Πάσχος Μανδραβέλης
Είναι πάνδημος ο στόχος να μη μειωθούν οι συντάξεις. Δεν το θέλει η κυβέρνηση αλλά ούτε και η αντιπολίτευση, η οποία πλειοδοτεί με καταθέσεις σχεδίων νόμων. Δεξιοί κι Αριστεροί επιμένουν ότι το μέτρο δεν είναι διαρθρωτικό· τέτοια ομοψυχία μόνο σε περιόδους εθνικών καταστροφών εμφανίζεται. Ισχυρίζονται ότι η κυβέρνηση μπορεί να μην τιμήσει την υπογραφή της επειδή τα δημοσιονομικά πάνε καλά, τρομάρα μας!. Ψέματα ανάλογα της «θωρακισμένης οικονομίας», που έπεσε στο κεφάλι μας.
Οι μόνοι που δεν μιλούν είναι αυτοί που θα πληρώσουν. Οι νέοι μοιάζει να μην ενδιαφέρονται και οι πιο αδύναμοι δεν έχουν φωνή. Για την επίτευξη της νέας Μεγάλης Ιδέας του Εθνους «η κυβέρνηση θυσιάζει ελαφρύνσεις ύψους ενός δισ. ευρώ, όπως: η μείωση του κατώτατου φορολογικού συντελεστή από το 22% στο 20%· η κατάργηση της εισφοράς αλληλεγγύης για εισοδήματα έως 30.000 ευρώ· η επιδότηση των ασφαλιστικών εισφορών για νέους κάτω των 25 ετών· η ενίσχυση του προγράμματος “Βοήθεια στο Σπίτι” κ.ά.» («Καθημερινή», 2.10.2018). Κι όλα αυτά για να διατηρήσουμε την πρώτη θέση σε συνταξιοδοτικές δαπάνες στην Ευρώπη: «Στην Ευρωπαϊκή Ενωση οι δαπάνες κοινωνικής προστασίας για συντάξεις αντιστοιχούσαν το 2014 (αυτό είναι το τελευταίο έτος για το οποίο υπάρχουν διαθέσιμα στοιχεία) στο 13% του ΑΕΠ, όταν στην Ελλάδα ήταν 17,2%» («Καθημερινή», 18.7.2018).
Αυτό βεβαίως δεν σημαίνει ότι οι συντάξεις στην Ελλάδα είναι ιδιαίτερα υψηλές. Υποδηλώνει, όμως, ότι οι συνταξιούχοι είναι πολλοί και πολύ νέοι. Το 2015, η μέση κατά κεφαλήν δαπάνη για συντάξεις στην Ελλάδα ήταν 12.000 ευρώ ετησίως και στην Ευρωπαϊκή Ενωση 16.000 ευρώ.
Ομως ο μέσος επαγγελματικός βίος των Ελλήνων (32,5 χρόνια) ήταν ο δεύτερος μικρότερος μετά τους Ιταλούς, όταν ο μέσος όρος στην Ε.Ε. ήταν 35,6 έτη. Το μυστικό βρίσκεται στις πρόωρες συνταξιοδοτήσεις. Στις ηλικίες 55-64 ετών η Ελλάδα έχει το χαμηλότερο ποσοστό απασχόλησης (36,3%), όταν ο μέσος όρος στην Ενωση ήταν 55,3% και στη Γερμανία 68,6% (Ευρωπαϊκή Επιτροπή, Pension Adequacy Report 2018).
Τα πράγματα έγιναν χειρότερα λόγω της κρίσης. Ο κ. Τάσος Γιαννίτσης υπολόγισε ότι μετά το 2008 πέρασαν στη σύνταξη γύρω στα 800.000 άτομα, και ακόμη χειρότερα: «Το εισόδημα από συντάξεις το 2012 αντιστοιχούσε στο 76,7% του εισοδήματος από εργασία» («Athens Voice», 14.12.2016). Αυτή η σχέση σήμερα σίγουρα έχει επιδεινωθεί.
Οταν σε μια χώρα τα εισοδήματα των εργαζομένων είναι όσα σχεδόν και των συνταξιούχων, το ασφαλιστικό σύστημα δεν είναι βιώσιμο, ούτε καν η οικονομία της. Αυτό σημαίνει ότι η περικοπή των συντάξεων είναι μονόδρομος· είτε διά πολιτικής απόφασης είτε από την ίδια την οικονομική πραγματικότητα. Το εθνικό εισόδημα θα συρρικνώνεται και γι’ αυτόν τον λόγο θα μειωθούν και οι συντάξεις.
Η κυβέρνηση, βεβαίως, καίγεται να κερδίσει χρόνο μέχρι τις εκλογές. Ηγείται –άλλο που δεν θέλει!– της εθνικής προσπάθειας για την επίτευξη του στόχου. Εικάζουμε ότι έχει βάλει το θέμα στο ζύγι με το Μακεδονικό και όταν «πείσει» τους εταίρους θα πιστωθεί την επιτυχία. Ετσι θα μεταφέρει και αυτήν την καυτή πατάτα στους επόμενους. Εν τω μεταξύ, οι νέοι, που ούτε και του χρόνου θα δουν μειωμένες ασφαλιστικές εισφορές και τη φορολογική τους θέση να βελτιώνεται, θα συνεχίσουν να μεταναστεύουν επιδεινώνοντας την αναλογία εργαζομένων-συνταξιούχων και οδηγώντας το σύστημα σε ακόμη χειρότερη θέση. Μετά θα ξαναπούμε το «στερνή μου γνώση…», για να αποδειχθεί ότι στην Ελλάδα η Ιστορία ποτέ δεν επαναλαμβάνεται ως φάρσα.
Πηγή: Καθημερινή