Φιλ963: Νόμοι και τέχνες

Φιλ963: Νόμοι και τέχνες

- in Φιλοσοφία
0

Νικόδημος

Τι είμαστε, πράγματι; Και τι γινόμαστε στην Ιστορία;

Τα πάντα στο σύμπαν υπόκεινται στους νόμους του σύμπαντος και καθετί, πλάσμα ή πράγμα ή φαινόμενο, υπάρχει χάρη στους νόμους που ενσωματώνονται στη φύση του και του δίνουν ύπαρξη, μορφή και λειτουργία. Η οθόνη που κοιτάτε αυτήν τη στιγμή έχει τους δικούς της νόμους και αν δεν τους ακολουθούσε (ή αν οι νόμοι έπαυαν να λειτουργούν), η οθόνη δεν θα υπήρχε έτσι όπως είναι. Η γλώσσα που διαβάζετε αυτήν τη στιγμή έχει τους δικούς της νόμους. Άλλο δηλώνουν οι λέξεις «οι νόμοι» και άλλο «η νομή». Άλλο «επήγαινε» και άλλο «Ε! Πήγαινε!» Μόνο όποιος γνωρίζει τους νόμους γραφής, γραμματικής, ομιλίας και συντακτικού, μπορεί να γράφει αυτήν τη γλώσσα, να τη διαβάζει και να την καταλαβαίνει και να την ομιλεί.

Και όμως όλο και περισσότεροι άνθρωποι δεν θέλουν να ακολουθούν τους νόμους. Νομίζουν πως μπορούν να κάνουν ό,τι θέλουν. Αυτό δε εμφανίζεται σε μεγάλη έκταση στις λεγόμενες Καλές Τέχνες – όπου αντί να μάθουν καλά τους νόμους της Καλής Τέχνης με την οποία ασχολούνται, οι άνθρωποι και κυρίως οι «καλλιτέχνες», όπως ονομάζονται, δίνουν σημασία στην καινοτομία, παραξενιά, πρωτοτυπία, “εξτραβαγκάντζα”, εντυπωσιασμό.

Τώρα, ένας ξυλουργός (για να πάρουμε παράδειγμα από τέχνη που όμως δεν θεωρείται «Καλή») ακολουθεί κι εργάζεται σύμφωνα με τους νόμους της Ξυλουργικής. Ένας υδραυλικός με τους νόμους της Υδραυλικής. Ένας ηλεκτρολόγος με τους νόμους της Ηλεκτρολογίας. Μα οι ποιητές παρακάμπτουν του νόμους της Ποίησης γράφοντας ό,τι και όπως γουστάρουν. Οι ζωγράφοι ζωγραφίζουν ό,τι και όπως γουστάρουν. Οι γλύπτες, οι δραματογράφοι, οι σκηνοθέτες, οι κινηματογραφιστές ομοίως.

Αφορμή για τις σκέψεις αυτές είναι παλαιό άρθρο του Ν. Σεβαστάκη στο περιοδικό Lifo (6.1.24) που έτυχε να διαβάσω πρόσφατα. Σε αυτό ο συμπαθής δημοσιογράφος γράφει διάφορα – όπως: –

Ο ρεαλισμός, είτε στο γράψιμο είτε στην κινηματογραφία και σε άλλες καλλιτεχνικές πρακτικές, θεωρείται εγγενώς λιγότερο artistic από τα φορμαλιστικά παιχνίδια ή τις υφολογικές εξτραβαγκάντσες. Σαν να είναι καταδικασμένος να είναι η τέχνη του «κυρ-Παντελή», η αισθητική της μονότονης, ανέραστης καθημερινότητας και των συντηρητικών της φίλτρων. Υπάρχουν, φυσικά, και εξαιρέσεις σε σχέση με τον θαυμασμό για το «παράξενο».(…) [Π]ολλοί θεωρούν ότι η καλλιτεχνική φλόγα βρίσκεται στην αλχημεία των συμβολισμών.

Η ταύτιση της καλλιτεχνικής ευφυΐας με την αισθητικοποιημένη «τρέλα» είναι μια μάλλον παλιά αστική σύμβαση. Έρχεται συνήθως να επιβεβαιώσει το στερεότυπο του προκλητικού, δίχως να είναι βέβαιο πως προκαλεί στ’ αλήθεια, δηλαδή πως αλλάζει το βλέμμα μας στα οικεία και στα δεδομένα.

Πιστεύω πως σε αυτήν τη στάση συνεχίζεται μια παρεξήγηση με την ποίηση και το τι συνιστά ποιητικό βλέμμα. Η «συμβολική ποίηση» γίνεται συχνά ένας τρόπος για να κρύψεις την απροθυμία σου να αφηγηθείς κοντινούς και οικείους κόσμους. (Έμφαση στο πρωτότυπο.)

Δεν ξέρω τι είναι «η αισθητικοποιημένη τρέλα» και αμφιβάλλω αν και ο ίδιος ο δημοσιογράφος ξέρει. Το ίδιο ισχύει για λέξεις που λειτουργούν ως συνθήματα μάλλον, όπως «ρεαλισμός», «αστική σύμβαση» «προκλητικό» κ.λπ. Τέτοια προσέγγιση υποκινείται από λέξεις–συνθήματα που είναι στοιχεία μιας ερμηνείας του εαυτού μας και του κόσμου μας, η οποία ερμηνεία μπορεί να είναι (και είναι κατά τη γνώμη μου) εντελώς λαθεμένη.

Γράφει επίσης: –

Ίσως όμως να πρέπει λίγο να ξανα-αγαπήσουμε τον ρεαλισμό, πράγμα που σημαίνει, βέβαια, να προσπαθήσουμε να τον κάνουμε πιο ενδιαφέροντα και ερεθιστικό. Δεν μιλώ για τον ρεαλισμό της επιτηδευμένης, ακραίας ασχήμιας και της σπλάτερ οικογενειακής τερατωδίας. Αναφέρομαι στην αναμέτρηση με τις πιο πλάγιες και λιγότερο κραυγαλέες αποχρώσεις του βίου, με το πεζό υλικό των ημερών μας, των επαγγελμάτων και των σχέσεων που συγκροτούν τη ζωή μας. Μια αληθινά δημοκρατική αισθητική περνάει ίσως μέσα από την εκμάθηση της τέχνης του να περιγράφει κανείς το σπίτι του γείτονα και όχι κατ’ ανάγκην το Κάστρο του Κυανοπώγωνα. (…) Η ταύτιση της καλλιτεχνικής ευφυΐας με την αισθητικοποιημένη «τρέλα» είναι μια μάλλον παλιά αστική σύμβαση. Έρχεται συνήθως να επιβεβαιώσει το στερεότυπο του προκλητικού, δίχως να είναι βέβαιο πως προκαλεί στ’ αλήθεια, δηλαδή πως αλλάζει το βλέμμα μας στα οικεία και στα δεδομένα. Αυτό που λείπει από την κουλτούρα μας, πάντως, δεν είναι το ονειρικό ούτε οι συμβολισμοί. Είναι η αναμέτρηση με ό,τι είμαστε και η συνάντηση με αυτό που γινόμαστε μέσα στην Ιστορία και στη βιωμένη μας καθημερινότητα.(…) Ο ρεαλισμός μπορεί να είναι τελικά προϋπόθεση για τις καλές και δυνατές μυθοπλασίες του μέλλοντος.

Τι είναι ρεαλισμός, πράγματι;

Τι είμαστε πράγματι; Και τι γινόμαστε στην Ιστορία;

Οι απαντήσεις δεν βρίσκονται στις θρησκευτικές, πολιτικές, κοινωνιολογικές ή άλλες θεωρητικές φλυαρίες, ή ακόμα κι επιστήμες. Απαντήσεις ορθές, αξιόπιστες, βρίσκονται μόνο με μακρόχρονη, ειλικρινή αυτοεξέταση και την παράλληλη απόρριψη κάθε ερμηνευτικής ιδεοληψίας έτσι που να βλέπουμε, να συνειδητοποιούμε πιο αντικειμενικά, πιο αμερόληπτα, αυτά που μας φανερώνουν η αυτοεξέταση και η λογική διάκριση.

Είναι και αυτή η διαδικασία μια τέχνη με δικούς της νόμους. Δεν υπάρχει σύντομη παρακαμπτήρια προσέγγιση.

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *