Μαρία Κατσουνάκη
Πόσο δημόσιες είναι η Υγεία και η Παιδεία στην Ελλάδα επιβεβαιώνονται με στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής και του Κέντρου Φιλελεύθερων Μελετών, που δημοσίευσε χθες η «Κ». Τα ελληνικά νοικοκυριά δαπάνησαν πέρυσι το 7,3% του εισοδήματός τους, κατά μέσον όρο, για υπηρεσίες υγείας, που μεταφράζεται σε 102,44 ευρώ μηνιαίως. Χαμηλά εισοδήματα, ηλικιωμένοι, ανασφάλιστοι εμφανίζονται να δίνουν ό,τι έχουν και δεν έχουν για την περίθαλψή τους. Από την άλλη, οι ελληνικές οικογένειες πληρώνουν ετησίως, επιπλέον, 1,5 δισ. ευρώ από την τσέπη τους για την πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση.
Τι επιπτώσεις μπορεί να έχει αυτή η πλημμελής παροχή υπηρεσιών του δημόσιου τομέα για το «ελληνικό νοικοκυριό», που μετακινείται με δημόσιες συγκοινωνίες, συναλλάσσεται με δημόσιες υπηρεσίες, νοσηλεύεται σε δημόσια νοσοκομεία, στέλνει τα παιδιά του σε δημόσια σχολεία, μπορεί εύκολα να υποθέσει κανείς. Εξάλλου, δεν «υποθέτει», βιώνει. Το φιλότιμο και η επιστημονική επάρκεια ορισμένων, γιατρών ή εκπαιδευτικών, δεν μπορούν να εμποδίσουν την υποβάθμιση των θεσμών.
Αυτό το πολύπαθο «ελληνικό νοικοκυριό», που υπερφορολογείται για να εισπράττει την απαξίωση του κράτους –γιατί, τι άλλο είναι η αναγκαστική ιδιωτική δαπάνη για την Υγεία και Παιδεία–, πρέπει να αποτελεί πρότυπο επιβίωσης. Υποδειγματικοί survivors οι Ελληνες, όχι πάντα με την καλή έννοια του όρου, γιατί μιας και το Δημόσιο διαλύεται ποικιλοτρόπως, το μαύρο χρήμα θριαμβεύει, είτε σε ιατρικά φακελάκια είτε σε αδήλωτα κατ’ οίκον φροντιστήρια. Μέσα, δε, σε αυτό το θερμοκήπιο στρεβλώσεων, ενώ τα ποσοστά όσων καταφεύγουν στον ιδιωτικό τομέα είναι συντριπτικά, εξίσου υψηλά είναι και τα ποσοστά όσων αναθεματίζουν τους ιδιώτες-επιχειρηματίες που ενδιαφέρονται να αναπτυχθούν στους τομείς της υγείας και της εκπαίδευσης.
Η μετωπική σύγκρουση με τον ανορθολογισμό πλήττει και Δημόσιο και ιδιώτες. Το μεν Δημόσιο γίνεται βορά της εκάστοτε εξουσίας (ο ΣΥΡΙΖΑ ολοκληρώνει με ζέση το «κακό» που έχει προηγηθεί), οι δε υπάλληλοι του Δημοσίου υπερασπίζονται την έλλειψη αξιολόγησης και εξορθολογισμού θεωρώντας ότι έτσι κατοχυρώνουν τη μονιμότητα και απομακρύνουν τον κίνδυνο απολύσεων(!).
«Θα σας εξαφανίσωμεν», υποσχόταν με οίστρο ο πολιτικός Ανδρέας Μαυρογιαλούρος (Λάμπρος Κωνσταντάρας), απευθυνόμενος στα «ελληνικά νοικοκυριά» του 1965, σε μία από τις πιο δημοφιλείς κωμωδίες του ελληνικού κινηματογράφου. «Θα σας εξασφαλίσωμεν», ήθελε να πει. Γέλια.
Πηγή: Καθημερινή