Αντώνης Καρακούσης
Οτι η οικονομία μας βαριανασαίνει, το αντιλαμβάνονται άπαντες.
Αργόσυρτη η περπατησιά της, μικρά τα όποια βήματά της και γύρω της τα απομεινάρια της προηγούμενης περιόδου, του καιρού της απρονοησίας και της αλόγιστης σπατάλης.
Αλλά και εκεί που τα οικοδομήματα μένουν ακόμη όρθια, βασιλεύουν ο φόβος, η ανασφάλεια και η αβεβαιότητα, εξαιτίας κυρίως της αδυναμίας του πολιτικού συστήματος να μεταδώσει βεβαιότητα σταθερότητας και να παρουσιάσει ένα αξιόπιστο σχέδιο εξόδου από την κρίση.
Παλεύει η κυβέρνηση εδώ και δύο χρόνια για τις εντυπώσεις, και μόνο γι’ αυτές.
Αλλά εν τέλει και σε αυτό το πεδίο χάνει.
Το χρέος μένει στο ράφι, οι φόροι στη θέση τους και οι επιχειρήσεις χωρίς νέα χρήματα.
Με αποτέλεσμα, να απουσιάζουν οι πρωτοβουλίες και οι βοήθειες.
Το κράτος παραμένει εγκλωβισμένο στις αδήριτες ανάγκες της δημοσιονομικής σταθεροποίησης που αναγνώρισε πια και δεν μπορεί πλέον να αρνηθεί.
Οι τράπεζες επίσης είναι ακινητοποιημένες, εγκλωβισμένες κι αυτές σε κύκλο έλλειψης κεφαλαίων και αμφισβητούμενων απαιτήσεων.
Επί της ουσίας, η χώρα μαστίζεται από ελλείμματα σταθερότητας και από ελλείμματα πόρων.
Και όσο συνεχίζει να πορεύεται βραδυπορούσα και ταλαντευόμενη, δεν πρόκειται να βρει σωτηρία.
Το τι πρέπει να γίνει το γνωρίζουν όλοι.
Η Ελλάδα οφείλει να αναλάβει η ίδια τη διάσωσή της, χωρίς διαμεσολαβητές και τριτεγγυητές.
Το κράτος να νοικοκυρευτεί το ταχύτερο δυνατό, να ξοδεύει όσο γίνεται λιγότερα ώστε να μην επιβαρύνει υπέρμετρα τους πολίτες και οι τράπεζες να ξεκαθαρίσουν όσο γίνεται γρηγορότερα τα «κόκκινα» δάνεια, με τρόπο όχι εκδικητικό, αλλά με φαντασία και δημιουργικότητα, ώστε να αναδειχθούν τα πλεονεκτήματα, οι δυνατότητες και να ελευθερωθούν πολύτιμοι δεσμευμένοι χρηματοδοτικοί πόροι.
Τα εργαλεία υπάρχουν πια.
Το κράτος δύναται με μεταρρυθμίσεις να ελέγξει τις δαπάνες του, να καταστείλει μέσω των νέων τεχνολογιών τη φοροδιαφυγή και έτσι να περιορίσει το βάρος των φόρων.
Πηγή: ΤΟ ΒΗΜΑ