Π243: Πού είναι η ποιητική και η κριτική;

Π243: Πού είναι η ποιητική και η κριτική;

- in Ποίηση
0

1. Στις 18/2/23 στην Καθημερινή ο Ηλίας Μαγκλίνης “εξετάζει” ή “παρουσιάζει” την ποιητική συλλογή Ημέρες Καλοσύνης της Κ. Γλυνιαδάκη. Παραθέτει ένα απόσπασμα “Σκέψου πώς θα ’ταν το καλό”:

“Απρίλιος του ’44. Δυο αμερικανικά/ αεροπλάνα σηκώνονται απ’ τη Φότζα/ για να φωτογραφίσουν το εργοστάσιο της IG Farben/ στην Πολωνία. Καθώς πλησιάζουν/ ο ένας απ’ τους δυο πιλότους/ φωτογραφίζει ένα συγκρότημα βιομηχανικό/ λίγο πριν το εργοστάσιο/ δίχως να ξέρει τι είναι. Δεκαετίες αργότερα/ δυο αναλυτές παρατηρούν ουρές/ ανθρώπων στη φωτογραφία/ να εισέρχονται στα κτίρια στη σειρά./ Οι Αμερικανοί είδαν το Αουσβιτς/ χωρίς να βλέπουν”.

Εδώ o ΗΜ βλέπει “Ποιητική σύνθεση με καίριο προβληματισμό πάνω στις έννοιες του καλού και του κακού. Η καλή Ελληνίδα ποιήτρια – παραπάνω από καλή, για την ακρίβεια – εστιάζει σε στιγμές που μοιάζουν με απόκρυφα της Ιστορίας, σε φέτες ζωής ανθρώπων οι οποίες βρέθηκαν σε ιστορικές συγκυρίες που ισοδυναμούν με συμπληγάδες πέτρες. Την ποιήτρια δεν την αφορά η απόλυτη ιστορική ακρίβεια, αλλά η ποιητική αποτύπωση. Και σωστά. Δεν έχει σημασία ότι από τη Φότζα της Ιταλίας απογειώθηκε όχι αμερικανικό αεροπλάνο, αλλά Μοσκίτο του 60ού Σμήνους Αναγνώρισης της Νοτιοαφρικανικής Αεροπορίας…” κλπ. Στη συνέχεια δεν λέει απολύτως τίποτα για την τέχνη της ούτε εξηγεί “γιατί είναι παραπάνω από καλή”. Αρκείται στον ισχυρισμό πως είναι “ποίηση”!

2. Αν έχετε χρόνο και ενδιαφέρον ξαναδιαβάστε το απόσπασμα της Γλυνιαδάκη. Είναι ποίηση αυτό ή πρόζα, κυριολεκτική περιγραφή, κομμένη σε γραμμές, έτσι ώστε να προσποιείται πως είναι ποίηση;

Διότι αν αφαιρέσετε τις κάθετες που οριοθετούν “στίχους”, το απόσπασμα είναι σκέτη πρόζα όπως οι γραμμές αυτές που διαβάζετε τώρα!

Δεν ξέρω αν ο Μαγκλίνης και η Γλυνιαδάκη μπορούν να διακρίνουν μεταξύ πεζού και ποιητικού λόγου. Αν γράφεις ποίημα θα πρέπει να ξέρεις από καθιερωμένα ποιήματα άλλων τόσο σε παλαιότερες εποχές (Σολωμός, Δροσίνης, Μαβίλης κλπ) όσο και πιο πρόσφατες (Σεφέρης, Λαϊνά, Κατσουρέλης κλπ), και αν γράφεις κριτική επίσης θα πρέπει να ξέρεις, πως η ποίηση έχει ορισμένα χαρακτηριστικά. Ας αφήσουμε κατά μέρος την ελλειπτικότητα και συνάμα πυκνότητα έκφρασης, μια λεπτότερη αίσθηση που δεν γίνεται άμεσα αντιληπτή στην πρόζα. Έχει χοντρά γνωρίσματα όπως ομοιοκαταληξία (σε στροφές), μεταφορές, υπερβολές, παρομοιώσεις και άλλα σχήματα λόγου. Έχει επίσης ρυθμό, ακόμα και στον ελεύθερο δίχως μέτρο (ιαμβικό, δακτυλικό κλπ) στίχο. Αυτό το τελευταίο το βρίσκεις και στον Καβάφη και στον Σεφέρη – παρότι επιφανειακά μοιάζουν να γράφουν πρόζα, σα να μιλάνε: υπάρχει ρυθμός. Όχι στη Γλυνιαδάκη όμως.

Αυτά όλα και, κυρίως, το τελευταίο ποιητικό στοιχείο, λείπουν από το απόσπασμα που επέλεξε ο Μαγκλίνης ως “ποιητική σύνθεση”. Σύνθεση μπορεί να είναι και εσύ και ο Μαγκλίνης να προβληματίζεστε πάνω στο καλό και κακό, μα ΟΧΙ ποίηση.

3. Σε συνέντευξή της στον Β. Μαυροκορδάτο (Καθημερινή 6/8/23) η ίδια λέει πως στα ποιήματά της μιλάει “για το αιώνιο και παγκόσμιο…. αλλά και για το εφήμερο και το τοπικό”. Βλέπετε κάτι που να θυμίζει αιώνιο;

Η Γλυνιαδάκη έχει γράψει 10 ή 15 κομμάτια σε ποιητική μορφή και μερικές γραμμές που δείχνουν πως γνωρίζει τι είναι καλή ποίηση.

Να μια μοναδική στροφή ποίησης – μαζί με άλλες 37 γραμμές αδιάφορης ως κάκιστης ποίησης. Από το “Η σιωπή της Υπαίθρου”:

Μακριά στον ορίζοντα μια γραμμή/ από θάλασσα και πιο πάνω ο ουρανός/ να ξανοίγει σε χίλια λευκά./ Τα γυμνά κλαδιά συγκρατούν με παραίτηση τα ελάχιστα κίτρινα φύλλα./ Ό,τι υπήρξε ξηλώνεται, ό,τι μένει σιωπά/ και ο γκρίζος χρόνος κυλά./

Όταν γράφεις τέτοιες γραμμές και μετά, για να αμπελοφιλοσοφήσεις, γράφεις πρόζα κομμένη και προσποιείσαι πως είναι ποίηση, τότε, δυστυχώς επιδίδεσαι σε απατεωνία: εξαπατάς θεληματικά τον κόσμο – ίσως και εαυτό.

Γιατί; Υπάρχουν ορισμένοι απλοί λόγοι. Δεν ξέρω τι ισχύει στην περίπτωση της Γλυνιαδάκη. Ναρκισσισμός. Υπερβολική ιδέα για τον “εαυτούλη μου”. Οκνηρία. Εξυπνακισμός. Να φανώ στοχαστικός φιλόσοφος, όχι μόνο ποιητής. Να κάνω επίδειξη. Κλπ, κλπ.

4. Όταν ένας δημοσιογράφος επιδίδεται τόσο άγαρμπα σε κριτική, αυτός παρασύρεται σε απατεωνία. Διότι ενώ φροντίζει να μας πληροφορήσει για τα πραγματικά ιστορικά γεγονότα – που είναι μάλλον άσχετα – δεν εξετάζει την ποιητική τεχνική. Στην πραγματικότητα δείχνει να μην καταλαβαίνει τι λέει το κείμενο. (Δεν ξέρω αν η ίδια η ποιήτρια καταλαβαίνει τι ακριβώς λέει τελικά, άσχετα με το τι είχε στον νου της!)

Έτσι βαθμιαία η Ποίηση κατρακυλά (των κριτικών βοηθούντων) σκαλί σκαλί, στον πάτο της παραποίησης.

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *