Στο παρόν αφήνουμε τη Δυτική και την Ελληνική μας παράδοση και πάμε στην Ανατολή.
Ο θρύλος αυτός έρχεται από την ομίχλη της πανάρχαιας περιόδου λίγο πριν την ιστορική εποχή, δηλαδή τότε που οι άνθρωποι έμαθαν να γράφουν, και άφησαν την προϊστορία που μας κληροδότησε θρύλους, μύθους και παραμύθια. Ήταν στην παραμονή της εισόδου στο Kali-yuga (έτσι λέγεται στη Βεδική Παράδοση = Σιδερένια Εποχή στο Έργα και Ημέραι του Ησιόδου) όταν οι άνθρωποι θα έμεναν μόνο με το τελευταίο τέταρτο της αρετής και δύναμης. Τα πρώτα τρία είχαν παρέλθει σε προηγούμενες περιόδους.
Λέγεται πως ήταν ένας μεγάλος βασιλιάς σε μια χώρα στη Νότια ή Κεντρική Ασία που πέθανε δίχως απογόνους και άφησε το βασίλειό του στον έναν ικανότερο στρατηγό του. Η σοφία του ήταν τόσο μεγάλη, λέγεται, όσο η έκταση του βασιλείου του και η ευτυχία των υπηκόων του.
Λίγο πριν πεθάνει κάλεσε γύρω του τους στρατηγούς, τους κυβερνήτες και τους συμβούλους του, εξήγησε πώς ήθελε να διοικείται το βασίλειο και τους όρκισε να ακολουθήσουν την επιθυμία του κατά γράμμα και να υπακούν στον διάδοχό του.
«Όσο για την κηδεία και την ταφή μου, έχω τρεις επιθυμίες», συνέχισε. «Η πρώτη είναι να μεταφέρουν το φέρετρό μου στους ώμους τους έξι γιατροί, οι δυο δικοί μου και τέσσερις άλλοι. Μόνο αυτοί».
«Η δεύτερη επιθυμία μου είναι να σκορπάτε καθ’ οδόν προς τον τάφο πίσω από το φέρετρό μου, τα χρυσά και ασημένια νομίσματα και τα πετράδια της προσωπικής μου περιουσίας. Όχι αυτά που ανήκουν στο Δημόσιο».
«Η τρίτη μου επιθυμία είναι να υπάρχουν δυο τρύπες στα πλάγια του φέρετρου και τα δυο χέρια μου να κρέμονται έξω γυμνά στη θέα όλων».
Όλοι οι παρευρισκόμενοι απόρησαν, μα υποσχέθηκαν να εκτελέσουν πιστά τις παράξενες, όπως τους φαίνονταν, επιθυμίες του.
Ο βασιλιάς πέθανε και όλα έγιναν όπως όρισε. Έξι γιατροί μετέφεραν το φέρετρο από το οποίο ξεπρόβαλλαν τα δυο χέρια και δυο αξιωματούχοι σκορπούσαν τους προσωπικούς θησαυρούς του ξοπίσω στον κόσμο που παρακολουθούσε στις δυο μεριές του δρόμου. Μετά τον ενταφίασαν σύμφωνα με την παράδοσή τους.
Αργότερα, ο διάδοχος κάλεσε το πρώτο Συμβούλιο με τους στρατηγούς, τους κυβερνήτες και τους συμβούλους που ορκίστηκαν πίστη. Στο μυαλό όλων ήταν το ερώτημα γιατί ο νεκρός είχε θέσει εκείνους τους όρους για την κηδεία. Ένας πήρε θάρρος και ρώτησε φωναχτά. Κανένας από τους άλλους δεν ήξερε. Τότε ο νέος βασιλιάς μίλησε κι εξήγησε:
«Ήθελε ο σοφός βασιλιάς μας να αφήσει τρία διδάγματα.
«Ο πρώτος όρος. Με τους γιατρούς ήθελε να δείξει στον κόσμο πως οι γιατροί δεν μπορούν να θεραπεύσουν κάθε αρρώστια. Υπάρχουν άλλες δυνάμεις ανώτερες που ορίζουν τη ζωή και τον θάνατο ακόμα και των βασιλέων.
«Ο δεύτερος. Ξόδεψε πολλά χρόνια μαζεύοντας θησαυρούς και τα δώρα που του χάριζαν οι υπήκοοί του και ήθελε τώρα να τα επιστρέψει. Κατάλαβε πως τίποτα δεν του ανήκε αφού τίποτα δεν θα έπαιρνε μαζί του στο τελευταίο ταξίδι.
«Και με τον τρίτο όρο, άφησε τα χέρια του να κρέμονται έξω και να φαίνονται γυμνά, για να καταλάβει ο κόσμος πως όταν πεθάνεις δεν παίρνεις τίποτα μαζί σου. Φεύγεις μόνος και γυμνός όπως ήρθες.
«Ήταν ένας από τους τελευταίους σοφούς βασιλιάδες της εποχής μας η οποία θα περάσει τώρα και η σοφία θα γίνει δυσεύρετη. Ας προσπαθήσουμε να τη διαφυλάξουμε όσο μπορούμε τώρα κι εμείς στην παράδοσή μας τηρώντας τους καλούς νόμους που κληρονομήσαμε»»