Το αγγλικό κείμενο λέει: «Γιατί είσαι δυστυχισμένος/νη; Διότι 99,9% όλων όσων σκέφτεσαι και όλων όσων κάνεις είναι για τον εαυτό σου – και δεν υπάρχει αυτός»!
Ίσως το 99,9% να είναι κάπως υπερβολικό. Ας το κατεβάσουμε στο 98%.
Αν είσαι γονιός που «σκίζεται στη δουλειά» για να στηρίζεις την οικογένεια και, φυσικά, τα δυο παιδιά, πιθανότατα θα σκεφθείς: «Μα εγώ κάνω τόσα και τόσα για τα παιδιά μου. Σίγουρα είναι πολύ περισσότερο από 98%.» Ίσως, μα αμφιβάλλω.
Υπάρχει ένα απλό κριτήριο.
Σκέφτεσαι ποτέ τα παιδιά σου σαν παιδιά, όχι «δικά μου παιδιά»;
Τ’ αγαπάς και τα θέλεις και τα φροντίζεις, επειδή είναι δικά σου παιδιά. Δεν θα «σκιζόσουν στη δουλειά» για παιδιά που δεν είναι δικά σου ή δεν σχετίζονται με σένα κατά έναν ή άλλο τρόπο.
Συλλογίσου το αυτό για λίγο.
Και ο γονιός που τα μισεί και δεν τα θέλει και κάποτε τα εξαφανίζει, και αυτός (ή αυτή) τα σκέφτεται ως δικά του παιδιά. Αν δεν τα σκεφτόταν, δεν τα ένιωθε δικά του, δεν θα ήθελε να εξαφανιστούν. Διότι, σαφώς δεν νοιάζεται και δεν επηρεάζεται με τον ίδιο τρόπο σχετικά με ξένα παιδιά!
Παρακαλώ! Αξίζει να συλλογιστείτε για λίγο αυτήν την κατάσταση. Για να κατανοήσετε τους ψυχολογικούς μηχανισμούς που λειτουργούν μέσα σας.
Όταν έχετε να φροντίσετε παιδιά ή σύζυγο ή γονείς ή κάποιον συγγενή που βρίσκονται σε μοναξιά και ανημποριά, τότε νιώθετε δυσφορία ή αγανάκτηση και θα θέλατε ο χρόνος και η ενέργεια που ξοδεύετε να ξοδευόταν για τον εαυτό σας.
Έτσι εγείρεται το δυσάρεστο συναίσθημα της δυστυχίας. Πάντα με τον ίδιο κοινό παρονομαστή. Θέλω κάτι για τον εαυτό μου και δεν το έχω.
Ως εδώ ίσως να μην ήταν πολύ δύσκολο, ιδίως αν όντως συλλογιστήκατε ήρεμα την κατάσταση.
Είναι πιο δύσκολο όμως να αποδεχτείτε πως το «εγώ» που διεκδικεί παιδιά, φροντίδα, ενέργεια, χρόνο κ.λπ., δεν υπάρχει!
Είναι φυσικό. Διότι από τα 3 μας κι έπειτα, όλη μας τη ζωή την περάσαμε με το αίσθημα και τη σκέψη «εγώ».
Μα για κοιτάξτε στον ψυχισμό σας κι εντοπίστε το «εγώ».
Θα το δείτε. Σαν κάτι σκιώδες, φευγαλέο που αλλάζει σχήμα γοργά κι εξαφανίζεται!
Το αίσθημα «εγώ» υπάρχει. Ναι, αλλά ποιος το κοιτά, ποιος το αισθάνεται, ποιος το εντοπίζει;
Πρέπει να υπάρχει ένα άλλο Ον μεγαλύτερο, λεπτότερο, ανώτερο που θεάται τον φευγαλέο ίσκιο και βλέπει το αίσθημα.
Μόλις δοκιμάσεις να εντοπίσεις και να δεις από κοντά το Ον που ο νους γνωρίζει πως υπάρχει, εκείνο εξαφανίζεται.
Κάποτε, με λίγη τύχη, γίνεται πολύ μεγάλο, απεριόριστο. Και δεν διεκδικεί τίποτα!