Το έχω λανσάρει προ πολλού, θα το προωθώ και θα το επαναλαμβάνω τραγουδιστά – “Μητσοτάκη και πάλι Μητσοτάκη!….”
Ναι, ξέρω τον έχω αποκαλέσει “υπνοβάτη” και άλλα μη-κολακευτικά επίθετα, μα σε σύγκριση με τους αντιπάλους του που σκευωρούν πυρετικά πώς να τον ανατρέψουν είναι οπωσδήποτε “ο μη χείρων…”
Καλού κακού, όμως, για να μη χάνουμε και τον μπούσουλά μας στη ομίχλη της ελληνικής πολιτικής, σήμερα ας δούμε και τις γνώμες έγκριτων δημοσιογράφων, και οι 3 σύντομες ή εκτενείς, προέρχονται από την Καθημερινή της Κυριακής 11 Φεβρουαρίου ’24. Όλα τα τρία κομμάτια δείχνουν τις δαιμονικές και μάλλον ανίατες αδυναμίες των κυβερνόντων.
Να τι γράφει ο Πάσχος Μανδραβέλης για τις εκλογές ευρωβουλευτών:
Είναι [μια] πρόταση του κ. Στέφανου Μάνου που θέλει τους «ευρωβουλευτές να εκλέγονται σε 21 αυτοτελείς μονοεδρικές εκλογικές περιφέρειες», διότι αδίκως «οι πολίτες (κατηγορούνται ότι) ψηφίζουν πρόσωπα με μεγάλη προβολή, celebrities». Κατά τον πρώην υπουργό, η συμπεριφορά των πολιτών είναι λογική, «μιας και μπροστά τους έχουν ένα ψηφοδέλτιο 21 προσώπων, σε αλφαβητική σειρά, που κατάρτισε ο αρχηγός του κόμματος. Τι να κάνει ο ψηφοφόρος; Να ψηφίσει έναν άγνωστο, στην τύχη, ή ένα γνωστό όνομα;» («Κ», 2.5.2023). Δεν γνωρίζουμε αν αυτή η ιδέα είναι καλή ή κακή, αν και η ιστορία του κ. Μάνου προδιαθέτει για το πρώτο. Αλλά για να το μάθουμε, έπρεπε να το συζητήσουμε. Η κυβέρνηση που –στην πράξη– την απέρριψε όφειλε αν μη τι άλλο να την αντικρούσει. Ή, τέλος πάντων, όφειλε να εξηγήσει γιατί προέκρινε την ενιαία λίστα, η οποία πριμοδοτεί τους εγχώριους σελέμπριτι εις βάρος της ποιότητας της εκπροσώπησης στο Ευρωκοινοβούλιο.
Τι να εξηγήσει τώρα η σεπτή μας κυβέρνηση; Πως πρέπει να δώσει ευκαιρία να έχουν καλό εισόδημα ορισμένα κομματικά στελέχη; (Έστω και αν δεν γνωρίζουν τίποτα για την Ευρώπη και τα πολιτικά της;)
Μετά, ένα εκτενέστερο κομμάτι από τον Άρη Αλεξανδρή. Ο τονισμός είναι δικός μου.
Ένα στοιχειώδες πνεύμα υπερκομματικής ειλικρίνειας θα καθιστούσε περιττό το πρόσφατο ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και τις αυτονόητες διαπιστώσεις του για την κατάσταση των πραγμάτων στην Ελλάδα. Οι κίνδυνοι στους οποίους μας εφιστά την προσοχή αντανακλούν όσα οι Ελληνες ούτως ή άλλως συζητούν μεταξύ τους καθημερινά, επομένως πού ακριβώς έγκειται η έκπληξη; Το κράτος δικαίου και όλα όσα αυτό περιλαμβάνει, από την απονομή της δικαιοσύνης και την ελευθερία του Τύπου μέχρι τα ατομικά δικαιώματα και την πολιτική διαφθορά, δεν είναι έννοιες που στην Ελλάδα μάς απασχολούν μόνο σε ακαδημαϊκό επίπεδο· υπάρχει πληθώρα πρόσφατων παραδειγμάτων που μετέτρεψαν την αφηρημένη θεωρία σε επώδυνη πράξη: το Μάτι, τα Τέμπη, ο νόμος για τις τηλεοπτικές άδειες και η υπόθεση των υποκλοπών είναι μόνο μερικά δείγματα των σκανδαλωδών δομικών δυσλειτουργιών που θέτουν υπό σοβαρή αμφισβήτηση την αξιοπιστία του κράτους. Για τους πολίτες που γνωρίζουν σε ποια χώρα ζουν, το ανασηκωμένο φρύδι του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου δεν συνιστά δικαίωση αλλά ειρωνεία.… Η θεσμική σαθρότητα της χώρας ευθύνεται για όλες τις εσωτερικές κακοδαιμονίες της. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο μας λέει καθυστερημένα, αποφθεγματικά και φοβικά (χωρίς άβολες λεπτομέρειες που θα εκθέσουν φίλους και γνωστούς) κάτι που γνωρίζουμε ήδη. Το σχήμα είναι παγιωμένο εδώ και δεκαετίες: Επειδή οι κυβερνώντες δεν λογοδοτούν ούτε δικαστικά ούτε πολιτικά, κάνουν διαχρονικά τη δουλειά τους πλημμελώς, στηρίζοντας την επανεκλογή τους σε ρουσφέτια αντί έργων ουσίας. Επειδή οι πολίτες συναλλάσσονται κυριολεκτικά ή μεταφορικά με το κράτος και τους λειτουργούς του, αντιμετωπίζουν την πολιτική χρησιμοθηρικά, αντί να αγωνιστούν υπέρ των θεσμών και να απαιτήσουν τον σεβασμό των τελευταίων μέσω της ψήφου τους. Επειδή ο Τύπος γνωρίζει πως η κοινωνία βρίσκεται, ως ανεκπαίδευτη στην πολιτειακή ευρυθμία, υπό καθεστώς ύπνωσης, δογματισμού και οξείας κομματικοποίησης, σπεύδει να υπηρετήσει τις προκαταλήψεις της εις βάρος της αντικειμενικής αλήθειας· αυτό άλλωστε αποδεικνύεται πιο επικερδές από επιχειρηματικής άποψης. Επειδή η Δικαιοσύνη προκύπτει μέσα από τα σπλάχνα του κράτους και οι παράγοντές της λειτουργούν με τους όρους του (εκπαιδευτικούς, μισθολογικούς, συντεχνιακούς), ενεργεί κι αυτή ως βραχίονάς του, ανήμπορη να ελέγξει αποτελεσματικά τις παρεκκλίσεις του από τη νομιμότητα.
Τελειώνω με ένα απόσπασμα από τον Κώστα Καλλίτση που πάντα εύστοχα μεταδίδει την έπαρση και τον ναρκισσισμό της Νεοδημοκρατικής κυβέρνησης για την επιτυχημένη δήθεν επιστροφή στην “κανονικότητα” και “ανάπτυξη”
Χάρη στην υποτίμηση της εργασίας βελτιώθηκε η ανταγωνιστικότητα της οικονομίας στα χρόνια της μεγάλης κρίσης – αυτή σήκωσε τα πιο μεγάλα βάρη. Και σε αυτήν πατούν σήμερα πολλά εξ όσων φαντάζουν μεγάλα επιτεύγματα. Οι μόνες κατηγορίες εξαγωγών με αξιόλογη αύξηση είναι ουσιαστικά αυτές των κλάδων έντασης εργασίας (αγροτικά προϊόντα και τουριστικές υπηρεσίες), επειδή, βασικά, φθηναίνει η εργασία. Και οι ξένες επενδύσεις για τις οποίες τόσα διθυραμβικά λέγονται, πέρα από το συντριπτικά μεγάλο μέρος τους που κερδοσκοπεί στο real estate και στις αγορές κόκκινων δανείων, έρχονται για να εκμεταλλευτούν το φτηνό εργατικό δυναμικό – όπως τα data centers, που υποδεχόμαστε μετά βαΐων και κλάδων, ενώ τα διώχνουν άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Το καινούργιο στοιχείο τα τελευταία χρόνια είναι ότι εξελίσσεται μια πολύ μεγάλη αναδιανομή πλούτου και ισχύος. Η φθηνή εργασία γίνεται φθηνότερη εξαιτίας της εκρηκτικής ανόδου των τιμών. Η αγοραστική αξία των μισθών εξανεμίζεται, καθώς δεν υπάρχει ισχυρή πολιτική, ούτε αξιόλογη συνδικαλιστική δύναμη να στηρίξει τη μισθωτή εργασία. Ενώ τα κέρδη, φανερά και αδήλωτα, αυξάνονται με εντυπωσιακούς ρυθμούς.
Αυτά τα γνωρίζουν οι κυβερνώντες διότι δεν είναι βλάκες ή πωρωμένοι, μα είναι αρκετά αυτάρεσκοι, βολεμένοι και οκνηροί στον νου, ώστε να νομίζουν πως δεν χρειάζεται να κάνουν κάτι για να βελτιώσουν τα πράγματα.