1. Όπως έγραψα, ο μαρξισμός έγινε είδος θρησκείας όπως ο χριστιανισμός ή ο βουδισμός. Οι μοντέρνοι μαρξιστές πάνε στις συγκεντρώσεις τους και ακούνε τις βαρύγδουπες, ακαταλαβίστικες αναλύσεις των τρεχόντων γεγονότων, όπως οι σύγχρονοι χριστιανοί πάνε στις εκκλησίες και ακούνε τα ακαταλαβίστικα λόγια της θείας λειτουργίας.
Η απόσταση του οπαδού από τις πηγές της πίστης αλλά και της πρακτικής από τη θεωρία, είναι σχεδόν αστρονομική. Ειρωνικά, οι οπαδοί δεν το καταλαβαίνουν! Αρκούνται σε επιφανειακές γενικεύσεις όπως «ο διαλεκτικός υλισμός, το καταπιεστικό κεφάλαιο, η ταξική πάλη, ο επαναστατισμός (ρομαντικού) τύπου Τσε Γκεβάρα» και παρόμοια.
Άλλη ομοιότητα είναι οι αντιφάσεις που υπάρχουν στα χριστιανικά Ευαγγέλια και στα γραπτά του Μαρξ: πχ στο Κατά Ματθαίον (27. 45-50) ο Ιησούς κραυγάζει “Θεέ μου γιατί μ’ εγκατέλειψες” ενώ στο Κατά Λουκάν (23.44-48) ο Ιησούς λέει “Πατέρα, παραθέτω στα χέρια σου το πνεύμα μου”. Ο Μάρκος (15. 34-38) συμφωνεί με τον Ματθαίο ενώ ο Ιωάννης (19. 26-30) συμφωνεί με τον Λουκά – αλλά υπάρχουν διαφορές σε λεπτομέρειες. Επίσης, στον Ματθαίο (κεφ5-7) Η Ομιλία είναι «Επί του Όρους» ενώ στον Λουκά είναι «Επί του Πεδίου” και είναι πολύ πιο σύντομη και διαφορετικά διατυπωμένη!
Οι Ευαγγελιστές είναι διαφορετικά πρόσωπα και οι διαφορές τους σε κάποιο βαθμό δικαιολογούνται. Ο Μαρξ όμως είναι ένα και το αυτό πρόσωπο, εντούτοις μερικές βασικές ιδέες του αντιφάσκουν μεταξύ τους ακατανόητα. Ο ίδιος δεν φαίνεται να νοιάζεται και οι οπαδοί του δεν παίρνουν χαμπάρι!
2. Ας πάρουμε το παράδειγμα της εργασίας και νοημοσύνης.
Στα αρχικά τμήματα του Το Κεφάλαιο (1ος τόμος, 3.7, αρχή) ο Μαρξ περιγράφει την όλη διαδικασία της εργασίας ως εκδήλωση μιας νοητικής ιδέας. Γράφει:
“Αυτό που ξεχωρίζει τον χειρότερο αρχιτέκτονα από την καλύτερη μέλισσα είναι ότι ο αρχιτέκτονας κτίζει το κελί στον νου του προτού το φτιάξει στο κερί. Στο τέλος του προτσέσου εργασίας προκύπτει ένα αποτέλεσμα που υπήρχε κιόλας από την αρχή [….] υπήρχε κιόλας ιδεατά”. Μετά προσθέτει: “Εκτός από την καταπόνηση των σωματικών οργάνων που εργάζονται απαιτείται για όλη τη διάρκεια της εργασίας η σκόπιμη βούληση που εκδηλώνεται ως προσοχή”.
Ειρωνικά, σχεδόν παντού αλλού ο Μαρξ θεωρεί εργασία μόνο την υλοποίηση της νοητικής σύλληψης στην τελευταία φάση της σωματικής προσπάθειας. Το ίδιο κάνουν σήμερα και οι οπαδοί του. “Εργαζόμενοι” θεωρούνται μόνο όσοι κάνουν χειρωνακτική εργασία – όπως μπετατζήδες, κτίστες, καθαρίστριες, κλητήρες, απορριμματοσυλλέκτες, ανειδίκευτοι εργάτες στα εργοστάσια και παρόμοιοι.
Η άποψη αυτή προέρχεται από μια διατύπωση στον Επίλογο για Το Κεφάλαιο που έγραψε το 1873, παρότι το έργο δεν είχε τελειώσει, ούτε καν διορθωθεί: “Για τον Χέγκελ το προτσέσο της νόησης […] είναι ο δημιουργός του πραγματικού που αποτελεί μόνο το εξωτερικό φανέρωμα” – η νοητική σύλληψη, δηλαδή, δημιουργεί καθώς εκδηλώνεται και υλοποιείται σε κάποιο πράγμα, όπως ιδέα-σπιτιού> σπίτι, ιδέα-τόξου> τόξο. “Για μένα αντίστροφα”, συνεχίζει, “το ιδεατό δεν είναι παρά το υλικό, μεταφερμένο και μετασχηματισμένο στο ανθρώπινο κεφάλι”.
3. Εδώ σαφώς ξέχασε ο Μαρξ τι έγραψε για τον αρχιτέκτονα και ότι το έργο προϋπάρχει στον νου ιδεατά, προϋποθέτει νοερή σύλληψη και υλοποίηση μέσω “σκόπιμης βούλησης”.
Αυτή όμως η αντίληψη επικράτησε ανάμεσα στους μαρξιστές όλους. Εντούτοις και ο ίδιος ο Ένγκελς και ο Λένιν θα δηλώσουν πως η συνείδηση του ανθρώπου αλλάζει τις περιστάσεις κι επομένως τον υλικό κόσμο.
Στο Γερμανική Ιδεολογία, 1ος τόμος, καθώς αναλύει τις παραγωγικές σχέσεις και την ταξική πάλη, ο Μαρξ γράφει: “Η αντίληψη μας για την Ιστορία δείχνει πως όσο οι περιστάσεις κάνουν τον άνθρωπο, άλλο τόσο οι άνθρωποι κάνουν τις περιστάσεις”. Επαναλαμβάνει την ιδέα και στο 18η Μπρυμαίρ …(1852), ενώ ο Ένγκελς, που εξέδωσε το 1888 το Θέσεις για τον Φόιερμπαχ του Μαρξ, έγραψε στην Εισαγωγή “Οι περιστάσεις ίσα ίσα αλλάζονται από τους ανθρώπους”.
Δέκα έτη και περισσότερα μετά τον μηχανιστικό ματεριαλισμό στο Υλισμός και Εμπειριοκριτικισμός και ο Λένιν έγραψε στις Φιλοσοφικές Σημειώσεις του (τις άρχισε το 1914 αλλά τυπώθηκαν μετά τον θάνατο του, το 1928): “Η συνείδηση του ανθρώπου όχι μόνο αντανακλά τον αντικειμενικό κόσμο αλλά και τον δημιουργεί”.
Με τον Στάλιν επανήλθε και τονίστηκε ο ιστορικός υλισμός, η υλιστική διαλεκτική – που ο Ένγκελς είχε ονομάσει «καταπληκτικά σκουπίδια», όπως είδαμε στο πρώτο άρθρο αυτής της σειράς (Νέοι μαρξιστές (Α’)). Ο Τρότσκυ ακολουθούσε πιστότερα τον Λένιν και τον Μαρξ και γι’ αυτό ο Στάλιν τον κυνήγησε μέχρι και στην εξορία του στο Μεξικό κι έβαλε να τον δολοφονήσουν εκεί. Έκτοτε παρουσιάστηκαν πολλά νέα πρόσωπα όπως ο Γκράμσι της Ιταλίας, ο Μάο της Κίνας, ο Κάστρο της Κούβας, ο Τσε Γκεβάρα της Λατινικής Αμερικής.
Οι δικοί μας νέοι μαρξιστές θα μάθαιναν πολλά από τα ίδια τα γραπτά του Λένιν, ιδίως από τις Φιλοσοφικές Σημειώσεις και τη Νέα Οικονομική Πολιτική του το 1921, αντί τα ανούσια, βαρετά συγγράμματα του απάνθρωπου υλισμού που κληροδότησε ο στυγερός Στάλιν. Δυστυχώς δεν συνειδητοποιούν ότι ο χοντροκομμένος «μαρξισμός» τους, προερχόμενος από τις εκλαϊκεύσεις της σταλινικής περιόδου, είναι ουσιαστικά σταλινισμός και ο επαναστατισμός τους του Τσε γκεβάρα είναι σαχλαμάρα! (Π.χ. ο δικός μας Φλαμπουράρης, πρώην ΚΚΕ, λέει διάφορες σταλινικές σοφίες όπως, στην Καθημερινή 15/3, ότι θα αποπληρώσουμε τα χρέη μας με «αέρα»!)