
Η πίστη του ίδιου του Μιλ πως το Περί Ελευθερίας θα γινόταν το πιο σημαντικό έργο του αποδείχτηκε ορθή. Ξεσήκωσε την αγγλική κοινή γνώμη την άνοιξη του 1859 όταν εκδόθηκε: προκάλεσε πολλές κι έντονες πολεμικές εναντίον του, μα άσκησε τεράστια επιρροή στους νεότερους και, μαζί με τα έργα του Τζον Λοκ, έγινε βάση για τον σύγχρονο μα και στρεβλό φιλελευθερισμό. Ο Μιλ ήταν επιπλέον ο άντρας που υποστήριξε αμέριστα τα γυναικεία δικαιώματα περισσότερο από οποιονδήποτε άλλο στον 19ο αιώνα (εκτός από γυναίκες, φυσικά).
Για ορισμένες απόψεις του βρήκε στήριγμα σε άλλον Γάλλο, τον Αλέξις ντε Τοκβίλ, που έγραψε με οξυδερκή παρατηρητικότητα για τη νέα χώρα των ΗΠΑ. Ο Τοκβίλ είχε παρατηρήσει πως η ατομική ελευθερία απειλούνταν στη νεογέννητη δημοκρατία της Αμερικής (Περί της Δημοκρατίας στην Αμερική, 2 τόμοι, 1835-1840). Ο προβληματισμός του ήταν πως η κοινοβουλευτική δημοκρατία δημιουργούσε την «τυραννία της πλειοψηφίας». Η πλειοψηφική γνώμη του λαού ασκούσε μέσω της κρατικής, νόμιμα εκλεγμένης, εξουσίας, μεγάλη πίεση στις μειονότητες και το άτομο.
Ο Μιλ, όπως και ο Τοκβίλ, ήταν πολέμιος της συγκεντρωτικής εξουσίας. Έβλεπε πως ακόμα και μια λαϊκή κυβέρνηση μπορούσε να επιβάλει καταναγκασμό, εισβάλλοντας στην προσωπική ζωή του ατόμου και καταπιέζοντάς την ποικιλότροπα, υποχρεώνοντας το άτομο να ζει σύμφωνα με το μοντέλο της πλειοψηφίας – το οποίο μπορεί κάλλιστα να μην είναι και το καλύτερο. Γράφει λοιπόν –
«Ο λόγος για τον οποίο οι άνθρωποι, μόνοι ή ενωμένοι, επιτρέπεται να αναμειχθούν στον τρόπο που χειρίζεται την ελευθερία του ένα μέλος τους είναι να προστατευθούν αυτοί οι ίδιοι. Ο μοναδικός σκοπός για τον οποίο μπορεί να ασκηθεί νόμιμος εξαναγκασμός ενάντια σε ένα μέλος πολιτισμένης κοινωνίας είναι να εμποδίζεται η βλάβη σε άλλους. Έχουμε τη δυνατότητα να επιτύχουμε το καλό μας με τον δικό μας τρόπο, μα με τον όρο πως δεν δημιουργούμε προβλήματα στους άλλους.»
Με άλλα λόγια, το κάθε άτομο μπορεί να δρα ελεύθερα στην κοινωνία εφόσον δεν περιορίζει ή εμποδίζει τη νόμιμη δράση των άλλων.
Ο Μιλ αναγνωρίζει πως αυτό, στη γενική κατάσταση των ανθρώπων και ιδίως των κατώτερων στρωμάτων με ελλιπή μόρφωση, μα και των ανώτερων που συχνά διακατέχονται από ποταπά κίνητρα (αισχροκέρδεια, μίσος, φθόνος κ.λπ.), μπορεί να δημιουργήσει δυσκολίες. Γι’ αυτό θεωρεί τη μόρφωση απαραίτητη προϋπόθεση για να μπορεί να λειτουργήσει η ελευθερία ως φορέας κοινωνικής ανάπτυξης. Εκφράζει εδώ τον προβληματισμό για την ανάληψη «υποχρεώσεων ενάντια στον εαυτό σου», όπως είχε παρατηρήσει νωρίτερα ο Ιμάνουελ Καντ (1797) στη Μεταφυσική των Ηθών. Το άτομο πρέπει να παραμερίζει τα δικά του συμφέροντα αν και όταν αυτά, ή όποια από αυτά, έρχονται σε σύγκρουση με τα συμφέροντα της κοινωνίας ή παραβιάζουν τον ζωτικό χώρο των άλλων μελών της κοινωνίας. Όλα πολύ λογικά και σε τρομερή αντίθεση με την ασυδοσία ορισμένων ομάδων (κυρίως αριστερών) που νομίζουν σήμερα πως έχουν το δικαίωμα να εμποδίζουν άλλους και να παραβιάζουν ή να περιορίζουν τον χώρο δράσης τους.
Ο Μιλ επηρεάστηκε νωρίς από τους λεγόμενους ρομαντικούς ποιητές Coleridge και Wordsworth βρίσκοντας ανακούφιση στα ποιήματά τους (και του Γκέτε) μετά από μια συναισθηματική κρίση. Μα προχώρησε πιο πέρα αναγνωρίζοντας την ανάγκη για μια σφαιρική ανάπτυξη της προσωπικότητας δηλ. την ανάπτυξη του συναισθήματος μαζί με τον ορθολογισμό.
Αργότερα, ανακάλυψε το έργο του Γερμανού Βίλελμ φον Χούμπολντ Ιδέες για μια προσπάθεια να καθοριστούν τα όρια της επιρροής του κράτους (1851, μτφ 1854), το οποίο ακολουθούσε ιδέες του Γκέτε.
Ο Χούμπολντ έγραψε: «Ο πραγματικός σκοπός του ανθρώπου είναι η ύψιστη και ισόμετρη ανάπτυξη των δυνάμεών του σε ένα ενιαίο σύνολο. Για τέτοια ανάπτυξη, πρώτη και σημαντικότερη προϋπόθεση είναι η ελευθερία.»
Εδώ βέβαια κρύβονται πολλές παράμετροι πέρα από πολιτικο-οικονομικές απόψεις.