρλαμπρα φώτα, τον θρόνο ή το άρμα του Θεού και παρόμοια, και γράφει για «θείο σκότος».
Στο 3ο κεφάλαιο του πολύ σύντομου αυτού έργου εξηγεί πως υπάρχει και η καταφατική προσέγγιση όπου χρησιμοποιούνται (όπως ανέφερε και στο Περί θείων Ονομάτων) οι προσδιορισμοί «αγαθός, ζωή, σοφία, δύναμη» και άλλα. Αναφέρει επίσης πως πολλοί άλλοι προσδιορισμοί, εικόνες και μορφές, όργανα και λειτουργίες και παρόμοια πράγματα στον αισθητήριο κόσμο είναι ιερές, συμβολικές αναπαραστάσεις του Θείου. Από τις υψηλές έννοιες κατεβαίνουμε στο δικό μας συνηθισμένο χαμηλό επίπεδο. Η ανοδική προσέγγιση είναι διαφορετική.
«Αλλά καθώς ο λόγος (= νους) μας ανεβαίνει από τα κατώτερα στα ανώτερα … εισδύουμε στον γνόφον (= σκότος) πάνω από τη διάνοια και βρίσκουμε όχι απλώς λιγότερους προσδιορισμούς μα ολοκληρωτική σιωπή λέξεων και σκέψεων.»
Κι έτσι γίνεται η άφωνη ένωση με το Αμίλητο.
Στο 4ο κεφάλαιο απορρίπτονται για το Θείο όλα τα φαινόμενα που σχετίζονται με το υλικό σώμα μας: ούτε σχήμα, ούτε όγκος, ούτε ποιότητα, ούτε αλλοίωση, διαίρεση και φθορά. Και στο 5ο απορρίπτονται και οι νοητικές και πνευματικές ιδιότητες και λειτουργίες. Έτσι ψηλότερα δεν είναι ψυχή, νους, αριθμός, (αν-)ομοιότητα, κίνηση, ησυχία, δύναμη κ.λπ. Είναι η αιτία των πάντων, υπερβαίνει κατάφαση και από-φαση, ελεύθερο από περιορισμό, υπεράνω όλων.
Πολλούς αιώνες νωρίτερα στη Βεδική Παράδοση, οι δυο όροι από-φαση και κατά-φαση λέγονταν vyatireka και anvaya. Χρησιμοποιούνταν στην ίδια πρακτική πνευματική άσκηση – και πάντα σε σχέση με τον αληθινό Εαυτό (ātman) που είναι ίδια ουσία κι ενέργεια με τον συμπαντικό Εαυτό (brahman) και μπορεί να θεωρηθεί Ύψιστη Θεότητα (πάνω από την Τριάδα του Ινδουισμού – Vishnu, Brahmā, Shiva).
Η απαρχή αυτής της ασκητικής βρίσκεται στην Bṛhadāraṇyaka Ουπανισάδα, 4.4.22 όπου λέγεται –
Ο Εαυτός άτμαν προσδιορίζεται αρνητικά με «Όχι αυτό, όχι αυτό, οτιδήποτε θετικό έχει λεχθεί ή μπορεί να λεχθεί γι’ αυτόν [ως θέαμα ή άλλη εμπειρία], δεν γίνεται καταληπτό διότι είναι ακατάληπτος. Δεν φθείρεται διότι είναι άφθαρτος…» κλπ.
Ο Εαυτός, συνεχίζει το πανάρχαιο κείμενο, είναι πέρα από κάθε μορφή κι ενέργεια που γνωρίζουμε στον υλικό και πνευματικό κόσμο.
Μια άλλη Ουπανισάδα, η Chāndogya, συνοψίζει τη διαδικασία vyatireka απόρριψης (8.13.1.) –
Από το σκοτάδι [της κοινής άγνοιας] περνώ στην ποικιλοχρωμία του κόσμου και από αυτή στο σκοτάδι [της αγνωσίας]. Τινάζοντας το κακό, όπως το άλογο τη χαίτη του, ελευθερωμένος, όπως η σελήνη από έκλειψη, Εγώ ο άτμαν ολοκληρωμένος, παρατώντας το ατελές κορμί, συγχωνεύομαι στο ύψιστο brahman.
Υπάρχουν όμως συγκεκριμένες οδηγίες και διακριτά στάδια σε αυτήν την ασκητική – και στην άνοδο vyatireka και στην κάθοδο anvaya.