Μαρία Κατσουνάκη
Ο,τι συμβαίνει τις τελευταίες ημέρες στο Εθνικό Θέατρο δεν είναι παρά μια μικρογραφία του ελληνικού Δημοσίου. Ο καλλιτεχνικός διευθυντής, Στάθης Λιβαθινός, αποφάσισε να μην ανανεώσει τις συμβάσεις τριών εργαζομένων, για τους οποίους, επιπλέον, επικρέμαται κατηγορία για «ανάρμοστη συμπεριφορά». Ξεσηκώθηκε το Σωματείο των Εργαζομένων, άρχισαν οι στάσεις εργασίας, απειλές για τα χειρότερα (ματαίωση παραστάσεων της Επιδαύρου), 40 καρέκλες έξω από το θέατρο για καθιστική διαμαρτυρία, εκβιασμοί μέσω λευκής απεργίας, κ.ο.κ. Το «οπλοστάσιο» του τυφλού συνδικαλισμού σε πλήρη ανάπτυξη. Από την πλευρά του ο καλλιτεχνικός διευθυντής, με τη συμπαράσταση του Δ.Σ., κάνει ό,τι μπορεί για να εξηγήσει χωρίς να υποχωρήσει, παρά το γεγονός πως δεν φαίνεται να έχει τη στήριξη των πολιτικών προϊσταμένων του, για τους οποίους καλό θα ήταν «να μην προχωρήσει στη μη ανανέωση».
Αδιέξοδο; Εξαρτάται. Πριν από χρόνια ο Νίκος Κούρκουλος, σε παρόμοια απεργιακή κινητοποίηση, μπροστά στην αδιαλλαξία των εργαζομένων, χρησιμοποίησε τεχνικό προσωπικό εκτός θεάτρου ειδικά για την Επίδαυρο. Και βρέθηκε απέναντι σε θεούς και δαίμονες, δίνοντας όχι μόνο τη λύση αλλά και το παράδειγμα.
Ο κ. Λιβαθινός πριν από λίγους μήνες έκανε το «λάθος» να αναφέρει δημοσίως ότι από τα 6 εκατ. ευρώ της επιχορήγησης του Ε.Θ. τα 5,5 προορίζονται για ανελαστικές δαπάνες, όπως μισθοδοσία των 260 εργαζομένων (τεχνικό και διοικητικό προσωπικό) και 100 ηθοποιών. Θεωρήθηκε κάτι σαν «προδοσία». Και του χρεώθηκε…
Το ελληνικό Δημόσιο στην κάψουλα του χρόνου. Στην ακινησία τού «δεν θα αλλάξει τίποτα», στο βασίλειο του «πάμε σαν άλλοτε». Κάπως έτσι. Θερίζει το δρεπανηφόρο στον ιδιωτικό τομέα, στο Δημόσιο απεργούν για τη μη ανανέωση συμβάσεων υπαλλήλων, υπόλογων και για «ανάρμοστη συμπεριφορά». Εργαζόμενοι ομαδοποιημένοι, που αλληλοκαλύπτονται για να διαμοιράζονται τα ιμάτια μιας πτωχευμένης χώρας, να απολαμβάνουν (ακόμη) προνόμια. Εξαρχής προνόμια, όχι δικαιώματα που εξέπεσαν λόγω κρίσης (πράγμα που συμβαίνει κατά κόρον). Και, φυσικά, με πολιτική κάλυψη και συμπαράσταση. «Ακάλυπτος» παραμένει όποιος επιθυμεί να βάλει μια τάξη. Οχι σαρωτικές αλλαγές. Απλώς, μια στοιχειώδη τάξη, σύμφωνα με την οποία δεν μπορεί να ανταμείβεται κανείς για «ανάρμοστη συμπεριφορά».
Πώς θα μπορέσει να γίνει το βήμα σε μια επόμενη μέρα, όταν τα ανακλαστικά παραμένουν καθηλωμένα στη διαρκώς προηγούμενη; Οταν ο συνδικαλισμός ταυτίζεται με την ιδιοτέλεια, αφαιρώντας από τη διεκδίκηση του δικαίου το δίκαιο;
Πηγή: Καθημερινή