1. Έκλεισε ο σοβαρός εκδοτικός οίκος που δημοσίευε πολλούς νέους “ποιητές” μα και ορισμένους παλαιότερους.
Πεθαίνοντας ο κ. Γαβριηλίδης άφησε στους κληρονόμους του δυσβάσταχτα χρέη σε τράπεζες. Ακολουθώντας την ηλίθια νομοθεσία μας που απαγορεύει σε τέτοιες περιπτώσεις τη δωρεά βιβλίων σε βιβλιοθήκες ή ό,τι άλλο (!), οι τράπεζες πολτοποίησαν τα αποθέματα βιβλίων διότι η αποθήκευση κοστίζει και διότι (εκτός από ορισμένους συγγραφείς που αγόρασαν τα δικά τους σε τιμή κόστους) αυτές οι παλιές εκδόσεις δεν θα πουλήσουν. Οπότε τι να έκαναν οι τράπεζες;
Μα φυσικά οι παρανοϊκοί ψευτοδιανοούμενοι της Αναρχοαριστεράς (σταλινικής και ανανεωτικής) ξεσήκωσαν έντονες διαμαρτυρίες (που κράτησαν δυο μέρες) και θρήνησαν γοερά την πολτοποίηση από τις τράπεζες, αυτά τα όργανα του καπιταλισμού ο οποίος νοιάζεται μόνο για κέρδος!
2. Μερικοί πιο σοβαροί δημοσιογράφοι κατέδειξαν την απύθμενη υποκρισία των διαμαρτυρόμενων (όπως η κα. Αναγνωστοπούλου, τομεάρχης Πολιτισμού των Συριζαίων τσιπριστών) και τις πραγματικές παραμέτρους του όλου ζητήματος.
Στην ΕΕ στην Ελλάδα και Κύπρο οι πολίτες ξοδεύουν το χαμηλότερο ποσοστό του εισοδήματός τους για βιβλία, εφημερίδες και περιοδικά: μόλις, 0,5% (Eurostat 2016). Από την άλλη αυτοπαρουσιάζονται ως “βιβλιοφάγοι” καθώς, ισχυρίζονται, διαβάζουν πάρα πολύ: ένα 11,9% (τέταρτοι στην Ευρώπη) δηλώνουν πως η ανάγνωση είναι μια βασική τους δραστηριότητα! (Η αντίφαση είναι καταφανέστατη.)
Ακριβώς επειδή οι Ελληνόφωνοι δεν αγοράζουν, γι’ αυτό ο Γαβριηλίδης είχε “δυσβάσταχτα χρέη”. Άσχετα με τον ισχυρισμό πως διαβάζουν πολύ. Ακόμα και ο Βαρουφάκης δήλωσε πως διαβάζει ποίηση! Αν δεν αγοράζουν, που βρίσκουν τη τυπωμένη ποίηση, αφού οι βιβλιοθήκες είναι σχεδόν ανύπαρκτες και όπου υπάρχουν είναι ανάπηρες;
3. Μα ένα θέμα, ή μια άποψη, που ακόμα και πιο καλλιεργημένοι δημοσιογράφοι (π.χ. Τ. Θεοδωρόπουλος, Π. Μανδραβέλης) δεν θίγουν είναι γιατί τα βιβλία των εκδόσεων Γαβριηλίδη μένουν απούλητα προκαλώντας την χρεοκοπία.
Το ότι εμείς γενικά δεν διαβάζουμε πολύ και δεν αγοράζουμε πολλά βιβλία είναι αναμφισβήτητο γεγονός. Το επίπεδο είναι χαμηλό και το βλέπουμε σε κάθε πλατεία και γωνία της χώρας.
Μα υπάρχει ένας ακόμα λόγος, ειδικά όσο αφορά την ποίηση. Η ποίηση στις μέρες μας είναι ασυνάρτητη, δεν λέει τίποτα κατανοητό ή αξιόλογο και είναι χάσιμο χρόνου.
Παίρνω δυο βιβλία των εκδ. Γαβριηλίδη – του Α. Παρθένη Εις Ατρύγετον Καιρόν 1997 και του Ι.Ι. Βρεττού Των Σωμάτων 2006. Τα έχω διαβάσει (και σχολιάσει ίσως στα άρθρα μου περί Ποίησης) διότι θέλω να παρακολουθώ την ποίηση.
Από το πρώτο: Τον καιρό | τρυπώντας | η λαχτάρα || καταργώντας τον (σ17). Ή – Έστιν δε χρόνος | και για τη θάλασσα | και για τ΄ άστρα όλα τ’ ουρανού || Παρηγοριά να σου πετύχει (σ38). Πετσοκόβοντας τις σχεδόν εντελώς ασήμαντες γραμμές, νομίζει πως φτιάχνει ποίηση.
Από το δεύτερο: “Τι θαυμάσια προσφορά | Και τούτη | Του πουλιού το γάλα” (σ16) Ή Και τούτο ονειρεύομαι || Τον αφαλό σου | Ξέχειλο (σ50). Εδώ ακόμα χειρότερα.
Ναι, διάλεξα σύντομα κομμάτια. Τα μακρύτερα είναι χειρότερα. Υπάρχει νόημα στον συμβολισμό μα είναι προσωπικό, ιδιωτικό του ποιητή. Γιατί να προσπαθώ να το εκμαιεύσω όταν έχω τόσα άλλα ενδιαφέροντα πράγματα να κάνω;
Δυστυχώς σπάνια συναντάς κάτι έλλογο κι ευχάριστο όπως (Παρθένης σ49) “Εδώ η σιωπή του ανέμου | το φως σιωπή του μεσημεριού | κι η ανάσα της θάλασσας σιωπή | στα χαλίκια η ανάσα το κόσμου.”