Επιστολή του Μαρσίλιο Φιτσίνο* στον πολυμαθή Chernbino Quarquagli.
Παρότι είμαι ίσως λιγότερο επιμελής από ότι πρέπει στην εκτέλεση των καθηκόντων μου (πράγμα που συνηθίζεται για όσους ασχολούνται με τη μελέτη της φιλοσοφίας), δεν μπορώ τώρα να μη γράψω κάτι περί καθήκοντος στον άνθρωπο που δείχνει τη μεγαλύτερη αφοσίωση στο καθήκον.
Αν ήμουν τόσο επιμελής στη συνομιλία όσο είσαι εσύ στη δράση, θα είχα την επιδεξιότητα του Παναίτιου (2) και την αφθονία του Κικέρωνα σ’ αυτό το θέμα. Αλλά τώρα, αφού δεν μπορώ να κάνω διαφορετικά, θα πραγματευτώ το θέμα με την έμφυτή μου ωμή ειλικρίνεια. Εκτελώντας κι εγώ μια φορά το καθήκον μου, στέλνω στον πιο αφοσιωμένο φίλο τα καθήκοντα για όλους.
Καθήκον είναι η πρέπουσα πράξη για έναν άνθρωπο η οποία προσαρμόζεται σε ότι είναι ευπρεπές κι έντιμο σύμφωνα με την περίσταση, το πρόσωπο, τον τόπο και τον καιρό.
Η αρετή και το καθήκον για τον ιερωμένο είναι μια σοφία που ακτινοβολεί με ευσέβεια και μια ευσέβεια που λάμπει με σοφία.
Το καθήκον του κυβερνήτη είναι να προσέχει για το σύνολο. Είναι, επίσης, έλεος στη δικαιοσύνη, ταπεινοφροσύνη στη μεγαλοπρέπεια και μεγαλοπρέπεια στην ταπεινοφροσύνη.
Το καθήκον του δικαστή είναι να θυμάται, ότι ο ίδιος δεν είναι ο αφέντης αλλά ο υπηρέτης του νόμου και ο δημόσιος φύλακας της Πολιτείας· ότι, επιπλέον, καθώς δικάζει ανθρώπους δικάζεται και ο ίδιος από τον Θεό.
Το καθήκον του ιδιώτη είναι να υπακούει τα κελεύσματα του Νόμου τόσο εθελόβουλα, ώστε να μη φαίνεται ότι καταναγκάζεται από την αναγκαιότητα του νόμου, αλλά ότι καθοδηγείται από τη δική του θέληση.
Το καθήκον για κάθε πολίτη, είτε ιδιώτη είτε κρατικό λειτουργό, είναι να φροντίζει για τα κοινά με το ίδιο ενδιαφέρον που φροντίζει για τα προσωπικά του.
Για τον στρατιώτη καθήκον είναι αντρειοσύνη στον πόλεμο κι ευγένεια στην ειρήνη.
Για τον έμπορο καθήκον είναι με αξιοπιστία κι επιμέλεια να τροφοδοτεί και την Πολιτεία και τον εαυτό του με αγαθά ποιότητας από άλλες χώρες.
Για τον μικροπωλητή καθήκον είναι με τιμιότητα να παρέχει σε κάθε μέλος της Πολιτείας τις προμήθειες που παραλαμβάνει από τους εμπόρους.
Οι έμποροι, βιοτέχνες και άλλοι, πρέπει να επιδιώκουν τον πλούτο έτσι, ώστε να μη βλάπτουν κανένα. Διότι, ότι εγείρεται από το κακό τελικά θα πέσει πάλι στο κακό. Ας φυλάγουν τον πλούτο τους με τέτοιο τρόπο, που να μη φαίνεται ότι τον απέκτησαν μάταια, για χάρη και μόνο της συσσώρευσης. Ας ξοδεύουν έτσι που να μπορούν να ξοδεύουν για πολύ καιρό, αποδείχνοντας τελικά ότι ξόδεψαν έντιμα και ωφέλιμα.
Για τον γεωργό καθήκον είναι να γνωρίζει το κλίμα και να συμβουλεύεται τους πρεσβυτέρους του για την καλλιέργεια της γης· επίσης να προσφέρει τα προϊόντα του στους ξένους του με την εμπιστοσύνη και γενναιοδωρία που το κτήμα παραχώρησε τους καρπούς του – με τόκο μάλιστα – στον ίδιο.
Καθήκον του αφέντη είναι να υπηρετεί τον νόμο και τον λογισμό, ώστε να μπορεί να κυβερνά τους υπηρέτες σύμφωνα με τον νόμο και τον λογισμό. Επίσης, να θεωρεί τον υπηρέτη άνθρωπο εξίσου με κάθε αφέντη, και πάντοτε να συνδυάζει την αυθεντία με τον ανθρωπισμό.
Καθήκον του υπηρέτη είναι να θεωρεί ότι η ζωή του ανήκει στον αφέντη του και να φροντίζει τις υποθέσεις του αφέντη του σαν να είναι δικές του.
Καθήκον του συζύγου είναι να αγαπά τη γυναίκα του σαν το ίδιο το σώμα του και σαν κόρη οφθαλμού και να την καθοδηγεί με μεγάλη προσοχή. Της συζύγου είναι να τιμά τον άντρα της σαν τον νου και τον λογισμό της και να τον ακολουθεί πιστά.
Καθήκον του πατέρα είναι να αγαπά τους γιους του σαν κλωνάρια της ζωής του που ρίζωσαν και αυτά και να τα κρατά ολόρθα με το δικό του ζωντανό παράδειγμα σαν να είναι μέλη του εαυτού του. Των γιων, πάλι, είναι να ακολουθούν τον πατέρα σαν τη ρίζα και την κεφαλή τους και να τον σέβονται σαν δεύτερο Θεό.
Ο αδελφός ας αγαπά τον αδελφό σαν δεύτερο εαυτό. Οι συγγενείς εξ αίματος ας αγαπιούνται σαν μέρη του ίδιου σώματος. Οι συγγενείς εξ αγχιστείας ας θυμούνται ότι ενώθηκαν με τον νόμο σαν από την ίδια τη φύση και ας μοιράζονται μεταξύ τους τα πλούτη και τις εργασίες τους.
Οι φίλοι ας αναζητούν την αλήθεια με συνομιλία και συμβουλή και ας επιδιώκουν την αγαθοσύνη με αλληλοβοήθεια.
Είναι καθήκον του διδασκάλου με τη διδαχή και την αγαθοσύνη του να δημιουργήσει έναν γνωστικό καλό μαθητή, σάμπως να γεννούσε ένα παιδί του νου του. Εδώ θα ήθελα να προειδοποιήσω τους δασκάλους να μη ξεχνούν, ότι ο Αριστοτέλης περιφρόνησε τον θεϊκό Πλάτωνα. (3) Είναι καθήκον του μαθητή να τιμά τον διδάσκαλό του σαν πατέρα της κατανόησής του, αλλά, ας προσέχει να μην απορροφά άθελα του και τα ελαττώματα του δασκάλου.
Είναι καθήκον του νομικού να παραμένει πάντοτε αξιοσέβαστος και να γνωρίζει, ότι ο άνθρωπος που διαβρώνει τον ιερό νόμο πρέπει να τιμωρείται σαν ιερόσυλος με ποινή πολύ αυστηρότερη από τον άνθρωπο που παραχαράσσει το νόμισμα.
Είναι καθήκον του γιατρού, όταν εξετάζει τον άρρωστο, να συνειδητοποιεί ότι κινδυνεύει μια ζωή, ώστε να μην επιχειρεί τίποτα χωρίς λόγο ή χωρίς σκοπό.
Του ρήτορα καθήκον είναι να πείσει πρώτα τον εαυτό του για τα ζητήματα που θέλει να πείσει τους άλλους. Του ποιητή είναι να παρατηρήσει πρώτα και τη φύση και τον χαρακτήρα για να μπορεί να τα περιγράψει. Του μουσουργού είναι να παρουσιάσει την ομορφιά του τραγουδιού σε ήχο και τη λεπτότητα της ομιλίας σε τραγούδι: αλλά πρέπει επίσης να θυμάται ότι η αρμονία στις κινήσεις της ψυχής είναι πιο αναγκαία από την αρμονία των φωνών. Διότι είναι άγαρμπος, και άγνωστος στις Μούσες, ο μουσουργός που εναρμονίζει τη φωνή με τη λύρα αλλά αφήνει τον νου να θορυβεί παράφωνα. Ο Δαβίδ και ο Ερμής ο Τρισμέγιστος (4) προστάζουν, ότι, εφόσον ο Θεός μας υποκινεί στο τραγούδι, μόνο για τον Θεό πρέπει να τραγουδούμε.
Ο φιλόσοφος πρέπει να αναζητάει με μεγάλη επιμέλεια πράγματα θεϊκά για να τα χαίρεται και να ερευνά υλικά πράγματα της φύσης για να τα χρησιμοποιεί. Ας δίνει βοήθεια στα ζητήματα των ανθρώπων αλλά ας μη θάβεται σ’ αυτά. Ο φιλόσοφος είναι μοναδικός κατά το εξής: ότι ορθά ο Πλάτωνας και ο Αρίστιππος δεν τον πιέζουν να διακινδυνεύσει τη ζωή του για τη χώρα του. (5) Τούτο με ευχαριστεί διότι μου φαίνεται ότι ο φιλόσοφος είναι φιλόσοφος ενάντια στη θέληση και παρά την αντίθεση του Κράτους όπου γεννήθηκε: ο φιλόσοφος είναι υιός του ουρανού, όχι της γης. Επιπλέον, ο χαμός ενός ανθρώπου που βλέπει τα πάντα, για να σωθούν τυφλοί που ποτέ ίσως δεν θα θεραπευτούν, θα ήταν μεγάλη ασέβεια προς τον Θεό και θα προκαλούσε μεγάλη οδύνη.
Ένας άντρας ας προσέχει κάθε εκδήλωση θηλυπρέπειας. Η γυναίκα ας επιδιώξει να έχει το αντρικό πνεύμα σε κάποιο βαθμό, αλλά πάνω από όλα ας είναι σεμνή. Όπως η μεγαλοψυχία αρμόζει στον άντρα έτσι και στη γυναίκα αρμόζει η σεμνότητα. Ο γέρος ας προσέχει να μην παιδιαρίζει και ας θυμάται ότι και ο ίδιος κάποτε ήταν νέος. Ο έφηβος ας φροντίσει να είναι ώριμος όπως ο ηλικιωμένος: ας δέχεται ότι και ο ίδιος θα γεράσει και ας σέβεται τους πρεσβυτέρους του.
Το καθήκον ενός ανθρώπου απέναντι στη γενέτειρα του είναι να τη φροντίζει σαν τον πατέρα του πατέρα του και σαν τη μητέρα της μητέρας του. Όταν όμως ο άνθρωπος έχει συναλλαγές με ξένους ταξιδιώτες ας θυμάται, ότι και ο ίδιος κάποτε πιθανόν να ταξιδέψει. Είναι καθήκον και του ντόπιου και του αλλοδαπού να γνωρίζει, ότι ο ίδιος είναι ο εαυτός του μόνος, να τιμά όλους τους ανθρώπους και να μην αγγίζει καν, πολύ λιγότερο να ρυθμίζει, τα ζητήματα των άλλων.
Ο καλότυχος πρέπει να κατανοεί, ότι τα αγαθά της καλοτυχίας είναι αγαθά μόνο για τον αγαθό και ότι μετά την καλοκαιρία έρχεται η βροχή. Ο κακότυχος ας συλλογίζεται ότι το κακό που φέρνει η τύχη είναι κακό μόνο για το κακό, και ότι μετά την κακοκαιρία έρχεται καλός καιρός. Βλέπουμε, πράγματι, ότι η άνοιξη επαναφέρει στα δέντρα τα φύλλα που πήρε ο χειμώνας.
Αφού ο άνθρωπος δεν μπορεί να ζει απόλυτα ευτυχισμένος στη γη ας συνειδητοποιήσει ότι είναι όντως πολίτης του ουρανού και μόνο κάτοικος της γης. Επομένως ας επιδιώκει να μη σκέπτεται, να μη λέει και να μη κάνει τίποτε που δεν αρμόζει σ’ έναν πολίτη της Βασιλείας των Ουρανών.
*Μαρσίλιο Φιτσίνο (1433-99) – Βιογραφικά στοιχεία
1. Σύγκρινε το έργο του Κικέρωνα De Officiis.
2. Ο Παναίτιος ήταν ένας μεγάλος Στωικός φιλόσοφος του Β’ αιώνα π.Χ. Ο Κικέρωνας τον αναφέρει εκτεταμένα στο έργο του De Officiis, Γ, Π, 7, 51 κλπ.
3. Διογένης Λαέρτιος V, 2.
4. Ψαλμός 51, 15. Ερμής Τρισμέγιστος Ποίμανδρος XIII, 17-19.
5. Πλάτωνα Επιστολαί Ζ’ 331 D. για τον Αρίστιππο βλέπε Διογένη Λαέρτιο ΙΙ, 98.