1. Ο δρ Γιόζεφ Γκέμπελς ορίστηκε Gauleiter “περιφερειάρχης” του Βερολίνου το 1926. Ήταν επίσης εκδότης της ναζιστικής εφημερίδας Der Angriff (= Η επίθεση) που πουλούσε το πολύ 2.000 αντίτυπα την εβδομάδα!
Κανείς δεν έδινε σημασία στους εθνικοσοσιαλιστές του Χίτλερ. Ακόμα και στις εκλογές του 1928 αυτοί πήραν μόλις 12 έδρες από τις 500 στο Ράϊχσταγκ.
Αλλά μετά τον πόλεμο το Βερολίνο γέμισε με απόστρατους.
Και εκτός από τους βετεράνους υπήρχαν εκατοντάδες χιλιάδες μετανάστες, εξόριστοι και ξεριζωμένοι – Πολωνοί, Ρώσοι, Ούγγροι κλπ.
Οι Ρώσοι το 1924 αριθμούσαν 300.000. Ένας από αυτούς, ο στρατηγός Βασίλι Μισκούπσκι, πρώην διοικητής (φόβος και τρόμος) της Οδησσού, ήθελε μαζί με τον Γερμανό στρατηγό Λούντεντορφ να ιδρύσει μια ρωσογερμανική συμμαχία αν, και μόλις, ξαναγύριζαν στην εξουσία. Ο δε Φ. Βίνμπεργκ, πρώην τσαρικός αξιωματικός κι αυτός, διέδιδε πλαστά έγγραφα των “Σοφών της Σιών” κι ένα της τσαρικής μυστικής αστυνομίας που αποδείκνυε καθοριστικά την ύπαρξη μιας διεθνούς εβραϊκής συνομωσίας, και συνηγορούσε υπέρ της “τελικής λύσης”, δηλαδή της εξόντωσης των Εβραίων.
2. Σημαντικό ρόλο έπαιξαν στη συνέχεια οι βετεράνοι ένας εκ των οποίων ήταν και ο δεκανέας Χίτλερ. Αυτοί ένιωθαν τσακισμένοι, προδομένοι και συνεπώς οργισμένοι. Δεν καταλάβαιναν γιατί ήταν ηττημένοι. Το καλοκαίρι 1918 οι Γερμανοί είχαν πετύχει τη μια νίκη μετά την άλλη και τελικά κανένας εχθρός δεν πάτησε το πόδι του σε γερμανικό έδαφος. Πώς ηττήθηκαν λοιπόν;
Εντούτοις μια “αριστερή” κυβέρνηση πήρε την εξουσία, όταν ο Κάιζερ Γουλιέλμος την έχασε, και συνθηκολόγησε. “Το θριαμβευτικό μέτωπο δολοφονήθηκε με μια μαχαιριά στην πλάτη” ανακοίνωσαν οι τέως αρχιστράτηγοι φον Χίντενμπουργκ και Λούντεντορφ αποσείοντας από πάνω τους την οποιαδήποτε ευθύνη ενώ εκείνοι έφταιγαν.
Στην πραγματικότητα δεν ήταν ο σοσιαλδημοκράτης Καγκελάριος Φρίντριχ Έμπερτ που πρώτος αποδέχθηκε την ήττα, αλλά ο Έριχ Λούντεντορφ. Αυτός είδε πως με την αυξανόμενη εμπλοκή της Αμερικής το 1918 και τον πλήρη αποκλεισμό των λιμανιών της Γερμανίας, η ήττα ήταν αναπόφευκτη και πρότεινε στον Κάιζερ να δώσει την εξουσία στους σοσιαλδημοκράτες ώστε αυτοί να συνθηκολογήσουν. Έτσι το όνειδος της συνθηκολόγησης μετατέθηκε από τον αυτοκρατορικό κύκλο και τους στρατηγούς που έφεραν την ευθύνη για την τελική εξέλιξη, στους σοσιαλδημοκράτες!
3. Μισοτυφλωμένος από τα δηλητηριώδη αέρια, ο Χίτλερ βρισκόταν σε νοσοκομείο τη μέρα της συνθηκολόγησης. Συντετριμμένος και οργισμένος έκλαιε. “Όλα έγιναν ματαίως!” έγραψε. “Μάταιες όλες οι θυσίες και οι κακουχίες… Στ’ αλήθεια, αυτά όλα συνέβησαν έτσι που μια ομάδα ελεεινών κακοποιών να μπορέσει να επιτεθεί στην πατρίδα; Γι’ αυτό δηλαδή ο Γερμανός στρατιώτης είχε υπομείνει τον καυτερό ήλιο και τις χιονοθύελλες… κι είχε βρεθεί στην κόλαση των αδιάκοπων κανονιοβολισμών και στην πυρετική αναστάτωση των βομβαρδισμών με αέρια… Εκείνες τις νύχτες μεγάλωσε το μίσος μου για τους υποκινητές αυτής της πράξης… Αποφάσισα να γίνω πολιτικός”.
Ο παρασημοφορημένος πληγωμένος δεκανέας Αδόλφος Χίτλερ, λοιπόν, υποκινούνταν από μίσος κι επιθυμία για εκδίκηση.
4. Μετά τις ρόδινες αυταπάτες, που τρέφονταν από την προπαγάνδα των μιλιταριστών του Κάιζερ για να τρέφουν παραπλανητικά τον κόσμο, ο αντίκτυπος της ήττας ήταν τρομερός.
Τον χειμώνα 1918-19 το Βερολίνο γέμισε με πικραμένους βετεράνους που όχι μόνο δεν έβρισκαν δουλειά μα δεν είχαν ούτε στέγη στο κεφάλι τους.
Εκατοντάδες χιλιάδες τουφέκια, πολυβόλα, όλμοι κλπ εξαφανίστηκαν από τις αποθήκες του στρατού. Περιήλθαν στα χέρια των άνεργων βετεράνων που οργανώνονταν από επιτήδειους στρατολάτρες κι εκπαιδεύονταν σε νέες εθελοντικές μονάδες. Όλοι είχαν πείρα, όλοι είχαν μάθει να σκοτώνουν.
Έτσι δημιουργήθηκαν τα Σώματα Εθελοντών – αυτόνομες μονάδες μάχης που δεν υπολόγιζαν κανέναν άλλο από τον διοικητή τους. Εδώ κυοφορήθηκαν τα χιτλερικά τάγματα εφόδου. Ένα τέτοιο επίλεκτο σώμα, η Ταξιαρχία του Χέρμαν Έρχαρτ, πρώτο φόρεσε το κράνος με τη σβάστικα. Κι έτσι γεννήθηκαν τα SA και μετά τα Εs Es.
5. Όλοι αυτοί μισούσαν τη σοσιαλδημοκρατία και τους πολιτικούς της που (μαζί με τους Εβραίους) είχαν πουλήσει την πατρίδα. Όλοι αυτοί, μα και πολλοί μεγαλοαστοί νοσταλγούσαν το γνώριμο και βέβαιο προπολεμικό καθεστώς της μεγάλης αναπτυσσόμενης (κι ένδοξης) αυτοκρατορίας.
Υπήρχε πρόσθετα έκλυση ηθών κι εκχυδαϊσμός, όπως σημείωσα στα Πολιτική Οικονομία 88: Δημοκρατία της Βαϊμάρης – Πολιτική Οικονομία 89: Δημοκρατία της Βαϊμάρης (2). Υπήρχε και βία με πολλές εξεγέρσεις και πολλούς σκοτωμούς.
Υπήρχε όμως και η σχεδόν αδιάκοπη ανηλεής οικονομική κρίση. Πρώτα με τα εκατομμύρια επιδόματα, μετά με τις πολεμικές αποζημιώσεις, μετά με το υπέρογκο κρατικό χρέος και τέλος με το μεγάλο κραχ του 1929.
Το 1930 οι άνεργοι έφθασαν τα 2 ½ εκατομμύρια. Και αυτό ήταν το έτος που οι εθνικοσοσιαλιστές του Χίτλερ απέκτησαν τεράστιο όγκο οπαδών.