Tου Στεφανου Κασιματη
«Εσείς τι θα κάνατε για να πετύχετε τους στόχους στους οποίους λέτε ότι αποτυγχάνει η κυβέρνηση;» Είναι η ερώτηση που ευλόγως ακολουθεί το στερεότυπο, μακρόσυρτο κήρυγμα κατά της πολιτικής του Μνημονίου από τον μονίμως περιοδεύοντα στα ραδιοφωνικά μικρόφωνα βουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ, του οποίου το όνομα δεν έχει σημασία. Εκείνος τότε παίρνει το σύνηθες, γλοιώδες, δασκαλίστικο ύφος του -αυτό που υποτίθεται ότι ταιριάζει με την ηθική και πνευματική ανωτερότητα της Αριστεράς- και, χαμηλώνοντας λίγο την ένταση της φωνής, σαν να πρόκειται να μας αποκαλύψει το μεγάλο μυστικό, αρχίζει να εξηγεί στα «παιδάκια» του ραδιοφωνικού ακροατηρίου ότι θα πατάξουν τη φοροδιαφυγή με ένα δίκαιο φορολογικό σύστημα, θα κόψουν στο Δημόσιο τις «περιττές σπατάλες» (λες και υπάρχουν… αναγκαίες σπατάλες) και άλλα ηχηρά παρόμοια.
Είναι τα συνήθη φούμαρα αυτά· τα ακούμε χρόνια τώρα από κυβερνήσεις είτε της Κεντροαριστεράς είτε της Κεντροδεξιάς. Είτε με τη μορφή του «άλλου δρόμου» (τρίτου, τέταρτου, πέμπτου; – έχω χάσει πια το μέτρημα…) είτε στην εκδοχή της ηθικής προσταγής για «σεμνότητα και ταπεινότητα», η ουσία τους συμπυκνώνεται πάντα στον βλακώδη ισχυρισμό ότι υπάρχει κάποιος δήθεν μαγικός τρόπος -ο οποίος, παρεμπιπτόντως, ποτέ δεν εξηγείται σαφώς και πουθενά αλλού δεν έχει εφαρμοσθεί- να φτιάξουμε καλύτερους ανθρώπους. Αυτό ήταν πάντοτε η απάντηση των κυβερνήσεων της πασοκαρίας, πράσινης και γαλάζιας, μπροστά στα προβλήματα. Ως στάση είχε την εξήγησή της: ούτε οι μεν ούτε οι δε ήθελαν να αλλάξει τίποτε, διότι πολύ απλά δεν ήθελαν να πάψουν να νέμονται τα οφέλη από τη σχέση κράτους, κόμματος και οικονομίας, που με τα χρόνια είχε εξελιχθεί σε ένα σύμπλεγμα σχεδόν αξιεδάλυτο. Σχεδόν, όπως είπα – διότι έπειτα ήλθε η κρίση και ο μύθος που ζούσαμε στην Ελλάδα τελείωσε.
Οχι όμως και για την Αριστερά του Τσίπρα: γι’ αυτούς ο μύθος δεν έχει τελειώσει. Διότι, καθώς οι άλλοι ψελλίζουν ως επί το πλείστον ακαταλαβίστικες ασυναρτησίες, για να κρυφτούν από την αλήθεια που τους εκθέτει, η Αριστερά του Τσίπρα το μόνο που έχει να εισφέρει στη συζήτηση για το τι κάνουμε τώρα είναι τη δική της εκδοχή της φουμαρολογίας του παρελθόντος. Ποια ανώδυνη εξοικονόμηση πόρων, δηλαδή, μπορούν να κάνουν οι φωστήρες του ΣΥΡΙΖΑ και γιατί δεν μπόρεσαν να την κάνουν οι κυβερνήσεις των δύο τελευταίων χρόνων; Μήπως επειδή τους αρέσει και το μαστίγιο της τρόικας να νιώθουν και τις κατώτερες συντάξεις να κόβουν και τις υποχρεώσεις του Δημοσίου προς τους ιδιώτες να αφήνουν απλήρωτες; Εχουν την απαίτηση, με άλλα λόγια, να πιστέψουμε ότι τα τρία κόμματα που συγκυβερνούν σήμερα είναι οι μαζοχιστές της αυτοκαταστροφής, ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ είναι οι έξυπνοι με τις εύκολες λύσεις; Μόνον οι ανόητοι θα το πίστευαν…
Τα ποσοστό του ΣΥΡΙΖΑ στις τελευταίες εκλογές είναι κάτι καινούργιο, όμως τα υλικά με τα οποία είναι φτιαγμένο το κόμμα είναι παλιά. Αποτελεί ένα συνονθύλευμα στο οποίο βρίσκει κανείς από ημίτρελους αριστερούς, που ζουν στον δικό τους κόσμο, μέχρι επαγγελματίες πολιτικάντηδες. (Φάνηκε, άλλωστε, στο αλαλούμ του τελευταίου μηνός, όταν ακούσαμε ώς και φωνές που υπερασπίζονταν την εξέγερση των φοροφυγάδων της Υδρας…) Αυτό που έχει σημασία όμως είναι ότι η συγκολλητική ουσία που κρατάει μαζί το ιδιότυπο σύνολο είναι η οργή για το παρελθόν, ο πόνος της προσαρμογής στις πραγματικές δυνατότητές μας, μα πάνω απ’ όλα η συντήρηση των μύθων του παρελθόντος: ότι δήθεν μπορούμε να συνεχίσουμε την αμέριμνη πορεία μας προς την εκπλήρωση των πεπρωμένων του Ελληνισμού, με υπερτροφικό Δημόσιο, με πανάκριβο κοινωνικό κράτος και, ασφαλώς, με τα λεφτά των άλλων. Αυτή είναι η ουσία της πολιτικής πρότασης που προσφέρει ο ΣΥΡΙΖΑ.
Οι ίδιοι, βέβαια, θα απαντούσαν ότι ποτέ δεν κυβέρνησαν. Δεν είναι εντελώς αλήθεια, διότι μπορεί να μην είχαν την κυβέρνηση, είχαν όμως εξουσία. Ειδικά το απόστημα της ανανεωτικής Αριστεράς στις διάφορες μεταλλάξεις της (το είδος που ο Οργουελ έλεγε «pansy Left»…) κυριάρχησε και εξακολουθεί να κυριαρχεί στην παιδεία, την τέχνη και τη διανόηση του τόπου. Αυτός ήταν ο χώρος που προσέφερε στους πασόκους (κατά βάσιν, έναν στρατό πεινασμένων καταφερτζήδων, που έψαχναν τρόπους να λιγδώσουν το άντερο…) το ιδεολογικό τους οπλοστάσιο. Αυτός ο χώρος, με το κύρος και την πνευματικότητά του, ανήγαγε σε υψηλά ιδεολογήματα την αποστροφή προς την επιχειρηματικότητα και την εξιδανίκευση του κράτους – πατερούλη. Δεν είναι τυχαίο ότι χρησίμευε πάντα ως φυτώριο στελεχών του κράτους και του ΠΑΣΟΚ. Ούτε βέβαια ότι τώρα έχουν βρει εκεί καταφύγιο τα μπάζα της κατεδάφισης του ΠΑΣΟΚ. Αν τελικά η εποχή της μεταπολίτευσης θεωρηθεί ως η οιονεί τελική νίκη της Αριστεράς στον Εμφύλιο, αυτή οφείλεται κατά πολύ περισσότερο στην ανανεωτική Αριστερά με την «κανονικότητά» της, παρά στους σταλινικούς του ΚΚΕ, που ούτως ή άλλως απωθούν και μόνο με την απόκοσμη όψη τους.
Ωστόσο, από όλη την εύκολη κριτική που ασκεί ο ΣΥΡΙΖΑ στην κυβέρνηση, ένα σημείο είναι το κλειδί για τις μελλοντικές εξελίξεις: η πάταξη της φοροδιαφυγής. Ο ΣΥΡΙΖΑ την υπόσχεται γενικώς και αορίστως εφόσον γίνει κυβέρνηση, τώρα όμως είναι στο χέρι της σημερινής κυβέρνησης να την επιχειρήσει. Στο πεδίο αυτό θα κριθεί τελικά η αναμέτρηση μεταξύ πραγματικότητας και μύθου. Θα είναι ευκολότερη για τον καθένα η προσαρμογή στη νέα κατάσταση, αν τουλάχιστον γνωρίζει ότι η κατανομή των φορολογικών βαρών είναι δίκαιη. Αν η κυβέρνηση αυτή θέλει να αποδείξει στον κόσμο ότι δεν είναι μία ακόμη κυβέρνηση πολιτικών από τους πολιτικούς και για τους πολιτικούς, η εισαγωγή ενός δίκαιου φορολογικού συστήματος, που δεν θα φορτώνει μόνο στους μισθωτούς και τους μικροϊδιοκτήτες το κόστος της φοροδιαφυγής και της συντήρησης του περιττού κράτους, είναι ο μοναδικός τρόπος.
Πηγή: Καθημερινή