Αντιλαμβανόμαστε την υλική πραγματικότητα σαν μέσα από μια σχισμή – το παρόν….
1. Γνωρίζουμε αναμφίβολα τον συνειδησιακό μας κόσμο, τον ψυχισμό μας, τον οποίο ονομάζουμε “υποκειμενικό” και με τον οποίο έχουμε άμεση επαφή. Γνωρίζουμε επίσης πως υπάρχει έξω, ή κάτω από αυτόν, κάτι που ονομάζουμε υλικός κόσμος ή αντικειμενικός. Αυτόν δεν τον γνωρίζουμε άμεσα όπως τον πρώτο, παρά μόνο μέσω των αναπαραστάσεων κι εντυπώσεων που οι αισθήσεις μας παράγουν στον νου μας. Έτσι δεν τον ξέρουμε καθαυτό (Ding an Sich) όπως είπε ο Ιμάνιουελ Καντ (1724-1804: Κριτική του Καθαρού Λόγου).
Πρέπει επίσης να σημειώσαμε το παράδοξο, ή την αντίφαση, στην επιστημονική εμπειρία που, ενώ θεωρητικά δέχεται την αδιαμφισβήτητη θέση του Καντ, εντούτοις νομίζει, ή τουλάχιστον η πλειονότητα των επιστημόνων νομίζει, πως κατέχει τη γνώση του αντικειμενικού κόσμου, ή πως με την τεχνολογική πρόοδο θα έχουμε κάποτε την ορθή και ολοκληρωτική γνώση του. Για να διαβάζετε το άρθρο, αν δεν είστε μέλος του Ομίλου Μελετών, σημαίνει πως ψάχνετε για κάτι. Τι; Ξέρετε;
Πάντως, για την ώρα (2025) όλες οι θεωρίες προσκρούουν στον τοίχο των επισημάνσεων του Καντ: γνωρίζουμε μόνο τις αναπαραστάσεις στο πεδίο της επίγνωσής μας, δηλαδή αυτά που βλέπουμε στον νου μας. Έτσι ας εξετάσουμε ακόμα ένα πελώριο παράδοξο.
2. Πριν λίγες μέρες, μια γνωστή μου κοπέλα ζήτησε από το τηλέφωνο τη συμβουλή μου για ένα θέμα κι εγώ είπα μερικά πράγματα και η κοπέλα έδρασε μερικώς σύμφωνα με τα λόγια μου. Το συμβάν τελείωσε.
Σήμερα σκέφθηκα πως υπήρχε κάτι ακόμα που θα μπορούσα να πω. Όμως το περιστατικό πέρασε, το γεγονός έληξε. Δεν υπάρχει κανένας τρόπος να επιστρέψω σε κείνη την ώρα και να πω τα πρόσθετα λόγια, αλλάζοντας το περιστατικό. Χάθηκε! Και όμως ο κόσμος ολόγυρα είναι ακριβώς ίδιος όπως τότε – σπίτια, δρόμοι, άνθρωποι κλπ…
Πού εξαφανίστηκε; Τι είναι αυτό το απρόσιτο παρελθόν και πού κατοικοεδρεύει;
Παρόμοια δυσκολία έχουμε με το μέλλον. Και αυτό είναι απρόσιτο εκτός από τη στιγμή που φανερώνεται και αμέσως μετά περνά στο παρελθόν και χάνεται.
Δεν μπορούμε να σκεφθούμε τον κόσμο, δεν εμπειρόμαστε τη ζωή, δίχως τον χρόνο. Όλα περνούν καθώς εμφανίζονται στιγμιαία από το απρόσιτο μέλλον κι εξαφανίζονται πάλι στο απρόσιτο παρελθόν.
Υπάρχει μόνο το παρόν.
Όμως και το παρόν έχει δυσκολίες. Είναι τόσο γλιστερό. Δεν είναι στάσιμος χρόνος αλλά μεταβαίνει ακατάπαυστα, ασυγκράτητα στο παρελθόν.
3. Κάθε κίνηση στον χώρο συνοδεύεται από την αίσθηση παροδικού χρόνου. Ακόμα και δίχως κίνηση στον χώρο υπάρχει κάποια αίσθηση κίνησης του χρόνου.
Αλλά βέβαια δεν υπάρχει κάτι που να προσδιορίζεται ως χρόνος, όπως οποιοδήποτε πράγμα, όπως ο αέρας, η φωτιά, το νερό, όπως ο νους ή το συναίσθημα.
Δεν υπάρχει “χρόνος” κι ας λέμε πως τρέχει, φεύγει, πιέζει και παρόμοια.
Από μια άποψη εμείς δημιουργούμε τον κατά τα άλλα ανύπαρκτο χρόνο. Η πραγματικότητα του σύνολου κόσμου είναι συνεχόμενη και σταθερή. Τη διαιρούμε σε ξεχωριστές στιγμές για να την αντιληφθούμε: την αναπαριστούμε στον εαυτό μας ως μια άπειρη σειρά ξεχωριστών στιγμών δίχως γνωστή αρχή, από τις οποίες για μας υπάρχει μόνο μια – το παρόν! Μα επειδή πολλά πράγματα (βουνά, δέντρα, θάλασσες, λιμάνια, σπίτια, ακόμα και πρόσωπα κλπ.) δεν φαίνονται να αλλάζουν αισθητά με την πάροδο των στιγμών, νομίζουμε πως ο κόσμος μένει αμετάβλητος – κι ας εξαφανίζεται στο απρόσιτο παρελθόν.
Αντιλαμβανόμαστε την υλική πραγματικότητα σαν μέσα από μια σχισμή – το παρόν. Το μέλλον και το παρελθόν υπάρχουν! Εκείνο που είδαμε μα τώρα πέρασε ανεπιστρεπτί το λέμε παρελθόν. Εκείνο που δεν βλέπουμε μα περιμένουμε να δούμε, το λέμε μέλλον.
Έτσι η αίσθηση παροδικού χρόνου συνδέεται άρρηκτα και με την ιδέα της αιτιότητας και της λειτουργικής αλληλεξάρτησης ή διαδοχής γεγονότων καθώς ένα φαινόμενο μας φαίνεται να είναι αποτέλεσμα ή συνέπεια άλλου ή άλλων και με τη σειρά του γίνεται αιτία για άλλο ή άλλα, όπως εμείς αντιλαμβανόμαστε τα πράγματα μέσα από τη σχισμή μας του παρόντος.
Εδώ βρίσκεται το πελώριο παράδοξο.
Ο χειμώνας με τα κρύα πέρασε…. Η άνοιξη πέρασε με τον οργασμό βλάστησης, λουλουδιών και νέων φρούτων. Δεν υπάρχει πια! Περνά και το καλοκαίρι με τα χρυσάφια του και το φθινόπωρο με την αίσθηση φθοράς και παράξενης ομορφιάς….
Το μέλλον δεν ήρθε ακόμα. Δεν υπάρχει;… Μα είμαστε βέβαιοι πως θα υπάρξει – το αύριο και αύριο και αύριο του γνωστού μας κόσμου!…..
Διότι δεν μπορεί να φτιάχνεται τώρα και να γκρεμίζεται μόλις περάσει!….Πώς έχει πάψει να υπάρχει κάτι που, όπως η περασμένη άνοιξη, υπήρξε τόσο έντονα και αναμφισβήτητα;
Αν το παρελθόν δεν υπάρχει και το μέλλον δεν υπάρχει, τότε τι υπάρχει;
Υπάρχει, λέμε, το παρόν. Μα αυτό έρχεται σε ύπαρξη στην αντίληψή μας, στην αισθητήρια εμπειρία μας, από κάτι που δεν υπήρχε νωρίτερα.
Αντιλαμβανόμαστε την πραγματικότητα σαν μέσα από μια σχισμή – το παρόν. Μα και το παρόν γλιστρά και χάνεται μόλις εμφανισθεί, προτού μπορέσουμε να το γευθούμε, χωρίς να μπορούμε να το συγκρατήσουμε – παρά μόνο ως ανάμνηση που θα ξεθωριάσει. Μήτε το παρόν υπάρχει, αν το εξετάσουμε αυστηρά: δεν έχει μέγεθος, διάρκεια!
Εκείνο που πράγματι συλλαμβάνουμε, ή αντιλαμβανόμαστε και κρατούμε στον νου, πάντα είναι το παρελθόν – που όμως έχει πάψει να υπάρχει για μας! Πώς όμως έρχονται αυτά όλα στην καθημερινή εμπειρία;
Τέτοια είναι η κοινή συνηθισμένη θεώρησή μας, η προσέγγισή μας του κόσμου. Κι εδώ πρέπει να παραδεχθούμε πως ο κόσμος δεν υπάρχει. Ή υπάρχει σε μια φαντασμαγορία ψευδαισθήσεων που αστράφτουν στιγμιαία στην αντίληψή μας κι εξαφανίζονται.
Και αυτό δεν είναι απλώς παράδοξο, μα ο έσχατος παραλογισμός. Όνειρο;…. Εφιάλτης;…
Πώς ξεφεύγουμε από αυτό που μας φαίνεται συνήθως στον ξύπνο μας τόσο λογικό όνειρο; Μα είναι όταν το συλλογιέσαι φαντασμαγορικός εφιάλτης;…