1. Η Αντριάνα Ριτς είναι από τους πολύ λίγους μοντέρνους ποιητές/ποιήτριες της Αμερικής που μου αρέσουν γιατί γράφει με σεμνότητα και σεβασμό για τον αναγνώστη.
Όταν γράφει A thinking woman sleeps with monsters “Η στοχαστική γυναίκα κοιμάται με τέρατα” (πολύ γνωστή ρήση της) εμπίπτει και αυτή στη (μετα) μοντέρνα τάση εντυπωσιασμού.
Ομοίως όταν λέει πως “Η ποίηση είναι κυρίως η συγκέντρωση της δύναμης της γλώσσας που είναι η δύναμη της έσχατης σχέσης μας με κάθετι στο σύμπαν” (Poetry is above all the concentration of the power of language which is the power of our ultimate relationship to everything in the universe).
2. Αλλά η τάση αυτή είναι περιορισμένη στα ώριμα ποιήματά της. Παραθέτω ένα απόσπασμα από το 8ο ποίημα στη σειρά 21 Love Poems:
I can see myself years back at Sunion | hunting with an infected foot, Philoctetes | in woman’s form…|…The woman who cherished | her suffering is dead. I am her descendant. | I love the scar-tissue she handed on to me, | but I want to go on from here with you | fighting the temptation to make a career of pain. ||
Ναι βλέπω τον εαυτό μου χρόνια πίσω στο Σούνιο | να πονώ με πόδι μολυσμένο, ο Φιλοκτήτης | σε μορφή γυναίκας…|…Η γυναίκα που έτρεφε τρυφερά | την κακουχία της έχει πεθάνει. Είμαι η απόγονός της. | Αγαπώ τον ιστό ουλής που μου παρέδωσε | όμως μαζί μ’ εσένα θέλω εδώ κι εμπρός να συνεχίσω | πολεμώντας τον πειρασμό να κάνω καριέρα μου τον πόνο. ||
3. “Η ποίηση” γράφει, “είναι ηλεκτρικά ρεύματα μέσα από τη γλώσσα”.
Σε μια κουλτούρα πολιτικοποιημένη, συνεχίζει, με οργανωμένα θεάματα και παθητικούς θεατές η ποίηση φαίνεται σαν ένα σκάσιμο, μια παράξενη διακοπή στην επικρατούσα τάση. Η ανάγνωση ενός ποιήματος, η ποιητική ανάγνωση, δεν είναι θέαμα ούτε μπορεί να γίνει αποδεχτή παθητικά: είναι ανταλλαγή ηλεκτρικού ρεύματος μέσω γλώσσας, μέσω εκείνου του καθημερινού, τετριμμένου, κακοποιημένου συνέργου απάτης και αποκάλυψης, που είναι και μαχαίρι και κουρέλι, βάρκα και καλάμι-αυλός, μεγάλο κοχύλι που καλεί σε ελευθερία.
Ο ποιητής παίρνει αυτό το παλιό εργαλείο, παίρνει τη γλώσσα που μας περιβάλλει, άδεια με την πολλή χρήση κι εξοικείωση και τη μετατρέπει σε κάτι που σημαίνει περισσότερο από αυτό που λέει.
Η ποίηση είναι φτιαγμένη από υλικό πολύ παλιό, πολύ οικείο, τόσο που ξεχνούμε ότι δεν είναι μόνο οι λέξεις αλλά πολύμορφοι ήχοι, κάθε ποίημα να σπάει τη σιωπή που πρέπει να καθυποτάξει, σαν πρίσμα ακτινοβολώντας νοήματα που φωτίζουν το ένα το άλλο και σκουραίνουν το ένα το άλλο με τις σκιάσεις τους.
4. Είναι μια ανταλλαγή όντως, επαναλαμβάνει, μια διαδικασία που ταξιδεύει από το νευρικό σύστημα του ποιητή προτού γίνει λεκτικό, στο νευρικό σύστημα του ακροατή, του αναγνώστη, του ενεργού συμμετόχου χωρίς τον οποίο το ποίημα δεν τελειώνει.
(Εδώ νομίζω κάνει λάθος να τονίζει το υλικό σώμα με το νευρικό σύστημα. Διότι η σύλληψη του ποιήματος γίνεται στο αχαρτογράφητο βάθος του νου, μετά διατυπώνεται γλωσσικά, μετά περνά στα νεύρα και στον φωνητικό μηχανισμό που το εκπέμπει σε ομιλία ή γραφή για να κάνει την αντίθετη διαδρομή στον δέκτη μέσω αυτιών ή ματιών, μετά στο νευρικό του σύστημα, μετά στον νου του και να σβήσει τελικά στη σιωπή.)
Στρεφόμαστε στη ποίηση γιατί πιστεύουμε πως έχει κάτι που μας αφορά. Στην ποίηση επίσης παίρνουμε μια γεύση εμπειρίας από εκείνο πέρα από το “εγώ” και εισερχόμαστε σε ένα πεδίο οραματισμού που αλλιώς δεν θα εμπειρόμασταν.
5. Εγώ ως ποιήτρια, γράφει, δεν μπορώ να γράψω ένα ποίημα που να σας χειραγωγεί χωρίς εσείς να το θέλετε: αυτό θα ήταν κακό ποίημα και θα σας απωθούσε. Δεν θα έγραφα ένα ποίημα με ανέντιμα κίνητρα εξαπάτησης: θα φαινόταν η ποταπή προέλευσή του, όπως οποιοδήποτε κακοφτιαγμένο εργαλείο. Μα ούτε και με “καλές” προθέσεις θα έγραφα θέλοντας να διορθώσω κακώς κείμενα: η ενέργειά του έργου θα στέγνωνε και θα σήμαινε λιγότερα από όσα λέει.
Συνοπτικά, δεν θα έγραφα ένα ποίημα που υπερβαίνει τα δικά μου όρια, αν και η ποίηση συχνά με έσπρωξε σε αυτά πέρα από γνωστούς ορίζοντες. Και ο αναγνώστης θα συμμετείχε ανάλογα με τους δικούς του ορίζοντες, τις δικές του εμπειρίες του “εγώ” και “μη-εγώ”!
Κάθε ποίημα έχει τη δική του θεατρική παράσταση με της αποφάσεις του για τον χώρο και χρόνο και την εμπειρία ζωής – πώς θα διευθετηθούν οι λέξεις και οι φράσεις έτσι που να εγείρονται εικόνες στον νου του θεατή-αναγνώστη και να ενεργοποιείται ο ίδιος μέσω της γλώσσας της συγκεκριμένης φωνής, όχι με φανφάρες και φωταψίες φαντασμαγορικές, έτσι όμως που να αφυπνίζεται από την παθητικότητα και τη νοητική παραλυσία του και να επιστρέφει στην πνευματική του διάσταση.
6. Τέτοια λοιπόν είναι η παρακαταθήκη της ποιήτριας Adrienne Rich:
I am an instrument in the shape of a
woman trying to translate pulsations
into images for the relief of the body
and the reconstruction of the mind.
Και όπως έγραψα παρενθετικά στο §4, ο νους προηγείται του σώματος.