Π131: Ακρισία (Γ’): Τ. Καρβέλη

Π131: Ακρισία (Γ’): Τ. Καρβέλη

- in Ποίηση
0

1. Το βιβλίο του Τάκη Καρβέλη Η Νεότερη Ποίηση: Θεωρία και Πράξη (2005, Θεσσαλονίκη, Κώδικας) θα μας απασχολήσει σε μερικά άρθρα. Κι αυτό, ενώ ισχυρίζεται πως προσεγγίζει και αναλύει κριτικά ποιήματα και ποιητές, στην πραγματικότητα εξαντλείται σε θεματολογία. Το κακό είναι πως για χρόνια δίδασκε στη Μέση Εκπαίδευση και το βιβλίο του στοχεύει σε μαθητές.

Αρχίζω με το “Ο Βασιλιάς της Ασίνης” του Σεφέρη που εξετάζει στις σελίδες 82-92. Θα κοιτάξουμε μια λεπτομέρεια μόνο σε αυτό το στάδιο, τα σχόλια του σε δυο γραμμές στο εισαγωγικό μέρος του κειμένου:

η θάλασσα / πράσινη και χωρίς αναλαμπή, το στήθος του σκοτωμένου παγονιού.

Η περιγραφή, σχολιάζει ο ΤΚ, “μας δίνει την αίσθηση μιας θάλασσας ακίνητης, μουντής, νεκρής” και πολύ σωστά. Αμέσως προσθέτει – “πίσω από αυτή τη νεκρή εικόνα της [θάλασσας] προβάλλει ένα όμορφο και ζωντανό στήθος παγονιού» .

Και ρωτώ: καλά δεν διαβάζει πως είναι σκοτωμένο παγόνι; …

Αν ένας κριτικός δεν μπορεί να διαβάσει το κείμενο, σαφώς δεν θα μπορέσει να πει κάτι αξιόλογο γι ‘αυτό!

2. Ας πάμε λίγο πιο πίσω ώρα στις σελίδες 70-73 όπου εξετάζεται ένα ποίημα από το Μυθιστόρημα, το ΙΒ’ “Μποτίλια στο Πέλαγο”, το πρώτο μέρος του:

Τρεις βράχοι, λίγα καμένα πεύκα κι ένα ρημοκλήσι 

και πάρα πάνω / το ίδιο τοπίο αντιγραμμένο ξαναρχίζει· /

τρεις βράχοι σε σχήμα πόλης σκουριασμένοι

λίγα καμένα πεύκα, μαύρα και κίτρινα 

κι ένα τετράγωνο σπιτάκι θαμμένο στον ασβέστη·

και πάρα πάνω ακόμη πολλές φορές /το ίδιο τοπίο ξαναρχίζει κλιμακωτά / 

ως τον ορίζοντα, ως τον ουρανό που βασιλεύει.

Αυτό το ωραίο ποιηματάκι το εξέτασα και εγώ στο παρελθόν Ποίηση VIII και Ποίηση ΙΧ (Γ. Σεφέρης).

Ο ΤΚ τονίζει ανάμεσα σε άλλα πως πρέπει να προσεχθούν “οι λέξεις που επωμίζονται το κύριο βάρος” σελίς 71. Επίσης, να προσέξουμε “τα επίθετα”! Συμφωνώ βέβαια με αυτές τις οδηγίες. Αλλά ο ίδιος δυστυχώς τις αγνοεί.

3. Αναλύει ο ΤΚ τη δομή του κειμένου, απαριθμεί (!) τα στοιχεία του τοπίου κι επισημαίνει τη λιτότητα, τη ξηρότητα (καμένα πεύκα) και τη γύμνια της βουνοπλαγιάς. Μας λέει πως η μετοχή “αντιγραμμένο” επωμίζεται το βάρος της δεύτερης εικόνας, μα δεν έχει αρκετό θάρρος να πει πως είναι πλεοναστικό αφού “το ίδιο τοπίο … ξαναρχίζει” – αλλά λέει πως “δεν είναι και εντελώς απαραίτητη” (σ 72)!

Λίγο πάρα κάτω σημειώνει τα επίθετα “σκουριασμένοι … μαύρα και κίτρινα” και το σπίτι (με “μια υπερβολή”! “θαμμένο στον ασβέστη”. Και για την τρίτη επί μέρους εικόνα βλέπει την επανάληψη του τοπίου προς τα πάνω ενώ ο τελευταίος στίχος “θέτει σε λειτουργία τους μηχανισμούς της φαντασίας … σε μια προοπτική ατελεύτητου βάθους”.

Συμπεραίνει δε πως έχουμε το “ελληνικό τοπίο με λόγο λιτό” και πως λίγα επίθετα αρκούν να μας δώσουν “την αίσθηση αυτής της γυμνότητας και της χάρης του (μάλλον) αιγαιοπελαγίτικου τοπίου”.

Είναι κρίμα, φυσικά, μα ο ΤΚ δεν καταλαβαίνει τίποτα πέρα από μια μηχανική, επιφανειακή ανάλυση της γενικής δομής και μια επιπόλαιη περιγραφή των θεμάτων που (νομίζει πως) ο ποιητής πραγματεύεται.

4. Που στην ευχή βρίσκει πέρα από τη γύμνια οποιαδήποτε “χάρη”;

Όλα τα επίθετα, τα οποία συστήνει να προσέξουν οι μαθητές, είναι όλα όχι λιτά μα καταθλιπτικά: καμένα (πεύκα), σκουριασμένοι (βράχοι), (πεύκα) μαύρα και κίτρινα, τετράγωνο (σπιτάκι) θαμμένο (στον ασβέστη)!

Δεν υπάρχει μόνο ξηρασία και γύμνια: υπάρχει νέκρα.

Δεν υπάρχουν άνθρωποι, ζώα, άλλα δένδρα (οπωροφόρα), άνθη, νερά. Το δε “ρημοκλήσι” δεν είναι καν “ξωκλήσι” ή “ε-ρημοκλήσι”!

Δεν καταλαβαίνει πως ο ποιητής εδώ γράφει “θαμμένο”, όχι όπως το παρουσιάζει ο ίδιος ο ΤΚ “ασβεστωμένο” ή, όπως θα μπορούσε να είναι, ασπρισμένο, βαμμένο, πασαλειμμένο και ότι άλλο. Ναι, έχουμε μια μεταφορά-υπερβολή σκόπιμα βαλμένη για να δείξει την εγκατάλειψη, ερημιά και νέκρα που επικρατεί.

5. Ο ΤΚ δεν επιχειρεί να σχολιάσει τον τελευταίο στίχο τον ίδιο υπεκφεύγοντας στους “μηχανισμούς φαντασίας”, που εδώ δεν μας χρειάζονται ιδιαίτερα.

Μας λέει πως η μετοχή “αντιγραμμένο” παραπέμπει σε αντίγραφα χειρογράφων (!) μα δεν εξετάζει τη φράση “τον ουρανό που βασιλεύει”!

Το ρήμα “βασιλεύει” έχει αμφισημία: σημαίνει “εξουσιάζει, επικρατεί” αλλά και “δύει, σβήνει”! Οπότε η φράση λέει πως ο ουρανός επικρατεί και πως είναι ώρα της δύσης – έρχεται σκοτάδι.

Στη συνέχεια, οι στίχοι μιλούν για την πίκρα των ναυτικών κι ενώ άραξαν στο νησί για να ματίσουν τα κουπιά, έφυγαν με τα κουπιά σπασμένα.

Ο ΤΚ χάνει παντελώς την κατάθλιψη που μεταδίδεται, μάλλον θεληματικά, από τον ποιητή.

Αφού δεν μπορεί να αναλύσει και να αξιολογήσει το λεξιλόγιο και την υπαινικτικότητα αυτών των απλών στίχων καθώς και να διαβάσει ορθά το σκοτωμένο παγόνι, δεν μπορεί να είναι καλός κριτικός και αμφιβάλλω αν θα μπορέσει να προσφέρει κάτι αξιόλογο.

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *