Μιχάλης Τσιντσίνης
Λένε ότι το Μαξίμου ψάχνει τώρα παντού για γυναίκες. Ψάχνει γυναίκες για τις λίγες θέσεις που δεν έχουν ακόμη πληρωθεί, προκειμένου να ισοφαριστούν κάπως οι εντυπώσεις από τη μονοτονία της γραβάτας στην κυβέρνηση.
Η πολιτική χημεία, ανεξαρτήτως φύλου, που προσπάθησε στον πρώτο του μήνα να πετύχει ο Μητσοτάκης, αντανακλάται πάντως σε μία από τις τέσσερις γυναίκες του σχήματος – στην υπουργό που επωμίστηκε την πιο συμβολική από τις πρώτες αναμετρήσεις.
Με την κοινοβουλευτική παρουσία της στην αντιπαράθεση για το άσυλο, η Κεραμέως συνόψισε τους στρατηγικούς στόχους. Τον στόχο να δοθεί το μήνυμα ότι η νέα κυβέρνηση κομίζει εκτός από μεταρρυθμιστική φούρια και μιαν άλλη πολιτική κουλτούρα. Τον στόχο της εγκατάστασης της Ν.Δ. στο Κέντρο – της καθιέρωσης του κόμματος ως φορέα της «κανονικότητας», του «αυτονόητου», της «κοινής λογικής»: Αυτά τα συνθήματα, που χρησιμοποίησε ξανά και ξανά η Κεραμέως στην κοινοβουλευτική της πρόζα, θα μπορούσαν να είναι και οι επικεφαλίδες του πρώτου κεφαλαίου της μητσοτακικής κυβέρνησης. Θα μπορούσαν, εάν δεν υπονομεύονταν από αλυσιδωτούς σημειολογικούς εκτροχιασμούς.
Η κυβέρνηση που διεκδικεί το προοδευτικό Κέντρο διορίζει γενικό γραμματέα έναν φιλοχουντικό βιομήχανο.
Η κυβέρνηση που σχεδιάζει λιτό και επιτελικό το κράτος διατηρεί το περίπτερο της τσιπρικής γραφειοκρατίας στη Θεσσαλονίκη και το αναθέτει σε αποτυχούσα πολιτευτή.
Η εξουσία που διαφημίζει την αξιοκρατική και τεχνοκρατική της στελέχωση βουτάει στον πάτο του κομματικού κουβά, για να διορίσει «μάνατζερ» στα Ελληνικά Πετρέλαια τον αυτουργό των greek statistics.
Το κόμμα που λέει ότι αυτοπεριορίζεται, θεσπίζοντας πρώτα κανόνες καλής διοίκησης και νομοθέτησης, αναπαράγει το αντικοινοβουλευτικό κόλπο των γονατογραφημένων τροπολογιών.
Ακόμη και το νέο της υπόδειγμα στον δημόσιο λόγο –το υπόδειγμα που ενσάρκωσε όχι μόνο η Κεραμέως, αλλά και ο Πικραμμένος στην, από πολλές απόψεις, σπάνια αντιπαράθεσή του με τον Τσίπρα– κηλιδώθηκε από την πρώιμη καθεστωτική πόζα υπουργών που φώναζαν προς την αντιπολίτευση «δεν δικαιούσθε να ομιλείτε».
Η δικαιολογία που ακούει κανείς γι’ αυτές τις αντιφάσεις είναι ότι η κυβέρνηση δεν έχει χρόνο να υπολογίσει τον αντίκτυπο κάθε λεπτομέρειας. Κυριαρχεί η ανάγκη της να τρέξει – να τρέψει σε φυγή τα γεγονότα. Κυριαρχεί η επίγνωση ότι, μετά την κρίση, το πολιτικό κεφάλαιο των κυβερνήσεων εξατμίζεται πολύ γρήγορα. Μέσα σε λίγους μήνες η κυβέρνηση να έχει αλλάξει την εικόνα – να έχει ολοκληρώσει τα πιο δύσκολα κεφάλαια του προγράμματός της. Πρέπει να τρέξει πιο γρήγορα από τη φθορά της.
Πηγή: Καθημερινή