1. Στα προηγούμενα άρθρα 225Π – 232Π είδαμε διάφορες προσεγγίσεις στην Ποίηση, κριτικές, ιστορικές, ερμηνευτικές. Μα καμιά δεν ανέλυε στίχους ή αποσπάσματα να μας δείξει τι είναι η ποιητική τεχνική και κατά πόσον οι λεγόμενοι ποιητές, τους οποίους οι διάφοροι κριτικοί εξέταζαν, ακολουθούν την ποιητική τέχνη και σε ποιον βαθμό.
Ας πάρουμε την αναλογία τριών υδραυλικών που τοποθετούν ή αλλάζουν το παλαιό με καινούριο σύστημα. Ο ένας κάνει τη δουλειά του έτσι που αφήνει το σπίτι πεντακάθαρο και το δίκτυο παρέχει παντού νερό δίχως διαρροές πουθενά: τα καλοριφέρ είναι εντάξει, ο θερμοσίφωνας στο μπάνιο και τα καζανάκια παντού λειτουργούν άψογα. Του βάζουμε 10 στα 10. Ο δεύτερος αφήνει σκουπίδια παντού και το καλοριφέρ δεν λειτουργεί καλά ενώ ένα καζανάκι και η ντουσιέρα έχουν διαρροή. Του βάζουμε 6 στα 10. Ο τρίτος επίσης αφήνει σκουπίδια και το νερό δεν φτάνει σε όλες τις βρύσες, το καλοριφέρ είναι χάλια, τα καζανάκια πότε λειτουργούν πότε όχι και άλλα ευτράπελα: του βάζουμε 4 στα 10. Αν και όταν χρειαστούμε ξανά υδραυλικό θα προσφύγουμε, φυσικά, στον πρώτο και ποτέ, σε καμιά περίπτωση στον τρίτο.
2. Η ποίηση επίσης είναι τέχνη, η οποία μπορεί να βαθμολογηθεί με περίπου όμοιο τρόπο. Εννοώ κάποια ποιήματα παίρνουν 8-10 στα 10. Άλλα παίρνουν 5-7,5 και άλλα κάτω από τα 5 στα 10. Τους πρώτους τους ξαναδιαβάζεις και σε ενδιαφέρει αυτό που λένε. Τους τελευταίους δεν τους ξαναδιαβάζεις και δεν σε ενδιαφέρει τι έχουν να πουν ποιητικά – αν και μπορεί να λένε κάτι αξιοπρόσεκτο ως ιστορία ή φιλοσοφία.
Πώς κρίνουμε και βαθμολογούμε (τρόπον του λέγειν); Να, παραδείγματα.
Σταλαματιά σταλαματιά/ χύνει όλο το μεδούλι της η θύελλα
και γδύνεται ο ουρανός τη σκοτεινιά
μ’ εύνοιες που παρασέρνουν τη ζωή
ξυπνούν κείνη την αίσθηση που αγαπάει και γελά.
Εδώ η θύελλα (α) προσωποποιείται και πεθαίνει, δηλ. παύει και παύοντας αφήνει να πέφτουν πια τελευταίες στάλες μεμονωμένες: έτσι χύνει την πεμπτουσία της, όλο το θρεπτικό νερό. Και το /λ/ αφήνει τον ήχο από στάλες. Εικόνα με στάλες, προσωποποίηση και μεταφορά και σύμβολο (χύνει μεδούλι) συγκεκριμένη δράση του σχήματος της προσωποποίησης. (β) Ο ουρανός επίσης προσωποποιείται και η συγκεκριμένη δράση είναι πως ξεντύνεται τη σκοτεινιά που φορούσε στη διάρκεια της θύελλας. Τώρα παρουσιάζει «εύνοιες» όπως φως και ζεστασιά και γαλήνεμα του αέρα, εύνοιες που παρασέρνουν τα ζωντανά πλάσματα στις δραστηριότητες της καθημερινής ζωής και αφυπνίζουν για λίγο έστω ευφροσύνη, αγάπη, ευδιαθεσία και χιούμορ. Ο ρυθμός στην τελευταία γραμμή είναι σχεδόν χορευτικός. Ο νους δεν σκοντάφτει πουθενά, δεν χρειάζεται να κάνει άλματα να μαντέψει έννοιες: έχει διδαχθεί κάτι απλό, που ίσως γνωρίζει πολύ καλά για το γαλήνεμα μιας θύελλας κι ευχαριστιέται!
Του βάζουμε 9.
3. Ας πάρουμε δεύτερο κομμάτι – με νεροποντή.
Ποιος θα σηκώσει τη θλίψη τούτη απ’ την καρδιά μας;
Χτες βράδυ μια νεροποντή και σήμερα
βαραίνει πάλι ο σκεπασμένος ουρανός. Οι στοχασμοί μας
σαν τις πευκοβελόνες της χτεσινής νεροποντής
στην πόρτα του σπιτιού μας μαζεμένοι κι άχρηστοι
θέλουν να χτίσουν έναν πύργο που γκρεμίζει.
Εδώ σίγουρα έχουμε θλίψη. Η νεροποντή πέρασε μα ο ουρανός «βαραίνει» πάλι σκεπασμένος με σύννεφα: Το εξωτερικό περιβάλλον αντανακλά το εσωτερικό. Υπάρχει μια παρομοίωση «στοχασμοί σαν πευκοβελόνες». Μα εδώ ο νους σκοντάφτει: είναι οι στοχασμοί μαζεμένοι κι άχρηστοι «στην πόρτα του σπιτιού μας». Δεν έχει κάποιο νόημα αυτό. Μετά, σε νέα ανάγνωση καταλαβαίνεις πως ίσως είναι οι πευκοβελόνες στην πόρτα, μα είναι συντακτικά μακριά οι δυο φράσεις. Η αφήγηση είναι σχεδόν πεζή με ρυθμό σαν μοιρολόι. Δεν ξέρουμε γιατί επικρατεί θλίψη – ούτε φαίνεται στο υπόλοιπο ποίημα εκτός από αναφορά στην ξενιτιά. Του βάζω 7 λόγω της σύνταξης της κατά τα άλλα ωραίας παρομοίωσης.
4. Και στο πρώτο και στο δεύτερο τα σχήματα λόγου (προσωποποίηση, μεταφορά, παρομοίωση) έχουν Αντικειμενική Αντιστοιχία στις πραγματικότητες του κόσμου: οι πευκοβελόνες στο ρυάκι μοιάζουν να σωρεύονται σαν να θέλουν να δομηθούν σε ποικιλόμορφους όγκους όπως οι σκέψεις σωρεύονται χτίζοντας πύργους φιλοδοξίας, αισιοδοξίας ή απλής ανακούφισης, μα, σαν τα σχήματα των πευκοβελόνων, διαλύονται πάλι.
Τώρα ο τρίτος στιχοπλόκος:
(α) Μπούτια γερά σαν πέρδικες κλειστές στα παντελόνια.
Είναι όντως τόσο γερές οι πέρδικες; Όχι. Και αυτές (οι πέρδικες) είναι τώρα κλειστές μέσα στα παντελόνι. Και φανταζόμαστε τους μύες των μηρών έτοιμους να πετάξουν (σαν πέρδικες) έξω από τα μπατζάκια! Μάλλον κακόγουστο ασυνάρτητο σχήμα! Το επόμενο είναι του ίδιου:
(β) Και το ποίημα / έχει το στόμα του κλεισμένο μ’ έναν κέρινο σταυρό.
Ναι, το ποίημα είναι προσωποποιημένο κι έτσι έχει στόμα που μιλάει, μα τώρα είναι κλεισμένο με κέρινο σταυρό. Γιατί σταυρό; Το ‘κέρινος’ υποδείχνει πως κάποτε ίσως θα λιώσει ο σταυρός και θ’ ανοίξει το στόμα. Μα γιατί σταυρός; Χριστιανισμός, εκκλησιαστική θεολογία; Ο ποιητής μας περιφρονεί με δικά του όχι τόσο ευνόητα σύμβολα, που μένουν αβέβαια. Δεν υπάρχει Αντικειμενική Αντιστοιχία: υπάρχει θολούρα!
Αυτού του βάζω 4.
5. Πώς, λοιπόν, κρίνουμε; Πώς κρίναμε τα τρία διαφορετικά κομμάτια;
(α) Πρέπει να υπάρχει έλλογο νόημα: το ποίημα να είναι κατανοητό, αν όχι από την πρώτη επαφή, τουλάχιστον από την τρίτη.
(β) Να υπάρχει κάποιος ρυθμός και κάποιο σχήμα λόγου, ή κάποια παραδοσιακή ποιητική μορφή (δίστιχα δεκαπεντασύλλαβα, σονέτο κλπ) που να κάνει το κείμενο να ξεχωρίζει από πρόζα.
(γ) Πρέπει να έχουν Αντικειμενική Αντιστοιχία τα σχήματα λόγου. (Η παπαρούνα είναι (σαν) κόκκινο χαστούκι – όχι πράσινο ή γαλάζιο!)
(δ) Να τέρπει με κατάλληλες λέξεις για κατάλληλες εικόνες ιδεών και φαινομένων.
(ε) Να μεταδίνει κάποια αλήθεια από το φυσικό περιβάλλον και από τον ψυχισμό του ανθρώπου.
(ζ) Μπορεί, επιπλέον, ανάλογα με το θέμα και τις περιστάσεις, να έχει έναν κανονικό παραδοσιακό ρυθμό (ίαμβος, δάκτυλο, ανάπαιστο κ.λπ.) και ομοιοκαταληξίες και φυσικά, στροφές με ή δίχως ρίμα. Μα ο ελεύθερος στίχος θα είναι ικανοποιητικός αν ακολουθούνται οι 5 πρώτοι κανόνες.
Όπως φαίνεται καθαρά, δεν είναι δύσκολο να αναλύσεις στίχους (και ολοκληρο ποίημα) και να δεις ποια είναι πρόθεση του στιχουργού (αυτό που κυριολεκτικά λέει ή θέλει να πει) και κατά πόσο την υλοποιεί ποιητικά.
Το κλειδί είναι στην Αντικειμενική Αντιστοιχία. Το σχήμα λόγου (= μεταφορά, παρομοίωση, προσωποποίηση, υπερβολή κλπ) πρέπει να αντανακλά ή αντιστοιχεί στις πραγματικότητες του γνωστού μας κόσμου. Π.χ. Εκτός από παραμύθια, στη γνωστή μας πραγματικότητα, ο σκύλος δεν έχει κέρατα και δεν πετάει: οπότε δεν κάνεις παρομοίωση ή μεταφορά με αναφορά στο κέρατο ή την πτήση του σκύλου. Τα μπούτια δεν είναι γερά σαν πέρδικες «κλειστές στα παντελόνια»! Ποιο είναι το στόμα του ποιήματος, «κλεισμένο μ’ έναν κέρινο σταυρό»; Εδώ φαίνεται η ποιητική (α-)δεξιότητα.